Οι ευρωεκλογές της 7ης Ιουνίου 2009 πέρασαν πια στην ιστορία, και τα αποτελέσματά των (απόλυτοι και σχετικοί αριθμοί), μαζί με τις αλλεπάλληλες δημοσκοπήσεις και τα exit polls θα αποτελούν στο εξής το νέο υλικό των εταιριών δημοσκοπήσεων για τα μελλοντικά τους γκάλοπ. Ας δούμε, όμως, κάποια συμπεράσματα, χωρίς να τα αλλοιώνει κάποιος σκόπιμος πολιτικός λόγος, που ίσως περάσουν απαρατήρητα ή που ίσως τα αγνοήσουν οι επίσημοι απολογισμοί των κομμάτων.
Συμπέρασμα 1ο. Το πλαφόν του 3%, που ισχύει από το 1994 για τα μικρά κόμματα, προκειμένου να μπουν στη δεύτερη κατανομή του βουλευτικών εδρών, αυτό που το 1994 στέρησε την έδρα από τη ΔΗΑΝΑ του Κωστή Στεφανόπουλου, για να την προσθέσει στη Νέα Δημοκρατία, αυτό που το 1999 στέρησε την έδρα από την Πολιτική Άνοιξη του Αντώνη Σαμαρά για να την προσθέσει στο Κ.Κ.Ε., αυτή τη φορά στερεί την έδρα από τον Στέλιο Παπαθεμελή του ΠΑΜΜΕ για να την προσθέσει στη Νέα Δημοκρατία. Τι θα πείραζε, δηλαδή, αν αντί του κ. Ιωάννη Τσουκαλά, του 8ου ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, θα πήγαινε στην ευρωβουλή ο «μακεδονομάχος» Στέλιος Παπαθεμελής; Πόσο περισσότερο θα κλόνιζε τη σταθερότητα της κυβέρνησης ή πόσο περισσότερο θα δυσκόλευε τη λήψη των αποφάσεων στην ευρωβουλή; Αυτή η μικρή στρέβλωση της ισχύουσας απλής αναλογικής περνά απαρατήρητη, γιατί σίγουρα δεν θίγει κανένα από τα υπάρχοντα, ήδη, ελληνικά κόμματα στην ευρωβουλή.
Συμπέρασμα 2ο. Η μάχη κατά του δικομματισμού, που δίνουν, θεωρητικά πάντα, τα κόμματα της αριστεράς, δεν απέδωσε. Ο δικομματισμός δεν ηττήθηκε, ούτε καν πληγώθηκε. Ανήλθε στο 69%, όσο ήταν ακριβώς και το 1999. Είχε ανέλθει, φυσικά το 2004 (ευρωεκλογές) στο 77% και το 2007 (εθνικές εκλογές) στο 80%. Όμως εικοσιοκτώ ολόκληρα χρόνια η «λυσσαλέα» μάχη κατά του δικομματισμού το μόνο που κατάφερε να κάνει ήταν, να τον μειώσει από το 71,5 % που ήταν το 1981, στις πρώτες ευρωεκλογές, στο 69% που ανήλθε το 2009. Φυσικά αυτό δεν θα αναφερθεί στις πολιτικές εκτιμήσεις των κομμάτων της αριστεράς. Αυτά θα εξακολουθούν να μιλούν για τα χτυπήματα που καταφέρανε στο τέρας και για την ασταμάτητη πάλη με τα κύματα.
Συμπέρασμα 3ο. Ο πόλος της δεξιάς (συνυπολογίζοντας ολόκληρη την «πολυκατοικία» του κ. Καρατζαφέρη: τον Αντώνη Σαμαρά, τον Στέφανο Μάνο και κυρίως τον Γιώργο Καρατζαφέρη) ανήλθε και πάλι στο 40%, όσο δηλαδή ήταν το 1999, αφού εν τω μεταξύ σκαρφάλωσε στο 47% το 2004 (ευρωεκλογές) και στο 46% το 2007 (τις τελευταίες εθνικές εκλογές). Αυτή η μείωση, όμως, που επανέφερε τα ποσοστά του δεξιού πόλου στα προ δεκαετίας επίπεδα, δεν εισπράχθηκε ούτε από το ΠΑΣΟΚ, ούτε από την αριστερά, αλλά διοχετεύθηκε στους οικολόγους-πράσινους και στα μικρότερα κόμματα. Έτσι, λοιπόν, και η αριστερά και κεντροαριστερά, θα μπορούσαν στους απολογισμούς των να μιλάνε για μια χαμένη δεκαετία, αφού δεν μπόρεσαν να εισπράξουν την αναπόφευκτη φθορά μιας κλυδωνιζόμενης κυβέρνησης.
Συμπέρασμα 4ο. Περίπου ένα εκατομμύριο Ελληνες ψηφοφόροι, που ενώ στις προηγούμενες ευρωεκλογές του 2004 προσήλθαν να ψηφίσουν, αρνήθηκαν να το πράξουν αυτή τη φορά. Η Νέα Δημοκρατία έχασε 980.000 ψήφους, ήτοι το 37% των ψηφοφόρων της. Το ΠΑΣΟΚ έχασε 200.000 ψήφους, ήτοι το 10% των ψηφοφόρων του και η αριστερά έχασε 165.000 ψήφους, ήτοι το 20% των ψηφοφόρων της. Τα μόνα κόμματα που εξήλθαν νικηφόρα αυξάνοντας και σε ποσοστό, αλλά και σε ψήφους τη δύναμή τους, ήταν ο ΛΑΟΣ και οι Οικολόγοι Πράσινοι. Ο ΛΑΟΣ αύξησε κατά 45% τους ψηφοφόρους του (κατά 115.000 ψηφοδέλτια) και κατά 73% το εκλογικό του ποσοστό, ενώ οι Οικολόγοι Πράσινοι αύξησαν τους ψήφους των κατά 138.000 και εκτίναξαν το πενιχρό 0,7% του 2004 στο 3,5% του 2009.
Συμπέρασμα 5ο. Η μεγάλη άνοδος των χριστιανοδημοκρατών και των ακροδεξιών ευρωσκεπτικιστών στο ευρωπαϊκό κοινοβούλιο, με ταυτόχρονη πτώση και των σοσιαλιστών και της ευρωπαϊκής αριστεράς, μας οδηγεί αναγκαστικά στο συμπέρασμα, πως η οικονομική κρίση και η ανεργία, προϊόντα του καπιταλιστικού συστήματος και της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, δεν οδήγησαν, όπως θα περίμενε κανείς, στην αμφισβήτηση του συστήματος. Τα σοσιαλιστικά κόμματα και τα κόμματα της ευρωπαϊκής αριστεράς στάθηκαν ανίκανα να προτείνουν αξιόπιστες εναλλακτικές λύσεις και οι Ευρωπαίοι πολίτες πίστεψαν, πως η ίδια η νεοφιλελεύθερη πολιτική, αυτή που γέννησε τη χρηματοπιστωτική και γενικότερα την οικονομική κρίση, αυτή που γέννησε και συντηρεί την ανεργία, αυτή η ίδια είναι ταυτόχρονα και ικανή να τα διαχειριστεί, να τα αντιμετωπίσει και να δώσει τις πολυπόθητες λύσεις.
Αυτά είναι σε γενικές γραμμές τα συμπεράσματα των φετινών ευρωεκλογών, που βγαίνουν μέσα από μια προσεκτική ανάγνωση των αριθμών. Κι όμως, παρακολουθώντας από τον καναπέ τις δηλώσεις των κομμάτων και των αρχηγών των ή των εκπροσώπων των νομίζεις, πως το καθένα ζει στον κόσμο του, στη δική του εικονική πραγματικότητα. Η Νέα Δημοκρατία σου δημιουργεί την εντύπωση, πως μειώθηκαν τα ποσοστά της μόνο και μόνο, γιατί οι ψηφοφόροι της απλά επέλεξαν να πάνε για μπάνιο εκείνη την ημέρα, εκφράζοντας έτσι την πίκρα και τη διαμαρτυρία τους. Η λύση; Σκληρή δουλειά από την επομένη για να τους ξαναφέρει πίσω.
Το ΠΑΣΟΚ βλέπει, πως ενώ το 2007 βρισκόταν πίσω από τη Νέα Δημοκρατία 3,7 μονάδες, τώρα προηγείται κατά 4,4 μονάδες, ήτοι έκανε ένα άλμα πάνω από το 8%. Έτσι παρά το ότι έχασε το 10% της εκλογικής του δύναμης και ξεχνώντας, ότι προεκλογικά θέλησε να προσδώσει στις εκλογές ένα χαρακτήρα δημοψηφίσματος, τώρα είναι ευχαριστημένο, γιατί τα ποσοστά το οδηγούν οσονούπω στην εξουσία, με ή χωρίς αυτοδυναμία.
Το Κ.Κ.Ε. είναι κι αυτό ευχαριστημένο. Έχασε από το 2007 155.000 ψήφους, έχασε έναν ευρωβουλευτή, αλλά παρ΄ όλα αυτά είναι κι αυτό ικανοποιημένο, γιατί το ποσοστό του ανέβηκε κατά 0,2% από το 2007, παρότι το κακό «πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο το πολέμησαν σκληρά και με προβοκάτσιες».
Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι σίγουρα στεναχωρημένος, αλλά παρ’ όλα αυτά δεν χάνει την ελπίδα. Θα κάνει την αυτοκριτική του, ως είθισται, θα ξαναβρεθεί στην πρώτη γραμμή των αγώνων, όπως πάντα, θα δει ρωγμές στον δικομματισμό, θα επιμείνει στην αγωνιστική του πολιτική, σίγουρα έφταιξε η εσωκομματική αντιπολίτευση, ίσως αναλάβουν και κάποια πολιτική ευθύνη. Θα νιώσει, όμως, κανείς και λίγη ντροπή, που θα τον οδηγήσει να πει: ναι έφταιξα και παραιτούμαι;
Κι ενώ όλα αυτά είναι το σκηνικό της επόμενης μέρας, ας προσθέσω κάποιες προσωπικές μου απόψεις:
1. Ήμουν, από αυτούς που πήγαν να ψηφίσουν. Είμαι εναντίον της αποχής, του άκυρου, ακόμη και του λευκού, (από τη στιγμή, που δεν προσμετριέται στα έγκυρα). Όταν, όμως, ακούω στην τηλεόραση πολλούς πολιτικούς αστέρες, να λιθοβολούν τη στάση της αποχής, να λένε, ότι οι απέχοντες δεν πρέπει να έχουν στο εξής το δικαίωμα της κριτικής και της διαμαρτυρίας, όταν αρνούνται από την επιλογή της αποχής τον πολιτικό της χαρακτήρα, όταν διατυμπανίζουν, ότι η επιλογή ενός αισθησιακού τριήμερου από τη βασανιστική επιλογή της ψήφου, είναι μια μη πολιτική στάση, όταν, δηλαδή, θεωρούν, ότι πολιτική στάση είναι μόνο η προσέλευση στην κάλπη, ενδεδυμένη με μια μαρτυρική καρτερία ή με μια μοναστική
υπομονή, τότε, λοιπόν, ανησυχώ πολύ.
2. Απουσιάζει από τα κόμματα, ο ευθύς, ο οξύς, ο καθαρός λόγος, ο λόγος χωρίς στρογγυλέματα, χωρίς γενικεύσεις και θεωρίες. Ακόμα και οι Οικολόγοι Πράσινοι, ίσως από απειρία, θολώνουν τον πολιτικό τους λόγο, προσπαθούν να του δώσουν έναν απολογητικό χαρακτήρα, να αποκρύψουν κάποιες δήθεν σκοτεινές γωνιές του. Το μόνο κόμμα, που εκφράζει χωρίς περιστροφές και με σταράτο λόγο τις πολιτικές του απόψεις είναι ο ΛΑΟΣ. Φυσικά, δεν μπορούμε να μην αναγνωρίσουμε με πόση περισσή χάρη και δεξιοτεχνία ο κ. Καρατζαφέρης, ισορροπεί τις ρατσιστικές και ακροδεξιές τάσεις πολλών στελεχών του με τα κοινωνικά αιτήματα του κόσμου, ή με πόσο θράσος μεταλλάσσει τον εθνικισμό κι έναν θρησκόληπτο συντηρητισμό σε σύγχρονα εθνικά αιτήματα, αλλά πολλά άμεσα κοινωνικά ζητήματα, όπως τη μετανάστευση, την εγκληματικότητα και την ανεργία, τα αντιμετωπίζει με έναν ξεκάθαρο λόγο.
3. Ο δικομματισμός δεν τρέφεται από τα κόμματα εξουσίας, αλλά από τα κόμματα, που έχουν αφαιρέσει από τους στόχους των την προοπτική της εξουσίας.
Η ανανεωτική αριστερά διατυπώνει έναν απλοϊκό και θολό πολιτικό λόγο, που δεν πείθει. Διαμαρτύρεται, αντιτίθεται, αγωνίζεται, φωνάζει, αλλά ο λόγος της δεν είναι ευθύς, σταράτος, δεν δίνει διέξοδα στα προβλήματα του κόσμου. Αλλά από κάπου εδώ, θα μπορούσε ίσως να ξεκινήσει μια πολύ μεγάλη συζήτηση.