* Από τον Βασίλη Πλατή
Οι πρόσφατες δηλώσεις του Υπουργού Παιδείας, Έρευνας και Τεχνολογίας κ. Νίκου Φίλη περί εθνοκάθαρσης των Ποντίων και η «θύελλα» αντιδράσεων που ξεσήκωσαν επανέφεραν στο προσκήνιο το ζήτημα της αμφισβήτησης της εθνικής (εθνοκεντρικής) ιστορίας, δηλαδή της επίσημης εκδοχής της ιστορίας που διδάσκεται στο ελληνικό σχολείο.
Είναι γεγονός ότι τις δύο τελευταίες κυρίως δεκαετίες διάφοροι ιστορικοί που κατά καιρούς έχουν αποκληθεί ως «αποδομητές» της εθνικής ταυτότητας και του εθνικού κράτους αμφισβήτησαν την εγκυρότητα ιστορικών πληροφοριών που καταγράφηκαν σε σχολικά εγχειρίδια ιστορίας ακόμη και του πολύ πρόσφατου παρελθόντος της ελληνικής εκπαίδευσης.
Η κριτική των ιστορικών αυτών, μεταξύ άλλων, εστιάστηκε σε μια σειρά από ιστορικά ατεκμηρίωτες αναφορές, όπως, για παράδειγμα, το ρόλο του κρυφού σχολειού στη μόρφωση και την πνευματική καλλιέργεια των υπόδουλων Ελλήνων, η ύπαρξη του οποίου, όμως, μαρτυρείται από το γνωστό πίνακα ζωγραφικής που φιλοτέχνησε ο Νικόλαος Γύζης το 1886, ή για την «αφύπνιση» της Εκκλησίας, των Φαναριωτών και των κοτζαμπάσηδων και τη συμμετοχή τους στην Ελληνική Επανάσταση του 1821, φορέων, ωστόσο, που σύμφωνα με την ακαδημαϊκή έρευνα αρχικά προέβαλαν αντιδράσεις στο όλο εγχείρημα αλλά στην πορεία συστρατεύτηκαν υπό το βάρος και των στρατιωτικών εξελίξεων.
Βέβαια, σε κάποιες περιπτώσεις, οι παραπάνω ιστορικοί απεκδύθηκαν και εκείνοι τα πορίσματα της επιστημονικής έρευνας για να υπηρετήσουν όμως άλλου είδους σκοπιμότητες, όπως θα διαφανεί στη συνέχεια. Η αναφορά, για παράδειγμα, του «συνωστισμού» των Μικρασιατών Ελλήνων στην προκυμαία της Σμύρνης κατά τις μαρτυρικές μέρες του Αυγούστου 1922 σε σχολικό εγχειρίδιο της ΣΤ΄ Δημοτικού ασφαλώς και δεν απηχεί την ιστορική αλήθεια.
Γίνεται, λοιπόν, φανερή η ύπαρξη δύο εκδοχών της επίσημης ιστορίας, καθεμιά από τις οποίες έχουν υιοθετήσει οι ιστορικοί ανάλογα με την ιδεολογία και τα «πιστεύω» τους. Η εθνική ιστορία, από τη μια, δημιούργημα της εποχής του Ρομαντισμού με σκοπό να υπηρετήσει τις επιδιώξεις του έθνους-κράτους, εμπεριέχει αναφορές («εθνικούς μύθους») που έχουν ανατραπεί από την ιστορική έρευνα, οι οποίες όμως κρίθηκαν απαραίτητες σε διάφορες φάσεις από την ελληνική πολιτεία προκειμένου να εφοδιάσει τους μελλοντικούς πολίτες με στοιχεία συλλογικής «εθνικοφροσύνης» και «πατριωτισμού».
Από την άλλη, οι οπαδοί της «διεθνιστικής» («εθνοαποδομητικής») ιστοριογραφίας έχουν εργαλειοποιήσει σε κάποιο βαθμό την επίσημη ιστορία επιχειρώντας ακόμη και «λείανση» ιστορικών γεγονότων ώστε να μην αναπαραχθούν αρνητικά στερεότυπα του παρελθόντος ικανά να εκτρέψουν τα σύγχρονα κράτη από το δρόμο της ειρήνης και της συνεργασίας.
Κατά συνέπεια, μπορεί οι «εθνικοί μύθοι» να κρίνονται αναγκαίοι για τη διατήρηση των σύγχρονων κρατών όπως και η κατασίγαση των ιστορικών παθών για την οικοδόμηση ενός ασφαλούς κοινού μέλλοντος, ωστόσο, αδήριτη είναι η ανάγκη να διδάσκεται στο σχολείο η καθαρή ιστορική αλήθεια όπως αυτή αναδεικνύεται από την επιστημονική έρευνα σε πρωτογενείς πηγές• ή, καλύτερα, να ανακαλύπτουν οι ίδιοι οι μαθητές την ιστορική αλήθεια μέσω της διερευνητικής μάθησης καθοδηγούμενοι και ενθαρρυνόμενοι από τους δασκάλους τους. Την ανάγκη αυτή προβάλλουν άλλωστε οι ίδιοι, καθώς ήδη από καιρό έχουν αρχίσει να αμφισβητούν την «αυθεντία» και τις καλές προθέσεις των μεγαλύτερων.
Ο Βασίλης Πλατής, είναι φιλόλογος-δρ. Ιστορίας Α.Π.Θ.