Η κατάσταση σήμερα στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό και συγκεκριμένα εντός των τειχών της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και του ΠΑΣΟΚ, με τις συγκρούσεις και τις τριβές μεγάλων και μικρών στελεχών τους, δεν πρέπει να ξαφνιάζουν κανέναν. Εντός της ΝΔ οι διαφορές των στελεχών του κόμματος υποτάχτηκαν στη διατήρηση και διαχείριση της εξουσίας, αλλά τώρα με τις εκλογές που προκηρύχτηκαν και τη σχεδόν σίγουρη απομάκρυνση από την εξουσία της Νέας Δημοκρατίας οι διαφορές αυτές ήρθαν στην επιφάνεια. Οι διαφορές αυτές όμως δεν προέρχονται μόνο από τη διαμάχη για έλεγχο της εξουσίας, αλλά και από διαφορές που έχουν σχέση με τις απαντήσεις και λύσεις που προτείνουν για τα ερωτήματα που τίθενται στην Νέα Εποχή της παγκοσμιοποίησης. Για την ακρίβεια οι ανακατατάξεις στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό, η ενδυνάμωση του ΛΑΟΣ, τα προβλήματα εντός του ΣΥΡΙΖΑ αλλά και η πτώση των ποσοστών των δύο μεγάλων κομμάτων, δηλώνουν αλλαγές στο ελληνικό πολιτικό σκηνικό που θα οδηγήσουν τελικά στη διάσπαση των δύο μεγάλων κομμάτων, και στη δημιουργία δύο, ή ακόμα και τριών νέων πόλων. Αυτό θα συμβεί διότι ιδεολογικά το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει εγκλωβιστεί σε εποχές προ της πτώσης του σοσιαλισμού, ενώ πολλοί ακόμα ενεργοί πολιτικοί ζούνε σε εποχές μετεμφυλιακές, αδυνατώντας να υποστηρίξουν ιδέες και λύσεις σε ένα νέο παγκόσμιο περιβάλλον οικονομικό και πολιτικό που καμία σχέση δεν έχει με το 50, το 60 ή το 70.Όλο το πολιτικό σύστημα κινείται ατυχώς και συνεχίζει και μετά το 1990,αναχρονιστικά να παραμένει το ίδιο, γύρω από τη γραμμή δεξιά και αριστερά. Δηλαδή με λίγα λόγια προσπαθεί το κάθε κόμμα ανάλογα με την ιδεολογική του απόχρωση να απαντήσει στο ερώτημα, ποια θα πρέπει να είναι η στάση του κράτους στην παραγωγή και διανομή του πλούτου, δηλαδή πόσους φόρους το κράτος θα βάζει στους πλουσιότερους ώστε να παρέχει στην κοινωνία υπηρεσίες ασφαλείας, υγείας παιδεία αλλά και πρόνοιας.
Όμως το σημερινό ερώτημα δεν έχει πλέον σχέση με το πόσο σοσιαλισμό θέλουμε, ή καλύτερα πόσο σοσιαλισμό δεν θέλουμε. Το ερώτημα αυτό έχει λυθεί και η απάντηση είναι γνωστή, λέγεται καπιταλισμός και κατά προτίμηση ελεύθερος .Το ερώτημα που τίθεται σήμερα είναι το μέγεθος του προστατευτισμού που θέλουμε στην εθνική καπιταλιστική οικονομία μας, σε σχέση με την παγκόσμια οικονομία, και καλύτερα πόσο μη προστατευτισμό αντέχουμε να διαχειριστούμε ως οικονομία, κράτος και έθνος. Σε αυτό το ερώτημα τα σημερινά κόμματα με την προσκόλλησή τους στο παρελθόν δεν μπορούν να βρουν απαντήσεις ως οργανωμένες παρατάξεις μέσα από την ιδεολογική συλλογική τους σκέψη. Και στην προσπάθεια για απαντήσεις σε καυτά ερωτήματα που δημιουργεί η νέα παγκόσμια ελεύθερη από φραγμούς οικονομία, δημιουργούνται τριβές εντός των κομμάτων και εμφανίζονται κοινά σημεία μεταξύ πολιτικών παρατάξεων και πολιτικών ομάδων που δεν θα μπορούσαν να έχουν καμία σχέση μεταξύ τους, και όμως ακόμα και αν δεν το παραδέχονται, προτείνουν τις ίδιες λύσεις ακόμα και αν εκκινούν από διαφορετική αρχή. Παραδείγματα των νέων απαντήσεων που δυσκολεύονται να δώσουν τα κόμματα αλλά πρέπει, σε σχέση με την παγκοσμιοποίηση είναι η παραχώρηση ή όχι εταιριών του δημοσίου σε ξένα κεφάλαια, όπως η αγορά του εμπορευματικού σταθμού του Πειραιά από κινέζικη εταιρία, η αποδοχή ή όχι των οικονομικών και κοινωνικών πολιτικών της ευρωγραφειοκρατείας, που απαιτεί για παράδειγμα την παύση επιδοτήσεων με τη μορφή εθνικών κρατικών πολιτικών και επιλογών, και η συμμετοχή ή όχι στον σχεδιασμό της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής ασφαλείας.Χαρακτηριστικό είναι το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης, το οποίο όμως στην πραγματικότητα είναι απλώς ένα υποερώτημα, του παραπάνω ερωτήματος. Θέλετε ελεύθερη μεταφορά εργατικού δυναμικού και απελευθέρωση της αγοράς εργασίας; Έτσι πάνω σε αυτό το ερώτημα αν και για διαφορετικούς λόγους ο καθένας τους, τίθεται υπέρ, ο ΣΥΡΙΖΑ, οι πιο φιλελεύθεροι της ΝΔ, οι πιο προοδευτικοί του ΠΑΣΟΚ, οι οικολόγοι, ενώ εναντίον τους στέκονται αντίθετοι το ΛΑΟΣ, οι συντηρητικοί δεξιοί της ΝΔ, και οι «συντηρητικοί σοσιαλιστές» του ΠΑΣΟΚ και τέλος το ΚΚΕ, το οποίο φυσικά δεν είναι αρνητικό απέναντι στους μετανάστες είναι όμως αντίθετο σε όποια απελευθέρωση αγορών ενάντια στα συμφέροντα του Έλληνα εργάτη. Με αυτό το παράδειγμα είναι εμφανές πως δημιουργούνται δύο φράξιες. Αυτές που απαντούν ναι στην παγκοσμιοποίηση και αυτοχαρακτηρίζονται ως προοδευτικές και αυτές που αντιτίθενται σε αυτήν και στις αλλαγές της, οι συντηρητικές. Αυτόν τον χαρακτηρισμό τείνει να λάβει το δεξιός και αριστερός και στην Ελλάδα, και επειδή τα κόμματα με τη σημερινή μορφή που έχουν δεν μπορούν να το υποστηρίξουν θα διαλυθούν, ή θα προκύψει μία ανακατάταξη παρόμοια με αυτήν που είχε στο μυαλό του ο βουλευτής της ΝΔ Γ. Μανώλης όταν έκανε αναφορά στη δημιουργία ενός νέου κόμματος της Κεντροδεξιάς. Οψόμεθα...
Δημήτρης Χ. Βόγιας Φοιτητής Μηχανολογίας