Δεν ξέρω κατά πόσο οι Τούρκοι και οι Σκοπιανοί έλαβαν χθες το μήνυμα για τις «κόκκινες γραμμές» της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής. Για τα «ως εδώ και μη παρέκει» που έχει θέσει η ελληνική κυβέρνηση σχετικά με το μέγεθος των υπαναχωρήσεων στα εθνικά θέματα.
Και δεν ξέρω αν έλαβαν το μήνυμα, με αφορμή τη συζήτηση περί εξωτερικής πολιτικής που έγινε χθες στη Βουλή, διότι καταρχήν αμφιβάλλω αν έχουν την πρόθεση και το ενδιαφέρον να το λάβουν. Καθότι ο καθείς έχει το χαβά του, όπως στην πράξη αποδεικνύεται και κινείται ανάλογα. Εκείνο που ξέρω, όχι μόνο εγώ αλλά φαντάζομαι και όσοι παρακολούθησαν τη συζήτηση που έγινε χθες στη Βουλή, είναι ότι αν πράγματι οι Τούρκοι, οι Σκοπιανοί ή όποιος άλλος εκτός συνόρων ενδιαφερόμενος, είχε το ενδιαφέρον και το κουράγιο να κάτσει να παρακολουθήσει τη συγκεκριμένη συζήτηση πολύ θα το διασκέδασαν. Και θα κατέληξαν αβίαστα στο συμπέρασμα ότι, αφού τα ελληνικά κόμματα δεν μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους και στα θέματα εξωτερικής πολιτικής - που από τη φύση και τη θέση τους έχουν εθνικό χαρακτήρα - δεν έχουν και πολλά πράγματα να φοβούνται. Οι Έλληνες πολιτικοί είναι τόσο απασχολημένοι να... πολεμάνε μεταξύ τους, εξαπολύοντας βέλη, κατά ριπάς κατηγορίες, χειροβομβίδες κρότου-λάμψης, άιντε και καμιά βόμβα που και που για να δημιουργούν εντυπώσεις, που δεν έχουν - και να ήθελαν δηλαδή - το περιθώριο του χρόνου να ασχοληθούν με τίποτε άλλο ή άλλον εκτός συνόρων.
Τι σημασία έχει τι είπε ο Καραμανλής ή ο Παπανδρέου ή ο Καρατζαφέρης, ο οποίος προκάλεσε τη συζήτηση ή η Αλέκα ή ο Αλέκος; Κατά βάση καμία. Γιατί αυτό που πραγματικά μένει είναι οι εντυπώσεις. Και οι «εντυπώσεις» λένε ότι αναλώθηκαν για μια ακόμα φορά σε άχρηστη «κοκορομαχία», η οποία ουδόλως συνέβαλε στην προαγωγή των εθνικών θεμάτων. Και πολλών άλλων, άλλωστε, που συζητούνται κατ’ αυτόν τον τρόπο στη Βουλή. Θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για ομαδική ψυχοθεραπεία εκτόνωσης αρχηγών και λοιπών εθνοπατέρων, που μένει ακριβώς αυτό και τίποτα παραπάνω.
Αν, λέμε «αν», μάθαμε κάτι από τη χθεσινή συζήτηση είναι... άσχετο ως προς τα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Εκτός βέβαια από το γεγονός ότι ο Καραμανλής επανέλαβε για ν’ ακούνε οι... «απέξω» τις κόκκινες γραμμές που έχουμε - θεωρητικά τουλάχιστον - στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Από κει και πέρα τι μάθαμε; Ότι δεν σκοπεύει να πάει σε εκλογές - το ξαναείπε ευθέως μπας και... σταματήσει ο Γιώργος να τις ζητάει, που δεν το βλέπω. Επίσης, μάθαμε ότι δεν σκοπεύει να συνεργαστεί με τον Καρατζαφέρη. Καθότι, μετά που η προσπάθεια για συναίνεση προσέκρουσε σε ένα τείχος άρνησης εκ μέρους όλων των κομμάτων πλην ΛΑΟΣ, οργίασαν τα σενάρια περί πιθανής συνεργασίας. Δήλωσε λοιπόν ότι δεν σκοπεύει να συνεργαστεί και δήλωσε και ο Καρατζαφέρης το ίδιο. Όχι ότι θα κοπιάσει η σεναριολογία - όταν μάλιστα επί τούτου εκτρέφεται - αλλά θα εμπλουτιστεί και με την άρνηση των δύο για την ύπαρξη ενός τέτοιου ενδεχομένου.
Τώρα, ανάμεσα στα άλλα περί εξωτερικής πολιτικής, ο Κ. Καραμαμλής έκανε μια πολύ σωστή παρατήρηση, που γενικώς έχουμε την τάση να ξεχνάμε, διότι γενικώς έχουμε μια άλλη τάση να πιστεύουμε ότι ο κόσμος περιστρέφεται γύρω από μας καθότι είμεθα και ο... ομφαλός της γης. Είπε δηλαδή ότι υπάρχει - και υπάρχει και είναι και εμμονή πολλές φορές - μια στρεβλή αντίληψη πως ό,τι γίνεται γύρω μας οφείλεται σε φιλική ή εχθρική στάση απέναντι στη χώρα μας. «Γεγονότα που μπορεί να μην αφορούν στην πατρίδα μας, είπε, ερμηνεύονται - στην πραγματικότητα παρερμηνεύονται - με τρόπο αυθαίρετο σε άλλες κατευθύνσεις. Θεωρούνται χωρίς δεύτερη σκέψη ως αποτέλεσμα μιας υποτιθέμενης αντίληψης για τη χώρα. Αυτό είναι τεράστιο λάθος. Είναι εξωπραγματική ερμηνεία. Είναι μια ακατανόητη ομφαλοσκόπηση».
Ουδέν αληθέστερο τούτου. Αυτή είναι μια πάγια νοοτροπία που έχουμε και από την οποία θα πρέπει κάποτε ν’ απαλλαγούμε. Γιατί τελικά σε «κόμπλεξ» παραπέμπει παρά σε οτιδήποτε άλλο.
Πέραν τούτου, από τη συζήτηση περί εξωτερικής πολιτικής στη Βουλή, ούτε «πλουσιότεροι», ούτε πιο ενημερωμένοι προκύψαμε. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο.