Το 2004, ερχόμενη στην εξουσία η ΝΔ μετά από μακρόχρονη παραμονή της στην αντιπολίτευση, υπογράμμιζε με περισσή έπαρση ότι, διδασκόμενη από την ιστορία της, τούτη τη φορά θα παρέμενε στην κυβέρνηση για τρεις και... πλέον τετραετίες.
Ευτυχώς για τη χώρα και τους πολίτες... διαψεύστηκε.
Η ΝΔ, η ελληνική δεξιά δηλαδή, για μία ακόμη φορά κατέρρευσε θορυβωδώς. Τυλιγμένη σε αδιαφανή ράσα, βούλιαξε μέσα στα «λαδωμένα» νερά των άγονων γραμμών του Αιγαίου.
Κι ενώ η «δεξιά», είναι πολιτικός όρος αποδεκτός στην υπόλοιπη Ευρώπη για τα συντηρητικά κόμματα, στη χώρα μας δημιουργεί περίεργα συναισθήματα! Όχι τυχαία φυσικά, αφού η «δεξιά» είναι μια λέξη, που κουβαλάει βαρύτατες ιστορικές ενοχές. Αυτά ως προς τη σημειολογία.
Γιατί ως προς την ουσία, δεν έχει παρά να αναλογιστεί κανείς μεταπολιτευτικά τις δύο συντηρητικές θητείες του Κ. Μητσοτάκη και του Κ. Καραμανλή του νεότερου, προκειμένου να καταλήξει στα παρακάτω συμπεράσματα:
Πρώτον: Την περίοδο 1990-1993 η Ελλάδα γνώρισε τη ραγδαία αποβιομηχάνιση με τον κοινωνικό ιστό να διαρρηγνύεται μέχρι του σημείου, το κράτος να μοιράζει συσσίτια στο Λαύριο και σε άλλες περιοχές της πατρίδας μας. Επρόκειτο για θλιβερή εικόνα που παρέπεμπε σε μεταπολεμικές περιόδους. Αποτέλεσμα: Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατέρρευσε τον Οκτώβριο του 1993 πανηγυρικά και την ευθύνη αναστύλωσης του κράτους ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ, που επανήλθε με συντριπτικό εκλογικό ποσοστό στην εξουσία.
Δεύτερον: Η θητεία του Κ. Καραμανλή του νεότερου, που διαδέχθηκε τις κυβερνήσεις του Ανδρέα Παπανδρέου και του Κώστα Σημίτη, την Ελλάδα δηλαδή της ισχυρής φωνής, της ΟΝΕ και των μεγάλων αναπτυξιακών έργων, είχε την ίδια τραγική κατάληξη. Στον επίλογό της ο Κ. Καραμανλής -ποιώντας την ανάγκη φιλοτιμία- αναγνώρισε επιτέλους ότι, η «οικονομία τραβεστί» των ρυθμών ανάπτυξης του 5% δεν οδηγούνταν με τον αυτόματο πιλότο επί ΠΑΣΟΚ, ούτε βέβαια ο Κ. Σημίτης υπήρξε «αρχιερέας της διαφθοράς».
Κατάληξη: Η ΝΔ έφυγε. Απομακρύνθηκε και άφησε πίσω της καμένα δάση, ένα δυσθεώρητα υψηλό εξωτερικό χρέος και διπλό έλλειμμα που παραπέμπει σε οικονομίες Λατινικής Αμερικής. Το έλλειμμα αφενός του εθνικού προϋπολογισμού που ίσως ξεπεράσει τα 12 δισ. ευρώ, αλλά και το έλλειμμα των τρεχουσών συναλλαγών που υποδηλώνει την αποδιαρθρωμένη παραγωγική μας βάση.
Οι πολίτες ξανά, ακόμη και με τη δικαιότερη κατανομή των βαρών, σαν άλλος Σίσυφος θα κουβαλήσουν τον βράχο στο βουνό. Αυτοτιμωρούνται για τις επιλογές τους!
Σε κάθε περίπτωση το πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι, οι δεξιές παρενθέσεις δεν είναι απλά μία ουδέτερη και άχρωμη διαδρομή στο ξετύλιγμα του κουβαριού της ιστορίας. Έχουν ένα έντονο αρνητικό πρόσημο. Είναι ταυτόσημες με τα πισωγυρίσματα. Στο «ράβε-ξήλωνε» δηλαδή της πολιτικής διαδρομής, η δεξιά πρεσβεύει διαχρονικά και επίμονα το «ξήλωνε».
Σήμερα, δύο πρώην αρχηγοί -ιδρυτές άλλων κομμάτων- που είχαν αποχωρήσει προηγουμένως πομπωδώς και καταγγέλλοντας τη ΝΔ, αφού επανέκαμψαν όπως ο «άσωτος», φιλοδοξούν να γίνουν αρχηγοί της !
Ταυτόχρονα, η κ. Μπακογιάννη ξορκίζει ακόμη και το «νεοφιλελευθερισμό» του πατέρα της! Όλοι τους, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, αρνούνται υποκριτικά το παρελθόν τους!
Στο πυρήνα του νέου τους πλέον ιδεολογικού προτάγματος τοποθετούν τώρα τον «κοινωνικό φιλελευθερισμό». Μόνο που πρόκειται για εφεύρημα και όρο άκρως αντιφατικό, άρα, για όρο κενόν περιεχομένου στην ουσία. Θυμίζει το άλλο ατυχές ιδεολόγημα περί «λαϊκής δεξιάς»,το οποίο όμως δημιουργεί περίεργους συνειρμούς, όταν παραπέμπει στους πρεσβευτές του. Ποιος νοιάζεται όμως γι΄ αυτά ;
Ο πρώτος στόχος των υποψηφίων αρχηγών είναι η κατάκτηση της κομματικής προεδρίας και ο απώτερος, η κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας.
Όχι στο όνομα της πειθούς, που θα τους επιτρέψει κάποια στιγμή να επανέλθουν για χρηστή και δικαιοκρατική διακυβέρνηση, αλλά στη λογική της βάρδιας που «εγγυάται» το πολιτικό μας σύστημα. Κυρίως για την εφαρμογή στο μη ορατό μέλλον και πάλι...του δοκιμασμένου συστήματος του «ευνοιοκρατικού καπιταλισμού» των ολίγων και ημετέρων, αλλά και για μια νέα αντιλαϊκή παρένθεση.