Ήταν αρχές Σεπτέμβρη του 1951, λίγο πριν τελειώσουν οι διακοπές του καλοκαιριού, όταν πρωτοείδα τον Χρήστο στην πλατεία της Μακρινίτσας. Όλα τα αλάνια είχαμε σταματήσει τα παιχνίδια μας και θαυμάζαμε έναν παλίκαρο που τον βομβάρδιζαν άλλοι τρεις λεβέντες με μια μπάλα. Απέκρουε και έπιανε όλες τις μπαλιές πέφτοντας επάνω στο πλακόστρωτο σαν να ήταν από λάστιχο.
«Ρε σεις, αυτός είναι ο Κλέτσας ρε, ο τερματοφύλακας του Ολυμπιακού» φώναξε ένας μεγαλύτερος που διάβαζε εφημερίδα. Αυτό ήταν, η πιστιρικάδα τρελάθηκε και μαζί τους φυσικά κι εγώ. Δύο βδομάδες αργότερα άρχισε το σχολείο και εγώ, ακόμα μαθητής του Δημοτικού, φορτωμένος με μια τσάντα βαρύτερη από μένα έφτανα στην Παπακυριαζή, που ήταν τότε το Λύκειο Μπόκαρη. Μπροστά στο λύκειο είχε μόλις σταματήσει ένα ποδήλατο και κατέβαινε από αυτό ο Χρήστος Κλέτσας. Αλαφιασμένος πετάχτηκα και του φώναξα αυθόρμητα «Εσένα σε ξέρω. Σε είδα στη Μακρινίτσα. Είσαι ο Κλέτσας». Με χάιδεψε γελώντας στο κεφάλι και με ρώτησε: «Κι εσένα πώς σε λένε αγοράκι μου;» «Μιχάλη κύριε» του είπα.
«Εντάξει Μιχαλάκη, μικρός βέβαια μου φαίνεσαι αλλά μπορεί να γίνεις και μαθητής μου. Εγώ, βλέπεις, είμαι καθηγητής Γυμναστικής». Από τότε λοιπόν ήμουν πάντα ο «Μιχαλάκης» του.
Το τι έγινε στη συνέχεια, μόλις χτύπησε το κουδούνι, δεν περιγράφεται. Μικροί και μεγάλοι χειροκροτούσαμε τον νέο γυμναστή του σχολείου, τον τερματοφύλακα του Ηρακλή και του Ολυμπιακού. Μας κέρδισε από την αρχή όλους.
Τους λίγους μήνες που έμεινε, πριν τον πάρουν για φαντάρο, έκανε τόση δουλειά με τους μεγάλους του Γυμνασίου, που έγινε το ίνδαλμα όλων μας. Θυμάμαι πολύ καλά τη συγκίνηση και το κλάμα που έπεσε στον σταθμό όταν τον ξεπροβοδίσαμε. Με μισή καρδιά πηγαίναμε πια στο σχολείο, γιατί μας έλειπε πια ο δάσκαλος.
Ευτυχώς, τρία χρόνια αργότερα και ενώ ήμασταν πια και εμείς οι μικροί μαθητές στο Γυμνάσιο, επαναλήφθηκε ένα ωραιότατο πρωινό πάλι ο ίδιος πανζουρλισμός.
Ο Κλέτσας! Γύρισε κοντά μας ο δάσκαλος! Ο ενθουσιασμός όλων μας ήταν αφάνταστος.
Άρχισε λοιπόν πάλι η σκληρή, αλλά ακούραστη δουλειά του Χρήστου μας και χρόνο με τον χρόνο αυξάνονταν και οι δικές μας εμπειρίες, επιτυχίες και αξέχαστες αναμνήσεις μαζί του.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ μου την πρώτη φορά που με έβαλε πρώτο να πηδήξω με το νέο εφαλτήριο κάνοντας τούμπα στον αέρα πάνω από τον ίππο. «Μπορείς Μιχαλάκη, μπορείς», μου έδωσε κουράγιο βλέποντας ότι δίσταζα μπρος στο καινούργιο αυτό φρούτο της ενόργανης Γυμναστικής. Μπόρεσα λοιπόν Χρήστο μου με τη βοήθειά σου και μπόρεσα πολλά πράγματα ακόμα με την αυτοπεποίθηση που με βοήθησες να αποκτήσω. Μπάσκετ, ποδόσφαιρο, βόλεϊ, παρελάσεις με το τμήμα ακριβείας, κλασικός αθλητισμός, ελεύθερη σουηδική γυμναστική από μνήμης, ενόργανη γυμναστική, μας έμαθες αλήθεια πρωτόγνωρα πράγματα για την εποχή μας.
Άφησα τελευταία την αγάπη σου που μας μετέδωσες για τους ελληνικούς χορούς γιατί πράγματι, αυτές ήταν για όλους μας οι ωραιότερες στιγμές που περάσαμε μαζί σου. Μας έμαθες να αγωνιζόμαστε ντόμπρα, παλικαρίσια αλλά χωρίς αλαζονεία. Μας ζητούσες να είμαστε ειλικρινείς και να αναλαμβάνουμε τις ευθύνες μας. Δεν ήσουν για τους μαθητές σου μόνο ο καθηγητής γυμναστικής. Ήσουν για μας πραγματικός δάσκαλος σώματος, πνεύματος και ψυχής.
Πολλές γενιές; όχι μόνο από το λύκειο του Μποκαρη, είχαμε την ευτυχία να σε έχουμε καθηγητή και φίλο. Γεμάτος λοιπόν ο Άγιος Νικόλαος από μαθήτριες και μαθητές σου και από αγαπημένους φίλους, ιδιαίτερα του αθλητισμού, που ήρθανε κοντά σου για τον τελευταίο ασπασμό.
Εγώ, ανάμεσα τους, πικραμένος, πονεμένος αλλά και στενοχωρημένος που δεν μπόρεσα να βρω τη δύναμη να εκπληρώσω την επιθυμία που μου είχες εμπιστευτεί. Δεν μπόρεσα Χρήστο μου να σε αποχαιρετίσω με τα λόγια μου εκείνη τη δύσκολη ώρα. Ήξερα απλά ότι θα με παίρνανε τα κλάματα σαν μικρό παιδί και δεν θέλησα μ' αυτή μου την αδυναμία να πονέσω ακόμη περισσότερο την αγαπημένη σου Στέλλα, τα αγαπημένα στου κορίτσια, αγόρια, εγγόνια και δισέγγονα. Εύχομαι ολόψυχα ο Κύριος να τους δώσει τη δύναμη να αντέξουν τον πόνο του αποχωρισμού από τον αγαπημένο τους.
Ελπίζω έστω τα γραπτά μου αυτά λόγια να εκφράσουν την αγάπη μου για σένα και όλη σου την οικογένεια και τον πόνο μου που σε έχασα αγαπημένε μου δάσκαλε.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που σε σκέπασε Χρήστο μου, κι ας δώσει ο Μεγαλοδύναμος να σε ξανασυναντήσω στην επόμενη ζωή. Ποιος ξέρει, ίσως σαν μαθητούδι πάλι με τη βαριά ασήκωτη σάκα μου.
Καλή αντάμωση Χρήστο μου!
Με αγάπη Μιχάλης Κίττας