Του Τάσου Πουλτσάκη*
Ο Α. Καρκαβίτσας, ο Α. Παπαδιαμάντης, ο Γ. Βιζυηνός και ο Ι. Κονδυλάκης, από τους κορυφαίους διηγηματογράφους μας είναι εκείνοι, όπως και άλλοι, που μέσα από την ηθογραφική αφήγηση, μας έμαθαν, από τα μαθητικά ακόμα χρόνια μας να μιλάμε, να γράφουμε, να διαβάζουμε, να αγαπάμε, να ονειρευόμαστε, να γελάμε, ακόμα και να δακρύζουμε με τα παθήματα των ηρώων τους. Ύστερα, πώς να μη στεκόμαστε με σεβασμό και συγκίνηση κάθε φορά μπροστά στη μνήμη τους, στο έργο τους, στις ευαισθησίες τους.
Για τα 150 χρόνια από τη γέννηση του Α. Καρκαβίτσα, τιμώντας τη μνήμη του, σκύβουμε ταπεινά πάνω στο νεανικό διήγημά του «Η Λυγερή»,που το έγραψε σε ηλικία 24 ετών (1889) σε καθαρεύουσα, όταν ακόμα ήταν φοιτητής της Ιατρικής στο Πανεπ/μιο της Αθήνας.
Ένας άτυχος έρωτας όταν ακόμα ήταν μαθητής στο Γυμνάσιο της Πάτρας, ήταν η αφορμή να εμπνευσθεί τη «Λυγερή» του. Λίγο αργότερα δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Εστία» σε 21 συνέχειες και προκάλεσε αίσθηση στους φιλολογικούς κύκλους της Πρωτεύουσας.
Ο Κ. από μικρός αγαπούσε τη φύση, ήταν ταξιδευτής (είχε συχνά τάσεις φυγής) και λαογράφος, συγκέντρωνε και κατέγραφε πληροφορίες απ` τους χωρικούς, τις παραδόσεις τους, τις προλήψεις τους, τα ξόρκια τους, τα βιώματά τους, τις συνήθειες και τα έθιμά τους, υλικό πολύτιμο που το χρησιμοποιούσε με αριστοτεχνικό τρόπο στα διηγήματά του.
Τέτοιο υλικό χρησιμοποίησε περισσότερο στη «Λυγερή», αλλά και στον «Ζητιάνο».
Η κυρά-Παγώνα ήταν η γιάτρισσα, η μάγισσα του χωριού στη «Λυγερή» που όλα τα γιάτρευε, όλα τα εξηγούσε και σε όλα εύρισκε τη λύση. «Φεύγα ρουσούμπελη,1 σε κυνηγάει η φωτιά, το στουρνάρι και ο πριόβολος·2 σύρε στ` άγρια βουνά! Και συγχρόνως, με τας ξηράς και ολοτρέμους χείρας της, ετσακμάκιζε τινάζοντας πλήθος σπινθήρων, προσπαθούσα δι` αυτών και των εξορκισμών να διώξει το πάθημα».
Γράφει ο Κ. παρακάτω για τον «πλούτο των γνώσεων» της κυρά-Παγώνας: «(…) Εκτός της ρουσούμπελης, εγήτευεν τον σπλήνα, τις παραμαγούλες,3 τον στυλίτην,4 τον στρόφον,5 το λίθωμα των βυζών…Εξώρκιζεν το μάτιασμα, είτε στον ύπνο είτε στον ξύπνιο επήρχετο, διώκουσα αυτό εις μέρη ακατοίκητα, σε ριζιμιό λιθάρια (…)6».
Ήξερε για το «αμίλητο νερό» και προέτρεπε τη γειτόνισσα, επειδή έπεφτε η νύχτα, να μαζέψει τα απλωμένα ρούχα απ` το σχοινί, «γιατί θα αστερωθούν,7 και θα γιομίσετε ξανθίσματα…». Ακόμα και τις επιδημίες ήξερε να απομακρύνει, η κυρά-Παγώνα. Όταν η ευλογιά απείλησε τα Λεχαινά, κατόρθωσε να τα κρατήσει… αμόλυντα. «(…) Έκραξε 40 μονοστέφανες και τις έβαλε να κλώσουν βαμβάκι. Ύστερα από 3 μερόνυχτα κέρωσε το νήμα με κερί από 40 μελισσοκούβελα, και μια νύχτα, έζωσε απ` έξω την κωμόπολη (…)»
Ως στρατιωτικός γιατρός (ανθυπίατρος) υπηρέτησε και στη Λάρισα, όπου του δόθηκε η ευκαιρία να γνωρίσει τους ανθρώπους του κάμπου, να δει τη φοβερή καταπίεση των κολλήγων, να ακούσει και να συνομιλήσει με τις γυναίκες των χωριών για τις προλήψεις και τις δεισιδαιμονίες τους, για να τα χρησιμοποιήσει όλα αυτά στον αριστουργηματικό «Ζητιάνο» του.
Το 1922 σε ηλικία 57 ετών ο Ανδρέας Καρκαβίτσας μας άφησε από φυματίωση του λάρυγγα.
*Τάσος Πουλτσάκης
νευρολόγος - ψυχίατρος
1. ρουσούμπελη: επιδημία
2 πριόβολο: τσακμακόπετρα
3 παραμαγούλες: παρωτίτιδα
4. στυλίτη: μοναχός που μονάζει σε στύλο
5 στρόφος: συστροφή του εντέρου, ειλεός
6. ριζιμιό λιθάρι: η πέτρα η βυθισμένη στο χώμα
7 να αστερωθούν: να γεμίσουν αστέρια