Επίσης και άλλα χωριά, όπως οι Γόννοι, Ραψάνη, Νεζερός, Πυργετός, Κρανιά, Πλαταμώνας και Λιτόχωρο, γνώρισαν λεηλασίες και καταστροφές από τους εχθρούς.
Το 1878, η επανάσταση ήταν συνέχεια των επαναστατικών κινημάτων στη Μακεδονία, Θεσσαλία και στην περιοχή του Ολύμπου.
Ο πρόξενος στη Λάρισα Παλαμήδης αναφέρει στον Τρικούπη, στις 15 Ιουνίου ότι οι γκέκηδες προέβαιναν σε συνεχείς λεηλασίες στην περιοχή του Ολύμπου και των Τεμπών, καταληστεύοντας τα χωριά, Δερλί (Γόννοι), Μπακράτσι, Ραψάνη, Κρανιά, Νεζερό, Πουλιάνα, Καρυά, Σκαμνιά και Αμπελάκια. Επίσης, πληροφορεί ότι κοντά στο χωριό Νεζερό και συγκεκριμένα στο Καζαδερέ, Αλβανοί ένοπλοι έκαψαν σπίτια και το λεηλάτησαν ανηλεώς.
Στο Λιτόχωρο σχηματίστηκε η πρώτη προσωρινή Κυβέρνηση του Ολύμπου, με πρόεδρο τον Ε. Κοροβάγγο. Δυστυχώς, όμως, η επιτυχία της παράδοσης του φρουρίου του Πλαταμώνα, επισκιάστηκε από τη φοβερή πυρπόληση του Λιτοχώρου, των Καλυβίων, της Μαλαθριάς και της Καρυάς.
Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΠΟΥΛΙΑΝΑΣ, 12 ΜΑΡΤΙΟΥ 1878
Στις πολεμικές επιχειρήσεις του Ολύμπου και στη μάχη της Πουλιάνας, έπαιξαν σημαντικό ρόλο εθελοντές από την περιοχή της Φθιώτιδας, που αρκετοί από αυτούς ήταν φοιτητές. Στη Λαμία συγκροτήθηκε ομάδα εθελοντών πολεμιστών, με σκοπό να βοηθήσουν τους επαναστάτες του Ολύμπου, με μπροστάρη τον Οργώνη (Λαμία 5-3- 1878). Οι εθελοντές φοιτητές ενώθηκαν με το σώμα του Δουμπιώτη, ο οποίος αναχώρησε προς τη Μονή Πέτρας. Το σώμα του Μάλαμα από την περιοχή Λιτοχώρου προχώρησε προς τον Κοκκινοπλό. Το ίδιο έπραξε και ο Ζαχείλας, από τη Ραψάνη. Τα σώματα από τον Κοκκινοπλό πέρασαν τον Σπαρμό και κατέληξαν στην Παλιά Σκαμνιά και στην Πουλιάνα (Κρυόβρυση) που είχε 227 σπίτια, 950 κατοίκους.
Το επαναστατικό σώμα του Κ. Δουμπιώτη, εξασθενημένο, κατάκοπο από τις πορείες και τις μάχες, στρατοπέδευσε στην Πουλιάνα, να ξεκουραστεί και να συνεχίσει την πορεία του. Την ώρα της ξεκούρασης και του γεύματος, εμφανίστηκαν οι Τούρκοι, έχοντας 1.500 άντρες πολεμιστές, δύο τηλεβόλα και μικρό ιππικό. Οι Έλληνες είχαν πολεμική δύναμη που αριθμούσε τους 360 άντρες.
Ο Κ. Δουμπιώτης στρατοπέδευσε απέναντι από το χωριό, ενώ ο Βλαχάβας με τον Μάλαμα, τον Χρυσόπουλο και τον Σκυβαλίδα, έχοντες 100 άντρες, έπιασαν κοντινή θέση μεταξύ τους. Δίπλα στις δυνάμεις του Βλαχάβα, προστέθηκε και το σώμα του Δουμπιώτη, το οποίο ήταν και το πρώτο εκτιθέμενο στη θέα της τουρκικής δύναμης, ενώ σε κοντινή απόσταση ήταν και ο Καλογήρου, με τους δικούς του άντρες.
Δυστυχώς, όμως, οι περισσότεροι εθελοντές του Δουμπιώτη, επειδή ήταν και οι πρώτοι μπροστά στις σφαίρες του εχθρού, άρχισαν να μην υπακούουν στις εντολές και να μη σπεύδουν σε βοήθεια. Αυτό συνέβη λόγω του φόβου και του πανικού, που ένιωσαν και είχε ως αποτέλεσμα, να λιποτακτήσουν, να εγκαταλείψουν τη μάχη και να φύγουν. Οι λιγοστοί μαχητές που έμειναν, απέκρουσαν δύο φορές την τουρκική επίθεση. Από τη σκληρή σύγκρουση με τους Τούρκους, αχρηστεύθηκαν τα όπλα των επαναστατών κα η θέση τους έγινε δύσκολη.
Γύρω στις 4 το απόγευμα, γίνεται και η τρίτη εχθρική επίθεση. Η σύγκρουση ανάμεσα στους Τούρκους και τους Ελληνες ήταν σκληρή, αλλά οι επαναστάτες δεν μπόρεσαν να αντέξουν άλλο. Οι Δουμπιώτης, Βλαχάβας και Μάλαμας, έδωσαν το σύνθημα της αποχώρησης των μαχητών από την Πουλιάνα, προς Ελασσόνα. Στη μάχη της Πουλιάνας, υπήρξαν απώλειες και από τις δύο πλευρές.
Σύμφωνα με Στρατιωτικά Αρχεία, αλλά και την επιστολή του Δουμπιώτη, την οποία έστειλε από τη Βερδικούσια, στις 15 Μαρτίου 1878, προς την Επιτροπή Μακεδόνων στην Αθήνα, οι απώλειες των συμπλεκομένων πλευρών ήταν οι εξής: Οι Τούρκοι έχασαν 100 άντρες και είχαν παράλληλα 40 τραυματίες, ενώ οι Έλληνες έχασαν μόνο επτά πολεμιστές... Οι Τούρκοι, αφού κέρδισαν τη μάχη, μπήκαν στην Πουλιάνα και προέβησαν σε λεηλασίες και καταστροφές.
Τους κατοίκους της Πουλιάνας, κυρίευσε φόβος και πανικός, μ’ αποτέλεσμα αρκετοί να εγκαταλείψουν το χωριό και να τραπούν σε άλλες ελεύθερες περιοχές της Θεσσαλίας, όπως στα Δελέρια, Καζακλάρ, Βόλο, Αλμυρό, Λαμία. Είναι θλιβερό γεγονός για τους επαναστάτες του Ολύμπου, που ξεκίνησαν με θέληση και όρεξη για τον αγώνα, να σβήνουν οι ελπίδες τους, στις 12 Μαρτίου 1878, με το άδοξο τέλος. Η τραγική εικόνα φαίνεται από απόσπασμα έκθεσης της προσωρινής επαναστατικής Κυβέρνησης του Ολύμπου, στις 3 Απριλίου 1878. Με πικρία διαπιστώνει η κυβέρνηση τα όσα διαδραματίστηκαν στην περιοχή του Ολύμπου. «Το Μακεδονικό σώμα αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον τόπο αυτό, ο οποίος τώρα είναι στις ορέξεις των Οθωμανών. Οι οικογένειες των χωριών που επαναστάτησαν στον Όλυμπο, εγκαταλείπουν τα σπίτια τους και περιφέρονται στα δάση και τα βουνά. Έτσι, έληξε το επαναστατικό κίνημα στον ‘Ολυμπο και χάθηκε η ελπίδα για λευτεριά, η οποία ήρθε το 1912, με την απελευθέρωση της Ελασσόνας.
Από τον Απόστολο Ποντίκα, δάσκαλο, θεολόγο, φιλόλογο