Ιδού μια διαφορετική προσέγγιση για την οικονομική κρίση. Ενάμιση χρόνο τώρα, «βομβαρδιζόμαστε» ακούγοντας συνεχώς και από παντού τον όρο «οικονομική κρίση» και νιώθουμε σαν να μας έχει πιάσει κάποιος από το λαιμό και μας πνίγει. Τα προϊόντα παίρνουν την ανιούσα, οι μισθοί αυξάνονται μηδαμινώς, τα δάνεια «παγώνουν» και τα χρέη καλά κρατούν. Φτάσαμε σήμερα σε αυτό το σημείο λόγω των επιλογών μας – όχι μόνο πολιτικά – και η αλήθεια βρίσκεται αρκετά πίσω από τους αριθμούς και τα στατιστικά δεδομένα σύμφωνα με τα οποία αποδεικνύεται η οικονομική κρίση. Η λέξη-κλειδί για το πρωτοφανές, για τη γενιά μας, φαινόμενο βρίσκεται στον όρο «υπερκατανάλωση».
Μικρά καταστήματα και πολυκαταστήματα εμφανίζονται ολοένα και με μεγαλύτερη συχνότητα σε όλη την ελληνική επικράτεια, πράγμα το οποίο τροφοδοτείται από τις καταναλωτικές συνήθειες των ανθρώπων. Υπερκατανάλωση υπάρχει όταν οι καταναλωτές όχι μόνο καλύπτουν τις βασικές τους ανάγκες, όπως είναι η τροφή, αλλά και εφοδιάζονται με πληθώρα άλλων προϊόντων τα οποία είναι άχρηστα.
Το φαινόμενο της υπερκατανάλωσης έχει πολλές και, ίσως ανεξερεύνητες, πτυχές. Η υπερκατανάλωση έχει ιστορικές, ψυχολογικές και κοινωνικές ερμηνείες και με απλά παραδείγματα μπορούμε να καταλάβουμε πόσο ευάλωτοι και εθισμένοι είμαστε σε αυτή την κοινωνική πλέον «συνήθεια».
Εξετάζοντας από την ιστορική πλευρά το συγκεκριμένο κοινωνικό μας εθισμό, θα ήταν καλό να ξεκινήσουμε μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Ενώ κατά τα μέσα του 20ού αιώνα η αστική τάξη είχε ολοένα και μεγαλύτερη προσβασιμότητα στα συνεχώς καινοτόμα τεχνολογικά προϊόντα, μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου υπήρξε φτώχεια καθώς η χώρα μας είχε σοβαρές οικονομικές απώλειες από τις πολεμικές συρράξεις. Η ελληνική οικονομία άρχισε να ορθοποδεί και πάλι από τα μέσα της δεκαετίας του 1960. Ωστόσο, η οικονομική κρίση εκείνης της περιόδου δεν οφειλόταν μόνο στην οικονομική εξαθλίωση της χώρας αλλά και στην από-στροφή μεγάλης μερίδας ανθρώπων προς κάποια τεχνολογικά προϊόντα. Παραδείγματος χάριν, οι μηχανές συνδέθηκαν άμεσα με την τραυματική εμπειρία του πολέμου και τις περιθωριοποίησαν στην επικράτεια του δαιμονικού. Κι αυτό γιατί ενώ είχαν στηρίξει για πολλά χρόνια τις ελπίδες τους στην τεχνολογία, η τεχνολογία δεν έγινε υπηρέτης του ανθρώπου αλλά «φονιάς».
Τα χρόνια πέρασαν, η καθημερινότητα των ανθρώπων άλλαζε και ο διάλογος μεταξύ τους αντικαταστάθηκε από το μονόλογο της τηλεόρασης. Από το κάθε σίριαλ και την κάθε εκπομπή μέχρι και τις διαφημίσεις, οι δέκτες, που είμαστε εμείς «βομβαρδιζόμαστε» συνεχώς με μηνύματα και πρότυπα. Σε κάθε σίριαλ, η ιδανική ζωή παρουσιάζεται ως μια οικογένεια εύπορη που δεν της λείπει τίποτα και αυτό γεννά την εξής ρητορική ερώτηση στον τηλεθεατή: «Εγώ γιατί δεν μπορώ να είμαι σαν αυτούς;». Αρκετές διαφημίσεις προκαταλαμβάνουν τον τηλεθεατή πριν ακόμη διαφημίσουν το προϊόν: «Δεν το δοκιμάσατε ακόμη...» και ο δέκτης αισθάνεται ως ξένο σώμα όταν δεν έχει δοκιμάσει το προϊόν. Μέσα σε ελάχιστα δευτερόλεπτα, λοιπόν, ο τηλεθεατής επηρεάζεται από την πληθώρα των μηνυμάτων που δέχεται. Επιπλέον, η «παραστατοποίηση» παρελθουσών εποχών σε διαφημίσεις βάζει τον τηλεθεατή να αισθάνεται αργοπορημένος όταν δεν έχει αγοράσει το προς διαφήμιση αγαθό.
Άλλος ένας σημαντικός παράγοντας που ευθύνεται για την υπερκατανάλωση είναι η «ψυχολογία της μάζας». Όταν βρισκόμαστε στην αγορά, βλέπουμε τον κόσμο να μπαινοβγαίνει σωρηδόν στα καταστήματα. Έτσι, αρκετές φορές μπαίνουμε στον πειρασμό να αγοράσουμε ο,τιδήποτε μόνο και μόνο γιατί βλέπουμε τους υπόλοιπους με μία τσάντα στο χέρι και αισθανόμαστε μειονεκτικά απέναντί τους.
Αυτοί οι παραπάνω παράγοντες έχουν συμβάλλει στην υπερκατανάλωση. Ωστόσο, δύο παραδείγματα δείχνουν πόσο ευάλωτοι είμαστε σε αυτή τη μάστιγα.
Βλέπουμε συχνά διαφημίσεις οδοντόπαστων κατά της τερηδόνας, κατά της ουλίτιδας, για τη λεύκανση, με γεύση μέντα, με γεύση δυόσμο και ούτω καθεξής. Και αν ανοίξουμε το ντουλαπάκι στο μπάνιο μας, τότε θα βρούμε μία από όλες αυτές και ακόμη μία η οποία θα αντικαθιστά σε χρήση όλες τις υπόλοιπες. Ανάλογο παράδειγμα είναι και το κινητό τηλέφωνο. Υπάρχουν κινητά τηλέφωνα με ενσωματωμένη ψηφιακή κάμερα, με πρόγραμμα αναπαραγωγής MP3, με δυνατότητα πρόσβασης στο διαδίκτυο. Παρ’ όλ’ αυτά, ο βαθμός καινοτομίας, το επίπεδο της τεχνολογικής μοναδικότητας και το επίπεδο της χρηστικής μοναδικότητας είναι μηδενικά!!! Κι αυτό γιατί από τα τέλη του 19ου αιώνα έχουμε άμεση φωνητική επικοινωνία, η ατζέντα (διευθυνσιολόγιο) υπάρχει από το 12ο αιώνα, η φωτογραφία και το ραδιόφωνο από τα μέσα του 19ου αιώνα και το διαδίκτυο από τον Ψυχρό Πόλεμο. Σε κάθε σπίτι υπάρχει ένα ραδιόφωνο, ένα σημειωματάριο, ένα σταθερό τηλέφωνο, μια φωτογραφική κάμερα και ένας υπολογιστής.
Δεν αμφιβάλλω ότι υπάρχουν οικογένειες που καθημερινώς «παλεύουν» για να έχουν τα προς το ζην. Ωστόσο, είναι πολλοί αυτοί που έχουν δεδομένα τα προς το ζην και επιδιώκουν το κάτι παραπάνω και επειδή δεν μπορούν να το έχουν μια συγκεκριμένη στιγμή επιστρατεύουν τον όρο «οικονομική κρίση».
Πολλές οικογένειες όντως αντιμετωπίζουν οικονομική κρίση. Μήπως οι υπόλοιποι βιώνουμε ένα συγκρατημένο έλεγχο του υπερκαταναλωτισμού μας;
Ο Βαγγέλης Πασιάς είναι φοιτητής του τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας