* Του Δρα Ζήση Δ. Λυγούρα, πρ. Δ/ντή Α΄/βάθμιας Εκπ/σης ν. Λάρισας, πρ. Νομαρχιακού Συμβούλου
Η οικονομική κρίση απέδειξε πως η οικονομική ιστορία δεν ακολουθεί μία γραμμική εξέλιξη, αλλά παρουσιάζει εναλλαγές και εναλλασσόμενες κατευθύνσεις, με τη μορφή της τεθλασμένης γραμμής.
Η ανάπτυξη ακολουθείται από την ύφεση, τον κύκλο της αναγέννησης, διαδέχεται ο κύκλος της φθοράς, ενώ τη θέση της ποικιλόμορφης και ποικιλότροπης ανόδου παίρνει η οδυνηρή για τους πολλούς, θεαματική οικονομική πτώση.
Η ανάπτυξη και η ύφεση, οι κύκλοι της αναγέννησης και της ανόδου καθώς και εκείνοι της φθοράς και της πτώσης δεν πρέπει να θεωρούνται τυχαία γεγονότα, που οφείλονται στις επιδράσεις κάποιων απροσδιόριστων δυνάμεων, ενός αυτόματου πιλότου, όπως συνηθίζεται να λέγεται. Αντίθετα μάλιστα, τα γεγονότα αυτά θα πρέπει να γίνονται αντιληπτά και να ερμηνεύονται με βάση τις μορφές και τους τρόπους άσκησης της πολιτικής και της οικονομικής εξουσίας.
Ο τρόπος άσκησης της πολιτικής και της οικονομικής εξουσίας άλλοτε ευνοεί τη διεύρυνση του πλούτου των ολίγων και μειώνει δραστικά το ποιοτικό επίπεδο της ζωής των πολλών. Άλλοτε δίνει την αίσθηση πώς ο καθένας μπορεί να είναι συμμέτοχος του παραγόμενου πλούτου, αρκεί να το θελήσει και να το προσπαθήσει. Και τέλος, ενίοτε το σύστημα επικαλείται το ενδιαφέρον του για τον άνθρωπο, για να διακηρύξει την ανακατανομή του πλούτου και την ίση συμμετοχή όλων, σε όλες τις πολιτικές, τις οικονομικές και τις κοινωνικές διεργασίες.
Σε όλες τις μορφές και τους τρόπους άσκησης της εξουσίας ενυπάρχει «εν δυνάμει» η σύγκρουση ως αντίθεση σ' αυτό, που ισχύει και κυριαρχεί.
Η σύγκρουση λειτουργεί συσσωρευτικά, συγκεντρώνει μέσα της ένα δυναμικό, που επιζητά την έξοδο, το ξέσπασμα, την έκρηξη.
Σε ατομικό επίπεδο η σύγκρουση προκαλείται, όταν υπάρχει χάσμα μεταξύ της επιθυμίας της προσδοκίας και της πραγματικότητας, γεγονός, που διαταράσσει την ψυχοπνευματική ισορροπία του ατόμου και δημιουργεί προβλήματα στο ίδιο και στο κοινωνικό του περιβάλλον.
Σε κοινωνικό επίπεδο η σύγκρουση εκδηλώνεται όταν το σύστημα εξουσίας με τον τρόπο λειτουργίας του δημιουργεί πολλαπλές και ποικιλόμορφες ανισότητες μεταξύ των μελών του κοινωνικού συνόλου, πράγμα, που οδηγεί σε κοινωνικές εκρήξεις και κοινωνικές εξεγέρσεις.
Η κοινωνική σύγκρουση δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι τυφλή και να εκδηλώνεται με τη βία και τις καταστροφές, αλλά θα πρέπει να διακρίνεται για το οραματικό της περιεχόμενο και να εκφράζει την προοπτική για έναν άλλο τρόπο ζωής για μια αλλαγή προς το καλύτερο.
Αυτό, για να συμβεί, θα πρέπει η κοινωνική σύγκρουση, κατά το στάδιο της συσσώρευσης να φιλτράρει τις δυνάμεις, που τη διέπουν. Πρέπει να προχωρήσει στην αυτοκάθαρση από τις δυνάμεις, που επιζητούν στα τυφλά «τη σύγκρουση, για τη σύγκρουση» και να περιορισθεί στις δυνάμεις, που εκφράζουν και προβάλλουν συγκεκριμένες θέσεις και επιχειρήματα και επιζητούν τη «δημιουργική σύνθεση» με τις υφιστάμενες κοινωνικές συνθήκες.
Η ιστορία της ανθρώπινης δημιουργίας είναι γεμάτη από κοινωνικές συγκρούσεις, οι οποίες είτε με τη μορφή των επαναστάσεων των μεταρρυθμίσεων ή της τυφλής βίας ανέτρεψαν πολιτικά συστήματα και προκάλεσαν θετικές ή αρνητικές εξελίξεις για τον άνθρωπο και το κοινωνικό σύνολο.
Στην παρούσα χρονική περίοδο, όπου η οικονομική ύφεση κυριαρχεί, η σύγκρουση ελλοχεύει παντού.
Σε ατομικό επίπεδο οδηγεί τον (τους) άνθρωπο (-ους) όχι μόνο «στον αυτοκτονικό ιδεασμό» αλλά και σε πράξεις αυτοκτονίας. Σε κοινωνικό επίπεδο η συσσώρευση του θυμού, της οργής, από τη ματαίωση. Την εργασιακή και την κοινωνική ανασφάλεια καθιστούν αναπόφευκτη την κοινωνική σύγκρουση, με απρόβλεπτες για όλους μας εξελίξεις.
Η πολιτική και η οικονομική εξουσία καλείται επειγόντως να παρέμβει και να βρει αποτελεσματικά μέσα και τρόπους εκτόνωσης των δυνάμεων της κοινωνικής σύγκρουσης.
Το πολιτικό και το οικονομικό σύστημα θα πρέπει να βρει τρόπους και μεθόδους, για να μετατρέψει τις δυνάμεις της κοινωνικής σύγκρουσης σε δημιουργική σύνθεση. Προσδίνοντας διαφορετικό περιεχόμενο στις επιλογές και τις δράσεις του.
Οι επιλογές και οι δράσεις του συστήματος θα πρέπει να αποστασιοποιηθούν από την οικονομία της αγοράς και να θεσπίσουν τους κανόνες της κοινωνικής δικαιοσύνης.
Η πολιτική της κοινωνικής δικαιοσύνης εκφράζει την προοπτική της θεσμικής λειτουργίας της πολιτείας προς την κατεύθυνση της ευνομίας, της ισοτιμίας της κοινωνικής αλληλεγγύης, της διασφάλισης της αειφόρου ανάπτυξης, που θα συνοδεύεται από τη δίκαιη ανακατανομή του πλούτου.
Η πολιτική της κοινωνικής δικαιοσύνης προϋποθέτει ένα κράτος ισχυρό, αδιάφθορο και δίκαιο, που προαντιλαμβάνεται τις εξελίξεις και παρεμβαίνει, για να διαφυλάξει τη συλλογικότητα και την κοινωνική συνοχή και να διασφαλίσει την ίση συμμετοχή όλων στον πλούτο και τα πολιτικά, τα οικονομικά και κοινωνικά δρώμενα.
Η διασφάλιση των ίσων ευκαιριών για όλους και σε όλες τις ανθρώπινες δραστηριότητες στην εποχή της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, που διεύρυνε ακόμη περισσότερο τις οικονομικές ανισότητες αντί να κάνει πράξη τη δίκαιη ανακατανομή του πλούτου, πρέπει να αποκτήσει οικουμενικό χαρακτήρα.
Η διεθνής κοινότητα, αντί να ψάχνει για «αποδιοπομπαίους τράγους» για να χρεώσει την αποτυχία της λειτουργίας της οικονομίας της αγοράς, θα πρέπει να αντλήσει τα πολύτιμα διδάγματα από το παρελθόν, να μάθει από τα λάθη της και να επιχειρήσει να διαμορφώσει τις νέες συνθήκες της πολιτικής, της οικονομικής και της κοινωνικής ζωής.
Στις νέες συνθήκες το ατομικό θα πρέπει να δώσει τη θέση του στο συλλογικό.
Η νέα συλλογικότητα θα εκφράζει την ένωση, τη συναδέλφωση των λαών και των διαφορετικών πολιτισμών και όχι απλά να είναι μια οικονομική ένωση, με τη μορφή της παγκοσμιοποιημένης οικονομικής εταιρίας.
Η νέα οικουμενική συλλογικότητα θα αξιοποιεί θετικά και δημιουργικά τη δυναμική «των κοινωνικών συγκρούσεων», θα επιδιώκει τη δημιουργική σύνθεση αυτής με τις δυνάμεις της πολιτικής, της οικονομίας και της κοινωνίας και θα στοχεύει στη διαμόρφωση της θεσμικής λειτουργίας του συστήματος, που θα διέπεται από τις αρχές, τις αξίες και τους κανόνες της πολιτικής της κοινωνικής δικαιοσύνης.