Οι εποχές όπου οι κοινωνίες διαχώριζαν τα πάντα σε άσπρο-μαύρο παρήλθαν, όμως τα περισσότερα φαίνονται να ευθυγραμμίζονται πλέον στο γκρίζο. Εν μέσω μιας πολιτικής και δημοσιογραφικής Οδύσσειας, η χρονίζουσα και προφανής ακαταλληλότητα της εκάστοτε εξουσίας, πλήττει την αβάσταχτη ελαφρότητα μιας παρακμής που αρχίζει να γίνεται επικίνδυνη. Μόλις πριν από τρία χρόνια, ο βουλευτής της Ν.Δ. κ. Πολύζος είχε διαγραφεί από την παράταξή του, επειδή τόλμησε να αποφανθεί ότι συμπτώματα διαφθοράς υπάρχουν σε όλο το πολιτικό φάσμα, χωρίς να εξαιρέσει το γαλάζιο! Ωστόσο, σήμερα, σε πλήρη αντίθεση μ’ εκείνες τις «πρακτικές» της μηδενικής ανοχής, η κυβέρνηση, κουρασμένη, έφτασε μέχρι στην άρνηση της παραπομπής πρώην υπουργού της για τον οποίο υπάρχουν - τουλάχιστον - υποψίες διαφθοράς...
Αξιοποιώντας τη διεθνή κρίση κατά το δοκούν, οι κυβερνώντες μιλούν διαρκώς στην καταθλιπτική γλώσσα των διογκωμένων προβλημάτων, έχοντας παραλάβει «καμένη γη» από τους προκατόχους τους. Οι ίδιοι ωστόσο δεν δείχνουν να αλλάζουν στάση ούτε να εφαρμόζουν καμία λιτότητα. Διερωτάται κανείς μάλιστα, για το ότι οι περισσότεροι πολυπράγμονες διοικούντες βρίσκουν το χρόνο να εμφανίζονται καθημερινά στα κανάλια και στις κοσμικές εκδηλώσεις. Είναι κι αυτή μια ένδειξη ότι δεν ασχολούνται επαρκώς με το αποκλειστικό καθήκον της διοίκησης που τους έχει αναθέσει ο λαός...
Όλα όμως κινούνται στην επικοινωνία, στο φαίνεσθαι. Και η επικοινωνιακή εικόνα της κυβέρνησης επικεντρώνεται διαρκώς στην εμφάνιση (εν μέσω μακρών απουσιών) ενός πρωθυπουργού που μονίμως δείχνει αποφασισμένος να λάβει πρωτοβουλίες, άλλοτε εμφανίζεται οργισμένος κι απογοητευμένος ενώ πρόσφατα δήλωσε και κουρασμένος. Πρόκειται για μια εικόνα την οποία συμπληρώνουν οι φιλοδοξίες λαλίστατων δελφίνων αλλά και οι λαϊκισμοί τύπου Ψωμιάδη. Όλοι τους, εμμέσως απειλούν την ίδια τους την παράταξη για να δείξουν την ισχύ τους ενώ «ευθέως» κατηγορούν αόριστα κέντρα χειραγώγησης της εξουσίας. Ωστόσο, ποτέ δεν παραλείπουν να δηλώνουν την υποταγή τους στον (καταλληλότερο) πρωθυπουργό, προσπαθώντας να τον κρατήσουν μακριά από κάθε ευθύνη (τους). Είναι κάτι που προσομοιώνει το νεοελληνικό παράδοξο-παράπονο τύπου Καζαντζίδη: είναι μια γραφική αιτιολογία-αυτοπαγίδευση στο ότι πάντα κάποιοι άλλοι φταίνε ή συνωμοτούν εναντίον μας. Έτσι, τίποτα δεν προχωρά και τα προβλήματα αναπαράγονται μαζί με την εθνική μας κακομοιριά...
Η πραγματικότητα εκδικήθηκε όσους με ηθικολογίες και εξαγγελίες περί νέου πολιτικού ήθους, σεμνότητας και ταπεινότητας, βρέθηκαν μπροστά στην ενοχή διαφόρων εκπροσώπων της εξουσίας, επιβεβαιώνοντας για μια ακόμα φορά, ότι είναι πολύ δύσκολη η ισορροπία μεταξύ αγαθών προθέσεων και πράξεων. Ωστόσο οι ίδιοι οι κήρυκες της μεταρρύθμισης και της κάθαρσης, αρκούνται στο συμψηφισμό και την ανοχή, αναδεικνύοντας μια καλυμμένη υποταγή στις κομματικές σκοπιμότητες, μια υποταγή που τους εκθέτει πολιτικά και ηθικά... Έτσι, η χώρα μας πληρώνει σήμερα βαρύ τίμημα, αφού με τη διαχρονική ατιμωρησία επέτρεψε να χαλαρώσουν οι θεσμοί και να διαστρεβλωθεί η έννοια του συλλογικού. Με ακέραια την ευθύνη των ηγετών της, κινδυνεύει να ταυτιστεί με τη βαλκανική μιζέρια της παρακμής και του (δι)κομματικού πλιάτσικου. Εκεί όπου ο κάθε νεοέλληνας, θα βρίσκει άλλοθι για την οποιαδήποτε προσωπική του ανεπάρκεια και θα επιζητά την... ισότητα στην παρανομία! Ζεμένη στο άρμα της ψωροκώσταινας και συμψηφίζοντας την ανικανότητα των εκλεγμένων της, η Δημοκρατία μας μοιάζει να διανύει μια κρίσιμη και επικίνδυνη εφηβεία. Αυτή που την οδήγησε από τον «ενθουσιασμό» της επανίδρυσης, στη σήψη της κούρασης...
Ο Μιλτιάδης Γ. Δεληχάς είναι Διδάκτωρ της Ιατρικής Σχολής του Α.Π.Θ.