Συνέπεια αυτού υπήρξε η αποσταθεροποίηση του ελληνικού πολιτικού συστήματος. Στη συνέχεια, οι συνδυασμένες κινήσεις μυστικών υπηρεσιών οδήγησαν στη χούντα των συνταγματαρχών το 1967. Αυτό άλλωστε, η εγκαθίδρυση δηλαδή ελεγχόμενων δικτατορικών καθεστώτων, ήταν τότε μια συνήθης πρακτική των ΗΠΑ.
Η αυθόρμητη και ακομμάτιστη κινητοποίηση των φοιτητών το Νοέμβρη του ΄73 είναι από εκείνα τα συμβάντα που αποτελούν ευδιάκριτο ορόσημο στη συνείδηση των πολιτών. Η εξέγερση του Πολυτεχνείου συνόψιζε: το αίτημα για πτώση της ξενοκίνητης χούντας, τη διάθεση απελευθέρωσης των νέων της εποχής από τις αγκυλώσεις και την εσωστρέφεια της ελληνικής κοινωνίας, την προσπάθεια να ξεφύγουν από το καθεστώς της πολλαπλής πολιτικής φαυλότητας και διαφθοράς και τη χειραφέτηση από τον παλαιοκομματισμό και τους «μαυρογιαλούρους». Είχε, ασφαλώς, ως κεντρικά αιτήματα την Παιδεία χωρίς αποκλεισμούς και την άνοδο του βιοτικού επιπέδου.
Το πολιτικό υποκείμενο που ονομάστηκε γενιά του Πολυτεχνείου, δηλαδή οι νέοι που συμμετείχαν στον αντιδικτατορικό αγώνα, σύμφωνα με έρευνα που έκανε το Πάντειο Πανεπιστήμιο, ανήκαν-με βάση την πολιτική ταυτότητα που δήλωναν- κατά κύριο λόγο στην Κεντροαριστερά. Καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του αξιακού πλαισίου, της ιδεολογίας και της αναζήτησης πολιτικής έκφρασης αυτής της γενιάς έπαιξε η πόλωση του εμφυλίου και οι επιδράσεις των διεθνών ρευμάτων νεολαίας όπως π.χ. ο Γαλλικός Μάης. Η γενιά του 114 της κληροδότησε την κουλτούρα των κινητοποιήσεων που ανεδείχθη σε ιδιότυπο πολιτισμικό μας χαρακτηριστικό ενώ η αποκάλυψη των μηχανισμών που επέβαλαν την ελληνική χούντα πυροδότησαν τον αντιαμερικανισμό της.
Οι πολιτικές, λοιπόν, αναζητήσεις αυτής της γενιάς βρήκαν-κατά βάση-διέξοδο με τη δημιουργία του ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου ο οποίος διείδε τον ριζοσπαστισμό της και το έλλειμμα πολιτικής της εκπροσώπησης και γι’ αυτό υιοθέτησε πολλά από τα αιτήματά της. Δηλαδή το ιδεολογικό και πολιτικό οπλοστάσιο του Κινήματος «αντλούσε» μεν από τις πραγματικές ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας αλλά σε ιδεολογική και πολιτική κατεύθυνση που, εν πολλοίς, επιθυμούσαν, οι εκπρόσωποι της γενιάς του Πολυτεχνείου. Εκεί οφείλονται και οι σημαντικές μεταρρυθμίσεις κατά την πρώτη κυβερνητική περίοδο του ΠΑΣΟΚ όπως: αλλαγές στο οικογενειακό δίκαιο, δημιουργία του ΕΣΥ, Πανελλήνιες Εξετάσεις για τις Στρατιωτικές Σχολές, Νόμος Πλαίσιο για το Πανεπιστήμιο, Νόμος για τα συνδικάτα, αναγνώριση Εθνικής Αντίστασης, συγχώνευση σωμάτων ασφαλείας κοκ.
Δικαιολογημένα, ίσως, η συντηρητική στροφή και οι εκφυλισμοί που παρατηρήθηκαν εν συνεχεία στο ΠΑΣΟΚ ταυτίστηκαν από ορισμένους με αντίστοιχες διεργασίες στους εκπροσώπους αυτής της γενιάς. Ο αφορισμός, όμως, ότι η γενιά του Πολυτεχνείου ευθύνεται αποκλειστικά για τη σημερινή κατάντια της Χώρας αποτελεί εκ των πραγμάτων υπερβολή. Η αλήθεια είναι ότι τμήματά της αστικοποιήθηκαν και ενσωματώθηκαν πλήρως, όχι μόνο σε πρωτοκλασάτο επίπεδο, και υπηρέτησαν λογικές του συστήματος αποκομίζοντας υλικά και άλλα οφέλη. Λειτούργησαν, δηλαδή, εκουσίως ή ακουσίως, ως το άλλοθι και το «καλλωπιστικό επίχρισμα» του διεφθαρμένου «παλαιού». Η γενίκευση, όμως, δεν ευσταθεί διότι, τότε, με τον ίδιο τρόπο, θα μπορούσε κάποιος να ισχυριστεί ότι η γενιά των βαλκανικών πολέμων μας έφερε την μικρασιατική καταστροφή κοκ. Έτσι, όμως, παραγνωρίζουμε όλες τις άλλες παραμέτρους που επηρεάζουν τις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις και είναι ωσάν να απαλλάσσουμε τις εκάστοτε ηγεσίες από τις ευθύνες τους.
Το βέβαιο είναι ότι η εξέγερση του Πολυτεχνείου αναπτέρωσε την πίστη των πολιτών στην Πολιτική. Η εμπιστοσύνη, όμως, στην Πολιτική είναι και πάλι σήμερα, 44 χρόνια μετά, ουσιώδες αγαθό εν ανεπαρκεία, ιδιαίτερα στην πατρίδα μας, εξαιτίας της αποτυχίας του πολιτικού μας συστήματος να αποφύγει τη χρεοκοπία. Οι λόγοι για αυτή την αρνητική εξέλιξη είναι πολλοί και έχουν κατά καιρούς αναλυθεί πολλαπλώς. Η διαπλοκή π.χ. πολιτικής, οικονομικής και μιντιακής ελίτ σε χώρες με θεσμική υστέρηση όπως η Ελλάδα είναι ένας από αυτούς.
Ένας άλλος σοβαρός λόγος είναι η γενικότερη απώλεια ισχύος της Πολιτικής μπροστά στη δύναμη των αγορών μετά την κατάρρευση των διαφορετικών παραδειγμάτων πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης (π.χ. Σοβιετική Ένωση) και η πλήρης επικράτηση του καπιταλιστικού προτύπου. Αυτή η ανεξέλεγκτη κυριαρχία των αγορών είναι σαφές ότι περιορίζει την αυτονομία και την ανεξαρτησία της Πολιτικής ως ρυθμιστικού παράγοντα μεταξύ Οικονομίας και Κοινωνίας και εγκυμονεί κινδύνους για την ίδια τη Δημοκρατία.
Ήδη μπροστά στα προβλήματα και στα αδιέξοδα που εμφανίζονται σε ορισμένες κοινωνίες τις κάνουν να στρέφονται προς τις διάφορες εκφάνσεις του «βαθέως» συντηρητισμού και της μεγάλης εσωστρέφειας και να οχυρώνονται πίσω από δόγματα και αντιλήψεις που παραπέμπουν στον αυταρχισμό και στον αναχρονισμό. Αυτή η φοβική στάση είναι που έφερε τον κ. Τραμπ στη θέση του πλανητάρχη και αυτή είναι που φέρνει τις συντηρητικές έως ακροδεξιές πολιτικές ηγεσίες στο προσκήνιο σε χώρες της ηπείρου μας. Επιπροσθέτως, η απληστία των οικονομικών ελίτ σε συνδυασμό με την ισχύ που τους προσδίδει ο έλεγχος των νέων τεχνολογιών τις καθιστά λίαν επικίνδυνες για τις ελευθερίες και τα δημοκρατικά δικαιώματα των πολιτών σε όλο τον κόσμο.
Με αυτή την έννοια τα αιτήματα -όπως αναλύθηκαν παραπάνω- των αγωνιστών και των θυσιασθέντων εκπροσώπων μιας γενιάς που ονομάσθηκε «γενιά του Πολυτεχνείου» εξακολουθούν να υφίστανται. Αν, βέβαια, η Ελλάδα καταφέρει να διατηρηθεί στη ζώνη των αναπτυγμένων-και με πρόσημο κοινωνικής δικαιοσύνης- χωρών τότε μπορούμε να πούμε ότι κάτι έγινε. Αλλιώς, η γενιά αυτή, παρά την εναρκτήρια προσφορά της και “τις τυφλές ελπίδες που φύτεψε στις καρδιές των ανθρώπων”, θα μπορούσε, ευλόγως, να θεωρηθεί ότι απέτυχε να διεμβολίσει και να ανατρέψει τόσο τις παλιές δομές όσο και τις πρακτικές τους (π.χ. πελατειακό σύστημα). Τότε είναι βέβαιο πως θα κατηγορηθεί ακόμη περισσότερο για πλήρη ενσωμάτωση στο «παλαιό» και για υιοθέτηση όλων των συνηθειών του μικροαστισμού.
Τότε, επίσης, είναι βέβαιο ότι θα της προσάψουν-δικαίως- πως δεν μπόρεσε να αποτελέσει κάτι το διαφορετικό από τις άλλες γενιές και δεν κατόρθωσε να υπηρετήσει τις αξίες που επαγγέλθηκε. Αντιθέτως, θα θεωρηθεί ότι το Πολυτεχνείο εκφυλίστηκε σε ένα απλό άλλοθι για τις ομάδες των χειραγωγημένων νέων που το καπηλεύονται για να εκφραστούν με τυφλή βία και σε έναν ακόμη από εκείνους τους παρηγορητικούς μύθους προς τους οποίους ρέπουν οι λαοί οι οποίοι αρνούνται να αντικρύσουν την πραγματικότητα.
Δημήτρης Νούλας, Χημικός