Ο Απόστολος Θωμάς, όπως είναι σε όλους γνωστό, ήταν ένας από τους δώδεκα που διάλεξε ο Κύριος για Μαθητές Του, εξαιτίας των πολλών αρετών που παρουσίαζε και που αργότερα ανέπτυξε, ακολουθώντας το παράδειγμα του Κυρίου και δεχόμενος τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Οι σπουδαιότερες δε από τις αρετές αυτές και γενικότερα τις εκδηλώσεις της ένθεης ζωής του ήταν οι πιο κάτω:
α) Η μελέτη των Θείων Γραφών και η λαχτάρα του για την έλευση του Μεσσία
Ο Θωμάς, δηλαδή Δίδυμος, όπως και τα δύο ζεύγη των πρώτων Μαθητών του Κυρίου, με τα οποία συνεργαζόταν στην αλιεία, μελετούσε κατά τη νεότητά του με ιερό ζήλο τα βιβλία της τότε Αγίας Γραφής (δηλαδή της Παλαιάς Διαθήκης) που τον παρηγορούσαν και τον ενίσχυαν εσωτερικά στην πίστη. Για το λόγο ακριβώς αυτό, όπως και οι άλλοι τέσσερις (Ανδρέας, Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης), έτσι και αυτός «ην εκδεχόμενος τον Κύριον» και προσδεχόμενος ταυτόχρονα την ελπίδα της σωτηρίας του. Για το λόγο δε αυτό αναφέρεται από το συναξαριστή ότι «ήτο υιός γονέων πτωχών, αλλά είχε εις τον Μωσαϊκόν Νόμον μεγάλη ευλάβεια και ανεγίγνωσκε τας βίβλους επιμελώς εκ νεότητος.
β) Το θάρρος και η αυτοθυσία του
Κατά τα τρία χρόνια της δημόσιας δράσης του Κυρίου, ο Θωμάς, ως Μαθητής συνεπής, έδειξε θάρρος παραδειγματικό και πνεύμα αυτοθυσίας θαυμαστής. Όταν δηλαδή ο Κύριος προσκάλεσε κάποια στιγμή τους Μαθητές Του να μεταβούν για μια ακόμη φορά στην Ιουδαία, ο Θωμάς, αντίθετα προς τους άλλους που δείλιασαν, φοβούμενοι ένα πιθανό λιθοβολισμό του Διδασκάλου Τους και αυτών των ίδιων, στράφηκε με θάρρος και πνεύμα αυτοθυσίας προς τους συμμαθητές του και είπε:
«Άγωμεν και ημείς ίνα συναποθάνωμεν μετ’ Αυτού» (Ιω. 11, 16). Ας πάμε, δηλαδή, και μεις για να πεθάνουμε μαζί με τον Κύριο.
γ) Το πέταγμά του στα ύψη της ακράδαντης πίστης
Παρά τα πιο πάνω όμως, ο φλογερός στην πίστη του Θωμάς έδειξε κάποια στιγμή δυσπιστία αχαρακτήριστη και επικίνδυνη πνευματικά. Ύστερα δηλαδή από την Ανάσταση του Χριστού και την εμφάνισή του στους Δώδεκα Μαθητές τους συγκεντρωμένους στο υπερώο των Ιεροσολύμων, έφτασε κάποια στιγμή εκεί και ο Θωμάς. Ενώ λοιπόν οι άλλοι Μαθητές, χαρούμενοι και ενθουσιασμένοι του έλεγαν ότι «εωράκαμεν τον Κύριον» (Ιω. 20,25), εκείνος παρέμεινε, δυστυχώς, διστακτικός και σκουντούφλης, εξαιτίας της μεγάλης θλίψης που τον είχε κατακυριεύσει ύστερα από το σταυρικό θάνατο του Χριστού. Εξαιτίας δε της καταχνιάς αυτής που είχε καταπλακώσει σαν πλάκα βαριά την καρδιά του, έλεγε ότι «εάν μη ίδω εν ταις χειρσί Αυτού τον τύπον των ήλων και βάλω τον δάκτυλόν μου εις την πλευράν Αυτού, ου μη πιστεύσω» (Ιω. 20,25).
Όταν όμως ο Κύριος, ύστερα από οκτώ ημέρες, εμφανίστηκε, εξαιτίας της άφατης μακροθυμίας Του στους Μαθητές του και είπε στο Θωμά να βάλει το δάκτυλό του στους τύπους των ήλων και στην πλευρά Του και να μη γίνεται άπιστος, αλλά πιστός, έφυγε μονομιάς από το Θωμά όλη η καταχνιά και ο δισταγμός και με ένα άλμα ή ακριβέστερα πέταγμα πνευματικό βρέθηκε και πάλι στα ύψη της πρώτης του αγάπης και για τούτο είπε:
- «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου (Ιω. 20,28). «Το πνεύμα και η καρδιά του Θωμά, σημειώνει ο Μ. Γαλανός, παρεδόθησαν εξ ολοκλήρου γιατί «η Ανάστασις και η πραγματική παρουσία του Χριστού εξήστραπτον ενώπιόν Του με την λαπροτέραν βεβαιότητα και ενέργειαν» (Βίοι Αγίων, τ.Ι. Αθήνας 1988, 35). Ένα τέτοιο δε πέταγμα πρέπει να γίνεται από όλους τους δύσπιστους και ημίπιστους χριστιανούς, που, κατά τον Άγιο Ιωάννη της Κλίμακας καλούνται να τρέχουν να ανατρέχουν και να πετούν «επ’ αυτήν την κορυφήν της οσίας Κλίμακος, που είναι η αρετή της αγάπης», εφόσον τότε ενώνονται με τον Θεόν, που «Αγάπη εστί» (Ι Ιω. 4,16).
δ) Ο ζήλος της ιεραποστολής
Ύστερα από την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, στους Μαθητές ο Απόστολος Θωμάς εργάστηκε αρχικά, όπως και οι άλλοι Μαθητές, ανάμεσα στους Ιουδαίους. Δεν έπαυσαν όμως ούτε στιγμή να αντηχούν στα αυτιά του τα λόγια του Κυρίου μετά την Ανάστασή Του, δηλαδή το «Πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το Ευαγγέλιον πάση τη κτίσει» (Μάρκ. 16, 15). Για τούτο ύστερα από κάποιο καιρό άφησε και αυτός την Ιουδαία και κατευθύνθηκε, πυρπολούμενος εσωτερικά από το ζήλο της ιεραποστολής, σε χώρες μακρινές, κηρύττοντας το Ευαγγέλιο του Χριστού στη Συρία και στη συνέχεια στην Περσία, φτάνοντας τελικά και σ’ αυτή την Ινδία. Για τούτο οι χριστιανοί της Νότιας Ινδίας, δηλαδή του Μαλαμπάρ, δέχονται ως πρώτο ευαγγελιστή και ιδρυτή της χριστιανικής Εκκλησίας στη χώρα τους τον Απόστολο Θωμά.
ε) Ο μαρτυρικός θάνατος
Ύστερα από μια ζωή αφιερωμένη στο Χριστό και στην αγάπη των συνανθρώπων του, ο Απόστολος Θωμάς βρήκε μαρτυρικό θάνατο στην Calaminaτων Ινδιών, καθώς κήρυττε το Ευαγγέλιο, από ανθρώπους του εκεί βασιλιά. Με τον τρόπο δε αυτό επισφραγίστηκε κατά τον καλύτερο χριστιανικά τρόπο η άγια ζωή του, εφόσον, κατά τον Απόστολο των Εθνών «η καύχησις ημών αύτη εστί, το μαρτύριον» (2 Κολ. 1,12). Και τούτο γιατί έγινε μάρτυρας Χριστού, όχι μονάχα «λόγοις» αλλά και «έργοις», υπογράφοντας το κήρυγμα του Ευαγγελίου με το αίμα του μαρτυρίου του. Σύμφωνα μάλιστα με μια παράδοση, «ο μαθητής ο απιστήσας εις την Ανάστασιν του Διδασκάλου και απαιτήσας να ψηλαφήση την πλευράν Του εις τον τόπον εις τον οποίον αφήκεν η διαπεράσασα αυτή του Ρωμαίου στρατιώτου λόγχη, απέθανε λογχισθείς και αυτός εις την ίδιαν πλευράν και κατά το αυτό ακριβώς μέρος» (Μ. Γαλανου, υπ. π. 37).
Ύστερα από όλα τα πιο πάνω, δεν απομένει άλλο, παρά να δοξάσουμε τον δοξάσαντα αυτόν Θεό και ταυτόχρονα να παρακαλέσουμε και τον Άγιο να πρεσβεύει για την ενίσχυση της πίστης και λέγοντας μαζί με τον υμνογράφο της Εκκλησίας μας και τα πιο κάτω:
- «Τη πιστή απιστία σου τους πιστούς βεβαίωσον, ως Θεού και Κύριον του Χριστού προσμονή σας, την σάρκα φορέσαντα δι’ ημάς τους επί γης και σταυρόν και θάνατον υπομείναντα».