«Νύχτα του Αγίου Βαρθολομαίου» η νύχτα της 4ης προς 5η Οκτωβρίου 2009 για τη Νέα Δημοκρατία. Έχασε: μία Κυβέρνηση, έναν Πρωθυπουργό και Πρόεδρο του κόμματος, ένα ιστορικό στέλεχός της, τον Γιώργο Σουφλιά, 70 βουλευτές και όλους σχεδόν τους νομούς της χώρας, σημειώνοντας ιστορικό χαμηλό, όσον αφορά στα ποσοστά της.
Γιατί άλλο μία ήττα «διαχειρίσιμη» με 3-4-5 μονάδες, και άλλο μία ήττα με 10,5 μονάδες.
Ούτε «διαχειρίσιμη» είναι ούτε και προσπερνιέται εύκολα. Ήταν φυσικό να προκαλέσει ντόμινο αντιδράσεων και παρενεργειών, οι οποίες είναι βέβαιον ότι θα έχουν και συνέχεια. Ίσως όχι στην ίδια ένταση, αλλά σε έκταση και βάθος χρόνου μέχρι το κόμμα να ανακάμψει και να ξαναβρεί τους ρυθμούς του.
Η παραίτηση Καραμανλή παρότι ακόμα και για τους «εχθρούς» ήταν μια πράξη «πολιτικής γενναιότητας» εκ των πραγμάτων φάνταζε «εκ των ουκ άνευ» με την τροπή που πήρε η ήττα για τη ΝΔ. Και, αν μη τι άλλο, παρότι απώλεια για το κόμμα, αυτός ήταν και ο ύστατος τρόπος, πέραν όλων των άλλων να διαφυλάξει και την προσωπική πολιτική του υστεροφημία. Διότι μπορεί να παρέλαβε τη ΝΔ και να την έκανε «κόμμα» επί της ηγεσίας του, μετά από μακροχρόνιες περιπέτειες εσωστρέφειας. Μπορεί να της έδωσε σημαντικότατες νίκες και να την επανέφερε στην εξουσία, αλλά η κατάληξη ήταν οδυνηρή τόσο για τον ίδιο όσο και για την παράταξή του.
Αναμενόμενη ως ένα βαθμό και η παραίτηση του επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας, Γιώργου Σουφλιά. Όχι μόνον γιατί προπηλακίστηκε το βράδυ των εκλογών από οπαδούς της ΝΔ, ούτε και γιατί την επαύριον των στελεχών άρχισε να δέχεται τα ομαδικά πυρά βουλευτών και στελεχών ότι έσυρε τη ΝΔ σε πρόωρες εκλογές με αποτέλεσμα να χάσει. Αλλά γιατί η ηθική της πολιτικής το επιβάλλει. Ο ίδιος ήταν ο πλέον ισχυρός οπαδός της άποψης ότι η ΝΔ έπρεπε να πάει τώρα σε εκλογές και το είπε και δημοσίως. Ο ίδιος σίγουρα, εκ των στενών συνομιλητών Καραμανλή τον προέτρεψε να λάβει τη συγκεκριμένη απόφαση. Ανέλαβε «συνεταιρικά» το ίδιο ρίσκο με τον Καραμανλή. Ένα ρίσκο που για τη ΝΔ αποδείχθηκε ολέθριο. Από τη στιγμή που ο Κ. Καραμανλής παραιτήθηκε το «ηθικά ορθό» ήταν αυτό να παραιτηθεί και ο ίδιος. Και αυτό έπραξε. Όχι γιατί υπέκυψε στις «πιέσεις», αλλά στην προσωπική του επιθυμία και παρόρμηση.
Από κει και πέρα, η Κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ «αποδεκατίστηκε» κυριολεκτικά, λόγω του γενικότερου αποτελέσματος, που είχε ως συνέπεια να μείνουν εκτός και «τρανταχτά» ονόματα, αλλά και βουλευτές με θητεία και προσφορά πίσω τους.
Ετσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, θέλοντας και μη η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να οδηγείται σε μια διαδικασία «αυτοκάθαρσης», η οποία εν τέλει μπορεί να είναι και προς τη θετική κατεύθυνση, αν... «Αν» δεν πέσει εκ νέου στην παγίδα της «εσωστρέφειας» και «αν» δεν βγουν τα μεγάλα εσωκομματικά μαχαίρια και μπορέσει να περάσει αναίμακτα στην επόμενη μέρα της.
Προς το παρόν, αυτό που φαίνεται είναι ότι οι τρεις βασικοί διεκδικητές - Ντόρα Μπακογιάννη, Δημήτρης Αβραμόπουλος και Αντώνης Σαμαράς - διατηρούν στάση αναμονής και δείχνουν «ψύχραιμοι», περιμένοντας να ανοίξει και τυπικά το εσωκομματικό παιχνίδι. Άλλωστε, όπως σχολίαζε και κάποιο υψηλόβαθμο στέλεχος «στη ΝΔ δεν υπάρχουν Βενιζέλοι».
Όπως και να ’χει, είναι προφανές ότι η ΝΔ έχει μπροστά της να διανύσει έναν δύσκολο δρόμο που δεν θα κρίνει μόνον τη συνοχή της, αλλά και τη συνέχειά της. Και αυτό είναι το ζητούμενο όχι μόνον μέχρι το Συνέδριο και την ανάδειξη του νέου αρχηγού, αλλά και κυρίως μετά.