Το μνημείο αυτό βρισκόταν στην αριστερή όχθη του Πηνειού, επί της σημερινής οδού αρχιεπισκόπου Δωροθέου, λίγα μέτρα αριστερά μετά την έξοδο από τη γέφυρα. Καθώς μεγάλο μέρος της δράσης του λίγα χρόνια πριν το τέλος της ζωής του και το μυστηριώδες τέλος του εξελίχθηκαν στη Λάρισα κατά το 1822, και με την ευκαιρία της σημερινής εικόνας, θα αναφερθούμε επιγραμματικά στο ιστορικό αυτό γεγονός και στον τάφο-μαυσωλείο που υπήρχε για χρόνια στην πόλη μας, τα οποία είναι άγνωστα στο ευρύτερο κοινό.
Ο Χουρσίτ Μεχμέτ πασάς ( ; - 1822) γεννήθηκε στον Καύκασο από γονείς χριστιανούς Κιρκάσιους (Τσερκέζους)[1], λέγεται μάλιστα ότι ο πατέρας του ήταν ιερέας. Σε νεαρή ηλικία εξισλαμίστηκε, κατατάχθηκε στο σώμα των Γενιτσάρων και αποδείχθηκε ικανός στρατιωτικός. Με τον καιρό απέκτησε την εύνοια του σουλτάνου Μαχμούτ Β’ και έφθασε σε ανώτατα αξιώματα.
Το 1820 διορίσθηκε από τον σουλτάνο σερασκέρης, δηλαδή διοικητής μεγάλης στρατιωτικής μονάδας και επιλέχθηκε ως αρχηγός της εκστρατείας κατά του αποστάτη Αλή Πασά των Ιωαννίνων. Τον Ιανουάριο του 1821 έφθασε στην Ήπειρο, προκειμένου να καταστείλει την ανταρσία του και έναν χρόνο αργότερα, τον Ιανουάριο του 1822 κατόρθωσε να συλλάβει τον Αλή Πασά και να στείλει το κεφάλι του ως δώρο στον σουλτάνο. Όμως οι εχθροί και αντίζηλοί του τον διέβαλαν στους αξιωματούχους του παλατιού ότι δήθεν οικειοποιήθηκε μεγάλο μέρος της αμύθητης περιουσίας του Αλή Πασά και η Υψηλή Πύλη του ζήτησε λεπτομερή λογοδοσία. Ο υπερήφανος στρατάρχης φαίνεται ότι θίχτηκε από τη σουλτανική παραγγελία, δεν απάντησε στο αίτημά του και περιέπεσε σε δυσμένεια, με αποτέλεσμα να παραμείνει στη Λάρισα. Εδώ του δόθηκε η φροντίδα της τροφοδοσίας του στρατού του Δράμαλη, ο οποίος κατά την εκστρατεία του στην Πελοπόννησο υπέστη στα Δερβενάκια τη γνωστή πανωλεθρία από τα ελληνικά επαναστατικά στρατεύματα.
Όταν έφθασαν στην Κωνσταντινούπολη οι δυσάρεστες ειδήσεις για την αποτυχία της εκστρατείας του Δράμαλη, απεσταλμένοι του σουλτάνου πήραν τον δρόμο για τη Λάρισα με διαταγή να θανατώσουν τον Χουρσίτ πασά επειδή δεν βοήθησε όσο έπρεπε την εκστρατεία του Δράμαλη. Πληροφορήθηκε έγκαιρα ο ίδιος την ενέργεια του σουλτάνου και ίσως σε συνδυασμό με μια απιστία της συζύγου του, στις 30 Νοεμβρίου του 1822 ήπιε δηλητήριο και αυτοκτόνησε, για να προλάβει τη βέβαιη καταδικαστική απόφαση του σουλτάνου. Κηδεύθηκε στη Λάρισα με μεγάλες τιμές από τον στρατό και τους Οθωμανούς της πόλης και μάλιστα σύμφωνα με τις οδηγίες που είχε αφήσει στους δικούς του ενόσω ζούσε. Ενταφιάσθηκε κοντά στη μεγάλη γέφυρα, στην περιοχή του Πέρα Μαχαλά.
Εν τω μεταξύ στην πόλη για χρόνια επικρατούσε σαν μύθος η άποψη ότι ο Χουρσίτ πασάς κατά την τελετή της κηδείας του ήταν ακόμη ζωντανός, την παρακολούθησε προσωπικά και αμέσως μετά πήρε το θανάσιμο δηλητήριο.
Υπάρχει και μια άλλη εκδοχή την οποία αναφέρει ο ιστορικός της Λάρισας Επαμεινώνδας Φαρμακίδης[2], σύμφωνα με την οποία ο Χουρσίτ πασάς δεν αυτοκτόνησε, αλλά αποκεφαλίσθηκε στους στρατώνες της Λάρισας από Οθωμανούς στρατιώτες έπειτα από διαταγή του σουλτάνου.
Πάντως οι ιστορικές πηγές της Τουρκίας αναφέρουν ότι ο θάνατος του Χουρσίτ οφειλόταν σε παθολογικά αίτια, λόγω επιβάρυνσης της υγείας του από τα προηγηθέντα γεγονότα. Λίγες ημέρες μετά τον θάνατο, την κηδεία και τον ενταφιασμό του, οι απεσταλμένοι του σουλτάνου κατέφθασαν στη Λάρισα, ξέθαψαν το πτώμα, απέκοψαν το κεφάλι του, το τοποθέτησαν σε αργυρή λεκάνη και το μετέφεραν στο Τοπ Καπί στην Κωνσταντινούπολη[3].
Μετά τον θάνατό του το 1822 κατασκευάσθηκε από του Οθωμανούς της Λάρισας στον τόπο του ενταφιασμού του το ταφικό του μνημείο, ένα είδος μαυσωλείου, το οποίο ήταν απομονωμένο, δηλ. δεν βρισκόταν μέσα σε κάποιο μουσουλμανικό νεκροταφείο. Το μνημείο αυτό σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ήταν ένας επιμελημένος οθωμανικός τάφος σε μορφή σαρκοφάγου. Στην πλευρά που έπρεπε να βρισκόταν η αποτμηθείσα κεφαλή του νεκρού υπήρχε ψηλή μαρμάρινη στήλη στην οποία ήταν σκαλισμένο ένα μεγάλο σε έκταση επίγραμμα, το οποίο εγκωμίαζε τον νεκρό[4]. Ο τάφος περιβαλλόταν από ψηλό τοίχο με μεγάλα ανοίγματα, φραγμένα με μεταλλικά κιγκλιδώματα. Καθώς τα χρόνια περνούσαν ο τάφος του είχε τελείως ξεχασθεί, ιδιαίτερα μετά την απελευθέρωση της Λάρισας, όταν ο χώρος περιήλθε στην ιδιοκτησία Έλληνα ιδιώτη.
Το 1891, εβδομήντα χρόνια περίπου μετά την κατασκευή του, ανακαλύφθηκε τυχαία και ταυτοποιήθηκε ο τάφος του Χουρσίτ πασά στον Πέρα Μαχαλά, από τον Κωνσταντίνο Λιβανό, ο οποίος ήταν επίσημος διερμηνέας της τουρκικής γλώσσας στα ελληνικά δικαστήρια. Σε άρθρο του σε τοπική εφημερίδα περιέγραψε την κατάσταση στην οποία βρήκε τον τάφο[5] και συγχρόνως μετέφρασε στην ελληνική γλώσσα και το μακροσκελές επίγραμμα.
Έκτοτε στους περιοίκους ήταν γνωστός ως «τάφος του πασά» και μέχρι το 1940 διατηρείτο σε σχετικά καλή κατάσταση. Μεταπολεμικά από αδιαφορία και σύληση του οικοδομικού του υλικού, άρχισε σιγά-σιγά να καταστρέφεται. Πάντως μέχρι το 1962, χρονολογία όπου τοποθετείται η δημοσιευόμενη φωτογραφία, μπορούσε κανείς να διακρίνει καθαρά τμήματα του τάφου του στην αυλή του σπιτιού του Ανδρέα Αλιαπούλιου[6]. Σήμερα, έπειτα από τις σύγχρονες ανοικοδομήσεις στην περιοχή, δεν έχει παραμείνει τίποτα που να τον θυμίζει.
[1]. Θα χρειαστεί να κάνουμε μια μικρή αναφορά για τους Κιρκάσιους. Ήταν κάτοικοι του Βορείου Καυκάσου, οι περισσότεροι από τους οποίους βρίσκονται σήμερα διασκορπισμένοι σε όλο τον κόσμο, ύστερα από την τσαρική στρατιωτική εκστρατεία του 19ου αιώνα στη χώρα τους. Κιρκάσιοι κατέφυγαν και στον ελληνικό χώρο (στην Ελλάδα τους λέγαμε και Τσερκέζους). Μάλιστα ορισμένες οικογένειες ανιχνεύονται κάποια περίοδο και στη Λάρισα. Εγκατέλειψαν όμως την πόλη μαζί με πολλούς Τούρκους, μετά την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881.
[2]. Φαρμακίδης Επαμεινώνδας, Η Λάρισα, από των Μυθολογικών χρόνων μέχρι της προσαρτήσεως αυτής με τη Ελλάδα (1881), Βόλος (1926) σελ. 225-226.
[3]. Αβραμόπουλος Μιχαήλ – Βουτσιλάς Βασίλειος, Λάρισα, Αύγουστος 1962, σελ. 53.
[4]. Θεόδωρος Παλιούγκας, Η Λάρισα κατά την Τουρκοκρατία (1423-1881), τόμ. Β’, Κατερίνη (2007) σελ. 580-586.
[5]. «… Τελευταίον ήρχισε να καταστρέφηται ο τάφος, όστις κατ’ εμέ έχει πολλήν την αξίαν διά τον περιηγητήν και εν γένει τον φιλίστορα, θα καταστή δε μεγαλειτέρα η αξία του διά της παρελεύσεως του χρόνου», εφ. «Σάλπιγξ», Λάρισα, φύλλο της 14ης Φεβρουαρίου 1891.
[6]. Αβραμόπουλος Μιχαήλ – Βουτσιλάς Βασίλειος, ό.π., σελ. 53
Από τον Νίκο Παπαθεοδώρου
nikapap@hotmail.com