Απεικονίζει τον στρατιωτικό ναό της Μεταμορφώσεως, που κτίσθηκε τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια στο στρατώνες Πεζικού-Ιππικού του Β’ Σώματος Στρατού. Σήμερα στον χώρο αυτόν βρίσκεται το στρατόπεδο της Ιης Στρατιάς. Η φωτογραφία προέρχεται από επιστολικό δελτάριο του Βολιώτη φωτογράφου Νικολάου Στουρνάρα και φέρει τον αριθμό 481.
Ο Νικόλαος Στουρνάρας γεννήθηκε στο Βόλο το 1918. Ήταν το δεύτερο αγόρι τού πολύ γνωστού ζωγράφου, φωτογράφου Στέφανου Κ. Στουρνάρα, ο οποίος ήταν από τους σπουδαιότερους εκδότες επιστολικών δελταρίων στην Ελλάδα. Είναι χαρακτηριστικές οι κάρτες σε απόψεις του Βόλου με την παρουσία των δύο παιδιών του να στέκονται το ένα δίπλα στο άλλο και κοντά τους ο σκύλος της οικογένειας. Με τον θάνατο του Στέφανου Στουρνάρα το 1928, η επιχείρηση περιήλθε στη σύζυγό του Μαρία, μέχρις ότου τα ανήλικα παιδιά του ο Κωνσταντίνος (1914-1965) και ο Νικόλαος(1918-1993) ενηλικιωθούν και αναλάβουν από κοινού το φωτογραφείο του πατέρα τους. Στα δύσκολα χρόνια της κατοχής ο Νικόλαος Στουρνάρας κατέγραψε με το φωτογραφικό του φακό σκηνές και γεγονότα από την παρουσία των κατακτητών στην χώρα μας και από την αντίσταση, που παραμένουν ιστορικά ντοκουμέντα. Το 1948 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα, ενώ στον Βόλο συνέχισε ο μεγαλύτερος αδελφός του μέχρι το 1965 που πέθανε. Στην Αθήνα ο Νικόλαος Στουρνάρας άνοιξε φωτογραφείο και μετά από λίγο καιρό όργωσε την Θεσσαλία και πολλές περιοχές της Ελλάδας και κατέκλυσε την αγορά με δικές του κάρτες. Οι κάρτες της Λάρισας είναι πολλές, αριθμημένες, με επανειλημμένες εκδόσεις και χρονολογούνται στη δεκαετία 1950-1960. Στη Λάρισα είχε στενούς φιλικούς και πνευματικούς δεσμούς με τον φωτογράφο Γεώργιο Βαλσάμη, ο οποίος βάπτισε το ένα παιδί του. Με την σύζυγό του Αικατερίνη απέκτησε δύο παιδιά, το 1948 τον Στέφανο και τον 1953 την Μαρία. Πέθανε στην Αθήνα το 1993, αφού παρέδωσε τη σκυτάλη στα παιδιά του.
Η φωτογραφία που δημοσιεύεται μαζί με το σημερινό κείμενο, αποτυπώνει τη νοτιοδυτική πλευρά του ναού της Μεταμορφώσεως λίγα χρόνια μετά την ολοκλήρωσή του. Η εκκλησία προβάλλεται ανάμεσα από κλαδιά δένδρων, δεξιά μόλις διακρίνεται ένα τμήμα του τοιχίου τη πισίνας που υπήρχε στη θέση αυτή και η οποία την περίοδο εκείνη γνώριζε τα καλοκαιρινά βράδια μεγάλη κοσμική κίνηση, με χορούς και ορχήστρα ελαφράς μουσικής από στρατιώτες. Το κωδωνοστάσιο δεν έχει ακόμα κατασκευασθεί. Εκείνο όμως που προκαλεί εντύπωση είναι το κομμάτι της Λάρισας που διακρίνεται στο βάθος. Χαμηλά, φτωχικά σπίτια προβάλλουν στον ορίζοντα και η σημερινή λεωφόρος Πολυτεχνείου δεν έχει ακόμα διαμορφωθεί.
Η ιστορία του ναού είναι ενδιαφέρουσα. Η ιδέα για την ανέγερσή του μέσα στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Β’ Σώματος Στρατού ήταν του αρχιμανδρίτη Αυγουστίνου Καντιώτη[1], ο οποίος την περίοδο εκείνη ήταν στρατιωτικός ιεροκήρυκας στο Γραφείο Χριστιανικής Διαφωτίσεως (Β-10) του Β’ Σώματος Στρατού. Από την πρώτη στιγμή της παρουσίας του στο μεγάλο αυτό στρατόπεδο, είχε διαπιστώσει την έλλειψη ναού. Απευθύνθηκε στο στρατηγό Π. Καλογερόπουλο, διοικητή τότε του Β’ Σώματος Στρατού και αυτός ανταποκρίθηκε αμέσως στην πρότασή του. Συνέστησε επιτροπή από τους αξιωματικούς Λέκκα και Βενιέρη του μηχανικού κλάδου, Ζήση και Κωστόπουλου του οικονομικού κλάδου και Φαληρέα του Ιππικού, οι οποίοι μέσω εράνων μεταξύ των αξιωματικών και των στρατιωτών του Β’ Σώματος Στρατού, του λαού του θεσσαλικού χώρου και διαφόρων προσφορών από ιδρύματα και οργανισμούς, συγκέντρωσαν χρήματα για την ανέγερσή του. Τα σχέδια του ναού έγιναν από τον αρχιτέκτονα-στρατιωτικό Αλέξανδρο Παπαγεωργίου ενώ μηχανικός ανέλαβε ο Σταύρος Τσάκωνας και αφιερώθηκε στην Μεταμόρφωση του Χριστού. Αρχιτεκτονικά το σχέδιό της ακολουθούσε τα βυζαντινά πρότυπα, με μεγάλο τρούλο και ωραίες καμπύλες γραμμές.
Η τελετή θεμελιώσεως του ναού έγινε με επισημότητα στις 4 Απριλίου του 1948 και μέσα σε 16 μήνες, χρόνο ρεκόρ για τις συνθήκες της εποχής εκείνης, αποπερατώθηκε πλήρως η κτιριακή κατασκευή εξωτερικά όπως την αντικρίζουμε σήμερα. Συγχρόνως διαρρυθμίστηκε το εσωτερικό του με την κατασκευή των απαραίτητων στοιχείων κάθε ναού(τέμπλο, εικόνες, προσκυνητάρια, στασίδια και λοιπά ιερά σκεύη). Στις 6 Αυγούστου 1949, ημέρα που η εκκλησία εορτάζει την Μεταμόρφωση του Χριστού, εγκαινιάσθηκε από τον μητροπολίτη Λαρίσης Δωρόθεο (1935-1956) με μεγάλη επισημότητα.
Σήμερα ο ναός αυτός αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα θρησκευτικά μνημεία της Λάρισας γιατί με πρωτοβουλία του διοικητού του Β’ Σ. Σ. στρατηγού Καλογερόπουλου διακοσμήθηκε ολόκληρος με τοιχογραφίες και εικόνες του διακεκριμένου Λαρισαίου ζωγράφου και αγιογράφου Αγήνορα Αστεριάδη, φιλοτεχνημένες σύμφωνα με τα παλαιά βυζαντινά πρότυπα, όπως ακριβώς είναι και ο αρχιτεκτονικός ρυθμός του. Στη συνέχεια κατασκευάσθηκε κομψό καμπαναριό σε μικρή απόσταση από την νοτιοδυτική γωνία του ναού, στον ίδιο ρυθμό με τον ναό και από τότε μαζί με τους στρατιωτικούς, προσέρχονται σ’ αυτόν και πολλοί Λαρισαίοι για να προσευχηθούν, καθώς εξυπηρετεί ταιτακτικά από ιερείς που ανήκουν στο στρατιωτικό σώμα.
-----------------------------------------------
[1]. Ο Αυγουστίνος Καντιώτης (1907-2010) είχε κάνει αισθητή την παρουσία του τότε στην πόλη μας με τα φλογερά κηρύγματά του στους ναούς της Λάρισας και οι παλαιότεροι θα τον θυμούνται σαν έναν μαχητικό ιεροκήρυκα. Το 1950 βρέθηκε στην Αθήνα και διετέλεσε ιεροκήρυκας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Το 1967 εκλέχθηκε από την αριστίδην Ιερά Σύνοδο της επταετίας μητροπολίτης Φλωρίνης, Πρεσπών και Εορδαίας, διακρινόμενος πάντοτε από την ίδια δυναμική ιδιοσυγκρασία. Πέθανε το 2010 σε ηλικία 103 ετών.
{1]. Ο Δωρόθεος Κοτταράς μετατέθηκε στη Λάρισα το 1935 και έπειτα από θητεία 21 ετών στο θρόνο της, εκλέχθηκε το 1956 από την Ιερά Σύνοδο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος. Όμως την επόμενη χρονιά (26 Ιουλίου 1957) απεβίωσε σε νοσοκομείο της Στοκχόλμης από ανίατη ασθένεια.