Ουδείς σήμερα μπορεί να υπολογίσει με ασφάλεια το χρονικό σημείο της ανάκαμψης ή να περιγράψει την μετά την κρίση εποχή. Τέτοιες απαντήσεις είναι ιδιαίτερα παρακινδυνευμένες για τον εξής απλούστατο λόγο: Κανείς μα κανείς από τους έγκυρους «διεθνής οίκους» και οικονομικούς αναλυτές δεν μπόρεσαν να προβλέψουν τα προηγούμενα χρόνια την κρίση που ήταν προ των πυλών. Μηδέ εξαιρουμένου και του Άλαν Γκρίνσπαν, του για 18 συναπτά έτη πανίσχυρου Προέδρου της FED (Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ).
Το μόνο πραγματικό γεγονός σήμερα είναι η αποκάλυψη της εφιαλτικής ουτοπίας του οικονομικού φιλελευθερισμού. Δηλαδή η ανιστόρητη και εξαιρετικά επικίνδυνη ψευδαίσθηση ότι η ιδανική κοινωνία θα χτίζονταν μέσα από μία οικονομία χωρίς κοινωνικό έλεγχο, στηριγμένη μόνο στις <<αξίες>> της αγοράς.
Έτσι τα μηνύματα του Κέινς και του Γκαλμπρέιθ καθώς και τα μηνύματα του δημοκρατικού σοσιαλισμού αποκτούν εξαιρετική επικαιρότητα. Ακόμη και οι νομπελίστες Κρούγκμαν, Στίγκλιτς, Άκερλοφ και ο πρώην επικεφαλής των οικονομολόγων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Σάιμον Τζόνσον καλούν την ηγεσία των ΗΠΑ να εθνικοποιήσει προσωρινά τις προβληματικές τράπεζες.
Βέβαια ο προβληματισμός των ισχυρών, των ηγετών δηλαδή των χωρών του G20 κινείται σε δύο επίπεδα: Εάν η αντιμετώπιση της κρίσης πρέπει να γίνει με περισσότερες κρατικές δαπάνες – όπως ισχυρίζονται οι ΗΠΑ – ή με αυστηρότερη ρύθμιση του διεθνούς τραπεζικού συστήματος, όπως επιμένουν Γερμανία και Γαλλία. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα παραπλανητικό δίλημμα. Θα μπορούσαν να εφαρμοστούν και οι δύο στρατηγικές ταυτόχρονα. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι το αγγλοσαξονικό μέτωπο Ομπάμα – Μπράουν ανθίσταται σε μεταρρυθμίσεις που αφορούν στο χρηματοπιστωτικό σύστημα, διότι δεν επιθυμεί την αποδυνάμωση του ρόλου της Γουόλ Στρητ και του Σίτι στη διαχείριση της παγκόσμιας αποταμίευσης.
Μέσα σ’ αυτό το κλίμα είναι πραγματικά δευτερεύον θέμα οι συζητήσεις των ειδικών για τη μορφή που θα λάβει η έξωση από την κρίση. Στο άρθρο του Adrien de Tricornot και της Anne Rodier «Le Monde» που αναδημοσίευσε το «ΒΗΜΑ», το μέλλον περιγράφεται συνοπτικά με τις παρακάτω εκδοχές: Πρώτο σενάριο: Η έξοδος από την κρίση θα είναι ομαλή και θα διαρκέσει πολύ καιρό. Δεύτερο σενάριο: Μετά την κάμψη, η οικονομία θα παραμείνει για μεγάλο διάστημα στάσιμη με σχεδόν μηδενικά επίπεδα ανάπτυξης, κάτι που συνέβη με την Ιαπωνία μετά την κρίση του ’90. Τρίτο σενάριο: η παγκόσμια οικονομία θα εναλλάσσεται σε ένα περίτεχνο σπιράλ μεταξύ ύφεσης και πρόσκαιρης ανάπτυξης, όπως συνέβη τη δεκαετία του ’30 μετά το κραχ του 1929 και τέταρτο σενάριο: Η πλέον αισιόδοξη εκδοχή που θέλει την ανάκαμψη να είναι απότομη και θεαματική, όπως ακριβώς ήταν και η βύθιση της αμερικάνικης και στη συνέχεια της παγκόσμιας οικονομίας.
Όλες αυτές οι περιγραφές έχουν ένα εύλογο ενδιαφέρον.
Το σημαντικότερο όμως είναι, η ανάκαμψη να έλθει, αφήνοντας πίσω τις λιγότερες απώλειες και κυρίως η νέα εποχή να θωρακιστεί με προστατευτικούς μηχανισμούς, ώστε να καταπολεμάται από εδώ και στο εξής το γενεσιουργό αίτιο και όχι το σύμπτωμα.
Διαφορετικά η «άυλη οικονομία» και η εικονική πραγματικότητα αργά ή γρήγορα θα δημιουργήσουν και πάλι επικίνδυνες φούσκες. Σε κάθε περίπτωση η πρόληψη είναι καλύτερη της θεραπείας και τούτη τη φορά δυστυχώς το πληρώνουμε πολύ ακριβά.