Του Χρήστου Τσαντήλα
ΤΗ θεώρηση που άκουγα για το φαινόμενο της κοσμοπλημμύρας που συναντά κανείς στο κέντρο της Λάρισας, αλλά και όλων των μεγαλουπόλεων, την περίοδο της οικονομικής κρίσης, (όπου σχεδόν σε όλα τα καταστήματα σίτισης και καφέ δεν βρίσκεις ούτε... στασίδι να καθίσεις), μου την ανέτρεψε μια σκέψη, η οποία, σίγουρα αξιολογείται με λογική... Δεν μπορεί, όλοι αυτοί οι άνθρωποι, μικροί και (ιδίως οι) μεγάλοι σε ηλικία, που τρέχουν πέρα δώθε στους πεζόδρομους και δίνουν μάχες να «αράξουν» τα κορμιά τους στις καφετέριες (ας πληρώνουν τον καφέ όσο τρεις φραντζόλες ψωμί), κάπου θα πρέπει να έχουν κρύψει τις έγνοιες και τις σκοτούρες τους. Κάπου θα έχουν εναποθέσει τα προβλήματά τους. Τη σκασίλα τους. Δεν έχει λογική, τόση χαρά και τόση ευημερία, κάτι συμβαίνει εδώ. Φυσιολογικό πράγμα δεν το λες...
ΔΙΟΤΙ πώς αλλιώς να εξηγηθεί αυτό το... πανηγύρι, σε όλους τους δρόμους του κέντρου (και όχι μόνο), παραμονή Χριστουγέννων και Πρωτοχρονιάς, αλλά και σχεδόν καθημερινά, ιδιαίτερα όταν συμμαχεί σ’ αυτήν την ατέλειωτη... πασαρέλα και ο καλός καιρός; Προφανώς, τα δεινά που δημιούργησε σε όλες τις ελληνικές οικογένειες η παρατεταμένη οικονομική κρίση, θα έμειναν... σπίτι! Δεν μπορεί να τα κουβαλούν μαζί τους όλοι αυτοί οι άνθρωποι. Τα άφησαν στο σπίτι...
ΟΙ ΜΕΓΑΛΟΙ άφησαν σίγουρα χρέη, λογαριασμούς και δάνεια. Και μια υποβόσκουσα ανησυχία για την τύχη του μισθού τους και της σύνταξης, τα (ανταποδοτικά) αγαθά ζωής τα οποία έπεσαν στην γκιλοτίνα των μνημονίων, είτε αυτά ήταν πρασινογάλαζα είτε αμιγώς Σμυρναίικα! Άφησαν σπίτι τη στεναχώρια του αδικημένου εργάτη. Που του κλέβουν φανερά τους κόπους και τις θυσίες μιας ζωής και που, περιέργως πώς, δεν μπορεί να αντιδράσει. Γελούν, κάνουν τους χαρούμενους, τους ευτυχείς στο δρόμο. Αλλά από μέσα τους βράζουν από αγανάκτηση γι’ αυτά που τόσα χρόνια κέρδισαν με θυσίες, αλλά που έχασαν σε μια στιγμή!
ΟΙ ΜΙΚΡΟΤΕΡΟΙ και ειδικά οι εικοσιπεντάρηδες, που μπορούν να πιάσουν την πέτρα και τη στύψουν, οι πτυχιούχοι νέοι που στέρησαν τους γονείς τους για να σπουδάσουν, αφήνουν σπίτι την ελπίδα για δουλειά. Τη διάθεση για δημιουργία και τη λαχτάρα για προσφορά. Και στοιβάζονται στα καφέ στα μπαρ και στα ξενύχτια, περιμένοντας ίσως το επόμενο τρένο της μετανάστευσης σαν τα αποδημητικά πουλιά που ψάχνουν ζεστούς τόπους. Εδώ να σπουδάζουν, αλλά στην αλλοδαπή να πωλούν τις γνώσεις τους! Το απόλυτο κατάντημα της μάνας τους πατρίδας, το έγκλημα εποχής, που ξεπουλάει τα ίδια της τα παιδιά...
ΑΛΛΑ αυτό το ανθρώπινο ποτάμι που ποδογυρνά ασκόπως ιδίως τις παραμονές των μεγάλων εορτών στους πεζοδρόμους, και μπαινοβγαίνει αφηνιασμένο σε καφέ και εμπορικά, κάνοντας τους δανειστές μας να αμφιβάλουν για την ύπαρξη στη χώρα οικονομικής κρίσης, είναι μάλλον μια πολύ καλή περίπτωση που θα έπρεπε ίσως να απασχολήσει την επιστήμη της ψυχολογίας και τα πανεπιστήμια ψυχιατρικής, για έρευνες και διατριβές των φοιτητών τους… Χρειαζόμαστε επειγόντως ψυχανάλυση αν μη τι άλλο...