Αν κάτι χαρακτηριστικό έχει αυτή η προεκλογική περίοδος είναι ένα: η απροθυμία συμμετοχής στα ψηφοδέλτια των κομμάτων. Και δεν μιλάμε μόνο για το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας που σε τοπικό επίπεδο «είδε κι έπαθε» να συγκροτηθεί, ή για τα ψηφοδέλτια γενικώς του συγκεκριμένου κόμματος. Οπου η «απροθυμία» μπορεί να συνδεθεί και με το γεγονός ότι η Ν.Δ. είναι «στα κάτω της» και γι΄ αυτό οι δυσκολίες και οι απροθυμίες. Μιλάμε, για ένα φαινόμενο που γενικά παρατηρήθηκε στα ψηφοδέλτια όλων των κομμάτων και ανά την Ελλάδα.
Που σημαίνει τι; Ότι η απροθυμία συμμετοχής συνιστά «κοινωνικό φαινόμενο» και ως τέτοιο πρέπει να εξετασθεί. Γιατί; Γιατί φαίνεται ότι οι εποχές των «ηρωισμών», των «ιδεαλισμών», ακόμα και των προσωπικών φιλοδοξιών, τελείωσαν και τη θέση τους πήραν πολύ πρακτικότερα ζητήματα που άπτονται της καθημερινότητας και που είναι ενδεχομένως και άμεσα εξαργυρώσιμα. Η τουλάχιστον, έτσι θα ήθελαν να είναι εκείνοι οι οποίοι μπαίνουν στη διαδικασία να σκεφτούν τη συμμετοχή τους σε ένα ψηφοδέλτιο.
Ολοι γνωρίζουν και τώρα και παλαιότερα ότι πάνω - κάτω είναι «κουκιά μετρημένα» ο αριθμός εκείνων που ανά ψηφοδέλτιο και ανάλογα με τη δυναμική εκάστου κόμματος εκλέγονται. Και όλοι γνωρίζουν ότι είναι πολύ πιθανό να μπουν ως «παραγεμίσματα» οι περισσότεροι για να κλείσουν οι αριθμοί, να προχωρήσει η διαδικασία. Μπορεί αρκετοί να ελπίζουν στην «έκπληξη» - που ενίοτε συμβαίνει - αλλά οι περισσότεροι επιδιώκουν ένα καλό «πλασάρισμα», το οποίο θα τους εξασφαλίσει μία αξιοπρεπή πολιτική παρουσία. Και, αν συμβαίνει να είναι υποψήφιοι σε ψηφοδέλτια κομμάτων εξουσίας, τότε αν το κόμμα γίνει κυβέρνηση μπορούν να ελπίζουν και σε μία «ανταμοιβή» άλλου είδους - εφόσον δεν θα εκλεγούν - με την τοποθέτηση σε κάποια θέση κ.λπ., κ.λπ…
Αυτά βέβαια είναι γνωστά και παλιά και τετριμμένα. Το καινούριο στοιχείο είναι ότι όλα αυτά δεν αποτελούν ως φαίνεται πλέον «κίνητρο» για να μπει κανείς σε ένα ψηφοδέλτιο και χρησθεί υποψήφιος «εις το όνομα του κόμματος» και της ενίσχυσής του. Πολύ τρέξιμο, πολύς κόπος, λίγος καιρός έτσι όπως γίνανε οι προεκλογικές περίοδοι και κυρίως πολλά και ανούσια έξοδα, τα οποία δεν αναπληρώνονται. Και όλα αυτά χωρίς εν συνεχεία να έχουν και κανένα αντίκρισμα προς… εξαργύρωση.
Ολη αυτή η «κακή διάθεση» προς τα ψηφοδέλτια όμως, ένα και μόνο ένα πράγμα αντανακλά, σε όλη του τη… μεγαλοπρέπεια! Τη γενικότερη απαξίωση της πολιτικής και του πολιτικού (ως ιδιότητα) από τους πολίτες. Όπως άλλωστε έχουμε την ευκαιρία αυτό να το καταλαβαίνουμε και να το προσλαμβάνουμε και να το αισθανόμαστε επίσης και μέσα από άλλα γεγονότα, που υπογραμμίζουν τον βαθμό που η ίδια η πολιτική δια των πολιτικών κατάφερε να απαξιώσει εαυτόν. Ε, όλο αυτό τώρα, το είδαμε να παρουσιάζεται ως ανάγλυφη εικόνα και ως προς το θέμα της κατάρτισης των ψηφοδελτίων. Κάποτε το να είναι «βουλευτής» ή ακόμη και «πολιτευτής» ενός κόμματος αποτελούσε πέρα από τα υπόλοιπα και όχημα κοινωνικής, ανόδου και καταξίωσης. Και αν ο «βουλευτής» διασώζεται, επειδή είναι μέλος του κοινοβουλίου, ο «πολιτευτής» δεν αποτελεί πλέον θελκτικό κίνητρο για κανέναν. ΄Η εν πάση περιπτώσει για ελαχίστους.
Το «καλό του κόμματος» και το «μεγαλείο της ιδέας», έχουν περίπου εξατμιστεί μέσα στην καθημερινότητα και με δύο λόγια μαζί με τις εποχές αλλάξανε και οι ανάγκες και τα στάνταρ της καθημερινότητας. Ενώ εκείνες οι «κομματικές αυτοθυσίες» άλλων εποχών, εκλείπουν.
Να δείτε που σε λίγα χρόνια θα τους… πληρώνουν για να μπουν στα ψηφοδέλτια! Αλλωστε και τώρα κάποιοι έθεσαν ζήτημα οικονομικής κομματικής ενίσχυσης για να κατέβουν. Άλλο που… δεν τα βρήκαν!