Το Κυπριακό από το ξεκίνημά του το 1954 με την προσφυγή μας στον ΟΗΕ και την έναρξη του αντιαποικιακού αγώνα το 1955 με την Ελληνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών (ΕΟΚΑ) διεκδικήσαμε χωρίς καμία προετοιμασία και στην κυριολεξία ξυπόλητοι στα αγκάθια την εδώ και τώρα Ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα. Από την άλλη το 1957 με τη βοήθεια και της Αγγλίας εφαρμόζοντας επ' ωφελεία της «Το Διαίρει και Βασίλευε» δημιουργείται και η Τουρκοκυπριακή Εθνική Αντίσταση (ΜΙΤ) που θέτει ως στόχο της, τη διχοτόμηση της Κύπρου.
Υπ' αυτές τις συγκυρίες με τις συμφωνίες της Ζυρίχης και του Λονδίνου ιδρύεται το 1960 η Κυπριακή Δημοκρατία. Το χάσμα όμως ανάμεσα στους Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους ήταν ήδη πολύ μεγάλο. Τα διαμορφωμένα αποκλίνοντα οράματά τους, δεν μπορούσαν να χωρέσουν κάτω από τη σκέπη του νεοσύστατου κράτους. «Η Κυπριακή Δημοκρατία γεννήθηκε ως ένα ανεπιθύμητο παιδί, που εμφανιζόταν ως εμπόδιο στην Ένωση της κάθε κοινότητος με τη Μητέρα Πατρίδα (ΕΛΛΑΔΑ - ΤΟΥΡΚΙΑ).
Οι συμφωνίες αυτές κρίθηκαν δικαιολογημένα άδικες για την Ελληνοκυπριακή πλευρά και οι διακοινοτικές σχέσεις ιδιαίτερα από το 1963, όταν την πρωτοβουλία του Μακαρίου με την κατάθεση των περίφημων 13 σημείων, για την τροποποίηση του Κυπριακού Συντάγματος, ακολούθησαν ένοπλες και αιματηρές συγκρούσεις, που σταδιακά γενικεύθηκαν σε ολόκληρη την Κύπρο. Οι Τουρκοκύπριοι υπό συνεχή αίσθηση απειλής θα συγκεντρωθούν σε διάφορους θύλακες (γκέτο), οι οποίοι πολιτικά και στρατιωτικά ελέγχονταν από την Άγκυρα, της οποίας εγκάθετος ήταν ο περιβόητος Ντενκτάς. Εξαιτίας των συνεχών συγκρούσεων στη Μεγαλόνησο, Ελλάδα και Τουρκία έφθασαν πολλές φορές στα πρόθυρα του πολέμου (1964 - 1965 - 1967 - 1974).
Στη συνέχεια η Τουρκία εκμεταλλευόμενη στο έπακρο το ανόητο πραξικόπημα της χούντας των Συνταγματαρχών την 15η Ιουλίου 1974, εναντίον του νομίμου προέδρου της Κύπρου Μακαρίου, εισέβαλε στη Μεγαλόνησο την 20ή Ιουλίου 1974 και έκτοτε κατέχει παράνομα το 37% του κυπριακού εδάφους και επέβαλε με την ισχύ των όπλων και τα στρατεύματα κατοχής de facto τη διχοτόμησή της. Οι Τουρκοκύπριοι πριν την εισβολή της Τουρκίας ήταν το 18% του όλου πληθυσμού της Κύπρου και κατείχαν το 12% του εδάφους της. Η Τουρκία όλα αυτά τα χρόνια έχει στην κυριολεξία αλλοιώσει δημογραφικά την κοινωνική δομή στο Νησί. Στα κατεχόμενα από την Τουρκία κυπριακά εδάφη οι έποικοι μαζί με τους λαθρομετανάστες (80.000) είναι 230.000. Οι Τουρκοκύπριοι δεν υπερβαίνουν τις 70.000. Ο πληθυσμός στα κατεχόμενα είναι περίπου 30.000. Δηλαδή στο 30% έναντι 18% πριν της εισβολής. Σημειωτέον ότι αρκετές χιλιάδες Τουρκοκυπρίων έχουν εγκαταλείψει την Κύπρο. Με τη ραγδαία αυξητική τάση της γεννητικότητας των μουσουλμάνων, ο καθένας μας εύκολα αντιλαμβάνεται ότι, είναι ζήτημα χρόνου, οι Τουρκοκύπριοι του 18% να γίνουν πλειοψηφία στην Κύπρο, οπότε και οι συσχετισμοί του πληθυσμού να αλλάξουν υπέρ των Τουρκοκυπρίων. Δηλαδή των εποίκων από τα βάθη της Τουρκίας. Οι Ελληνοκύπριοι είναι περίπου 700.000.
Από το Νοέμβριο του 1983 όπως είναι γνωστόν, στα κατεχόμενα έχει συγκροτηθεί και λειτουργεί η λεγόμενη Τουρκική Δημοκρατία της Βορείου Κύπρου, η οποία μέχρι σήμερα έχει αναγνωρισθεί μόνο από την Τουρκία. Παρά ταύτα η κρατική αυτή οντότητα βγαίνει σιγά - σιγά από την απομόνωση και πορεύεται στη Διεθνή κοινότητα με μορφή τύπου Ταϊβάν, η οποία αν και δεν είναι κράτος ούτε μέλος του ΟΗΕ, έχει όμως εμπορικές σχέσεις με όλες τις χώρες του κόσμου συμπεριλαμβανομένης και αυτής ταύτης της Κίνας. Συνεπώς και στην Κύπρο ελλοχεύει αυτός ο κίνδυνος της «Ταϊβανοποίησης» με ό,τι αυτό σημαίνει και συνεπάγεται για μια δίκαιη λύση του Κυπριακού και την τύχη του Ελληνισμού.
Μέχρι σήμερα και από το 1968 όταν άρχισαν οι διακοινοτικές συνομιλίες στην Κύπρο, οι δύο κοινότητες δεν έχουν κατορθώσει να συμπέσουν πάνω σε μια συμβιβαστική και αποδεκτή λύση, επ' ωφελεία ολοκλήρου του Κυπριακού Λαού. Και τούτο γιατί η Τουρκία επιδιώκει συνειδητά και απροκάλυπτα πλέον, τη διχοτόμηση της Μεγαλονήσου και να γίνει σταδιακά όλο το νησί δικό της προτεκτοράτο. Παρακολουθώντας δε την εξέλιξη του κυπριακού προβλήματος από το ξεκίνημά του (1954), διαπιστώνουμε ότι η Ελληνοκυπριακή πλευρά την επομένη δέχεται συνήθως ως λύση αυτή, που είχε απορρίψει την προηγούμενη και η διελκυστίνδα αυτή συνεχίζεται. Το 1956 οι Άγγλοι παραχωρούσαν αυτοδιάθεση στην Κύπρο μετά από 15 χρόνια. Στη συνέχεια οι Τουρκοκύπριοι το 1972 δηλαδή η Τουρκία δέχθηκαν τη λύση των καντονίων τύπου Ελβετίας. Κατόπιν περάσαμε μετά την εισβολή σε Διζωνική λύση (Συμφωνία ΜΑΚΑΡΙΟΥ - ΝΤΕΚΤΑΣ). Επακολούθησε το 2004 το σχέδιο ΑΝΑΝ, που απέρριψε με Δημοψήφισμα η Ελληνοκυπριακή πλευρά. Σήμερα η Τουρκία προβάλλει και απαιτεί την ίδρυση Συνεταιριστικού κράτους. Δηλαδή Συνομοσπονδία δύο ισότιμων ανεξαρτήτων κρατών.
Σταχυολογώντας το Κυπριακό από την έναρξή του μέχρι σήμερα εύκολα διαπιστώνουμε ότι καθ' όλη τη διαδρομή του, το Εθνικό Κέντρο δηλαδή η Ελλάδα υπέπεσε σε σωρεία λαθών και παραλείψεων, με αποκορύφωμα το ανόητο πραξικόπημα εναντίον του Μακαρίου και έδωσε την ευκαιρία και την δικαιολογία στην Τουρκία, να βάλει εκ νέου πόδι στην Κύπρο το 1974, για δεύτερη φορά από το 1572 όταν για πρώτη φορά εισέβαλε σε αυτήν και την κατέκτησε. Έμεινε σε αυτή μέχρι το 1878 όταν την πούλησε στην Αγγλία και παραιτήθηκε κάθε δικαιώματος επ' αυτής.
Μην έχουμε αυταπάτες ο χρόνος στο Κυπριακό εργάζεται υπέρ της Τουρκίας και επομένως δεν υπάρχει λόγος να βιασθεί. (Μακάριοι κατέχοντες). Με το σημερινό status quo στην Κύπρο και έπειτα από το βίαιο διαχωρισμό των δύο κοινοτήτων το 1974, η επανένωση της Μεγαλονήσου φαντάζει ουτοπία και εάν γίνει θα είναι ανέφικτη, επίπλαστη, εύθραυστη, ετοιμόρροπος και πρακτικά μη λειτουργική.
Εκτιμώ ότι έφθασε η ώρα να επιδιώξουμε ως στόχο και λύση ενός βελούδινου διαζυγίου, δίδοντας όλο το βάρος στα εδαφικά ανταλλάγματα. Σε τούτο μας βοηθάει πολύ η ύπαρξη του Αγγλικού Κτηματολογίου στην Κύπρο, βάσει του οποίου η Τουρκοκυπριακή πλευρά κατείχε μέχρι την 20-7-1974 το 12% του εδάφους της και όχι το 37% που βίαια και με τα όπλα, κατέβαλε και έκτοτε παράνομα κατέχει.
Το Κυπριακό ακολουθεί τη μοίρα του Παλαιστινιακού και είναι δυστυχώς και τα δύο μαζί βίοι παράλληλοι.
* Στο Αιγαίο η Τουρκία παρά τους λεονταρισμούς της και τις καθημερινές προκλήσεις και υπερπτήσεις πάνω από κατοικημένα Ελληνικά Νησιά (Αγαθονήσι - Φαρμακονήσι - Φούρνοι) είναι στην κυριολεξία με την πλάτη στον τοίχο, γιατί το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας του Μοντέγο Μπέι της Τζαμάικας του 1982, η Συνθήκη της Λοζάνης του 1923 και άλλα πολλά διεθνή κείμενα, είναι ευνοϊκά για τη χώρα μας και γι' αυτό δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση, να τα απεμπολήσουμε. Ήδη μία μετά την άλλη οι χώρες επικυρώνουν το Διεθνές Δίκαιο της θάλασσας του 1982 και στο τέλος η Τουρκία θα μείνει μόνη της και απομονωμένη. Βρίσκονται σε εξέλιξη συζητήσεις και διαπραγματεύσεις με τη Λιβύη και την Αίγυπτο για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας των θαλασσών, που μας ενώνουν. Και εδώ η Τουρκία προσπαθεί παρασκηνιακά να υπονομεύσει αυτή την προσπάθεια. Τελευταία υπογράψαμε σχετική συμφωνία με την Αλβανία. Με την Ιταλία αυτό έχει γίνει από το 1982.
Έχοντας όμως η χώρα μας το ισχυρό αυτό χαρτί στα χέρια της το δικαίωμα δηλαδή να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 Ν.Μ. ας αποτολμήσει να συσχετίσει την άρση της απειλής του casus belli (αιτία πολέμου) με τη συρρίκνωση τούτων στα 10 Ν.Μ. ώστε να εκλογικευθεί και το ιδιότυπο αυτό καθεστώς των 6 Ν.Μ. για τα χωρικά μας ύδατα, με εναέριο χώρο 10 Ν.Μ. που έχουμε θεσπίσει από το 1931 κάτι, που δεν κατανοούν οι ΗΠΑ και δεν δέχεται ούτε και το ΝΑΤΟ.
Στο Αιγαίο παρότι οι καθημερινές αναχαιτίσεις μάς κοστίζουν 500 εκατ. το χρόνο και γενικά είμαστε υποχρεωμένοι, να διατηρούμε, μια σύγχρονη και ετοιμοπόλεμη Πολεμική Αεροπορία με υψηλό κόστος συντήρησής της και λειτουργία της. Εκτιμώ ότι ο χρόνος δεν εργάζεται υπέρ των Τούρκων και στο μέτρο, που επιθυμεί η γειτονική χώρα και στο τέλος πιστεύω θα έλθει μαζί μας σε ένα έντιμο συμβιβασμό, χωρίς νικητές και ηττημένους αλλά λύση θετικού αθροίσματος. Μέχρι τότε δεν επιτρέπεται κανένας εφησυχασμός και καμία χαλάρωση, αλλά απεναντίας πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί σε όλους μας τους χειρισμούς προβάλλοντας πάντοτε τις θέσεις μας, όπου πρέπει, όταν πρέπει και όπως πρέπει.
Από την άλλη πλευρά η Τουρκία η οποία αντιμετωπίζει ουκ ολίγα προβλήματα, όπως το Κουρδικό, που είναι ένα αγκάθι βαθιά ριζωμένο στις σάρκες της και στα οστά της, το Αρμενικό, το Κυπριακό, η μαντίλα, η άνοδος του Ισλάμ και πολλά άλλα, θα πρέπει επιτέλους να αντιληφθεί ότι τα προβλήματα με τους γείτονές της, δεν επιλύονται με νταηλίκι και τσαμπουκά και η χώρα μας, δεν πρόκειται να συρθεί και να καθίσει στο τραπέζι, με το πιστόλι στον κρόταφο, όταν μάλιστα έχει με το μέρος της το Διεθνές Δίκαιο και τη Διεθνή Νομιμότητα. Ήλθε ο καιρός να αντιληφθεί και να συνειδητοποιήσει η γειτονική χώρα ότι από αυτήν την καθημερινή ένταση στο Αιγαίο, βγαίνουν ζημιωμένες και οι δύο χώρες. Οι μόνοι που βγαίνουν κερδισμένοι είναι οι Αμυντικές Βιομηχανίες, οι παραγωγοί του πολεμικού υλικού και οι έμποροι όπλων που κατά κόρο εφοδιάζουν και εξοπλίζουν και τις δύο χώρες σε βάρος φυσικά του βιοτικού επιπέδου και των δύο Λαών (Ελλάδος - Τουρκίας).
* Σε ό,τι αφορά το Σκοπιανό φαίνεται ότι οι ΗΠΑ έχουν αρκετά μετακινηθεί από τις θέσεις του Μπους και σιγά - σιγά αυτό το αντιλαμβάνεται και η ηγεσία της γειτονικής χώρας και ιδιαίτερα ο έξαλλος και εθνικιστής ηγέτης Γκρούεφσκι. Οι Σκοπιανοί γνωρίζουν τώρα πολύ καλά ότι η είσοδός τους στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ περνάει υποχρεωτικά από την Αθήνα και η χώρα μας, έχει βάλει επ' αυτού κόκκινη γραμμή. Η Ελλάδα δέχεται σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό έναντι όλων.
Συνεπώς το πρόβλημα το έχουν τα Σκόπια και όχι εμείς. Και όσο οι γείτονές μας διακατέχονται από ένα μεγαλοϊδεατισμό, απαράδεκτο αλυτρωτισμό και αθεράπευτο εθνικισμό, τότε θα μείνουν για πολλά ακόμα χρόνια στους προθαλάμους αυτών των Διεθνών Οργανισμών (ΕΕ - ΝΑΤΟ). Το μόνο, που επιτυγχάνουν με αυτόν τον τρόπο οι Σκοπιανοί είναι να ευτελίζονται και να γελοιοποιούνται διεθνώς.
Εκείνο, που πρέπει να συνηθίσουμε και να συνειδητοποιήσουμε εμείς οι Έλληνες είναι να μάθουμε να ζούμε με αυτά τα καυτά προβλήματα, που έρχονται όλα από πολύ μακριά και είναι απόρροια δικών μας, κακών χειρισμών του παρελθόντος, αλλά και της μεγάλης κακοπιστίας των γειτόνων μας και ιδιαίτερα του άρπαγα και άπληστου, που βρίσκεται στα ανατολικά μας σύνορα και εννοώ την επιτήδεια ουδέτερη Τουρκία.