Πριν λίγες μέρες βρέθηκα, όπως τόσοι άλλοι, ως προσκυνητής και τουρίστας στο νησί της Μεγαλόχαρης, στην Τήνο.
Για να φτάσει κανείς εκεί, χρειάζεται τεσσάρων ωρών ταξίδι με συμβατικό καράβι, αν ξεκινήσει απ’ το λιμάνι της Ραφήνας. Φθάνοντας στο λιμάνι και συγκλίνοντας δεξιά προς το κέντρο της πόλης βρίσκεται μπροστά σε δύο δρόμους ανηφορικούς, που οδηγούν σε μικρή απόσταση απ’την παραλία στο επιβλητικό συγκρότημα του ναού της Παναγίας. Αυτό αποτελεί και το κεντρικό σημείο αναφοράς του νησιού όχι μόνο ως οικοδόμημα αλλά και ως τρόπος ζωής, αφού ο ναός λειτουργεί σχεδόν όλη μέρα από νωρίς το πρωί ως αργά το βράδυ.
Ο ένας απ’ τους δύο δρόμους, αρκετά πλατύς, ενώνει το λιμάνι με το ναό, στρωμένος κατά μήκος της δεξιάς του πλευράς με ένα στενό χαλί, για να διευκολύνονται, όσοι προσκυνητές αποφασίζουν να τον ανέβουν γονυπετείς, για να ζητήσουν τη χάρη Της και το θαύμα Της.Ο άλλος, παράλληλος με τον προηγούμενο αλλά πιο στενός, έχει μεταβληθεί σε εμπορικό κέντρο με μικρομάγαζα, ένθεν κακείθεν, που πουλούν ντόπια προϊόντα, είδη λαϊκής τέχνης, παιχνίδια και αντικείμενα, που σχετίζονται με τη λατρεία της Παναγίας.
Αυτούς τους δύο δρόμους, λοιπόν, το ναό και το λιμάνι, αν δει κανείς, είναι σε θέση να καταλάβει, πώς είναι οργανωμένη η ζωή στην πόλη της Τήνου και πού στηρίζουν τα έσοδά τους, όσοι Τήνιοι συνεχίζουν να παραμένουν εκεί.
Ωστόσο, όταν λέμε Τήνος, δεν εννοούμε μόνο την πόλη της Τήνου.Εννοούμε ένα νησί ορεινό, τρίτο σε έκταση απ’ τα νησιά των Κυκλάδων, με πληθυσμό σήμερα 9000 περίπου κατοίκους, εκ των οποίων το 1/3 περίπου είναι καθολικοί, μια που μέχρι και το 17ο αιώνα κατείχαν το νησί οι Ενετοί. Είναι, μάλιστα, εντυπωσιακό, ότι στο νησί, εκτός απ’ το ναό της Μεγαλόχαρης, υπάρχουν άλλες 1500 περίπου εκκλησίες μικρές ή μεγάλες, για να δείχνουν ,πόσο αναπτυγμένο ήταν και παραμένει το θρησκευτικό συναίσθημα των απανταχού Τηνίων.
Το νησί της Τήνου, λοιπόν, με έδαφος βραχώδες και άγονο ως επί το πλείστον, αν εξαιρέσουμε λίγες περιοχές, κυρίως στα ανατολικά, θυμίζει «κρανίου τόπο». Ωστόσο, είναι γεμάτο από σκόρπια μικρά γραφικά χωριουδάκια και οικισμούς με ολόασπρα σπιτάκια, που έχουν ένα κοινό αρχιτεκτονικό γνώρισμα. Εκτός από μερικές εκκλησίες δε διαθέτουν κεραμοσκεπή στέγη και επειδή οι κλιματολογικές αλλαγές δεν άφησαν ανεπηρέαστο και το νησί, παρότι στο πρόσφατο παρελθόν διέθετε πλούσια επιφανειακά και υπόγεια ύδατα, σήμερα χρησιμοποιεί πόσιμο νερό μόνο εμφιαλωμένο, ενώ για τις άλλες ανάγκες χρησιμοποιεί νερό αποθηκευμένο ή του δικτύου ύδρευσης, αλλά μόνο σε τετράωρη βάση το καλοκαίρι.
Για να γνωρίσεις καλά το νησί, χρειάζεται αυτοκίνητο. Αν θες, υπάρχουν διαθέσιμα προς ενοικίαση. Διαφορετικά, φροντίζει το τοπικό ΚΤΕΛ να οργανώνει καθημερινά εκδρομές και να επισκέπτεσαι, έτσι, τα πιο σημαντικά αξιοθέατα, όπως το μοναστήρι της Αγίας Πελαγίας, το χωριό των καλλιτεχνών (Χαλεπάς-Λύτρας-Γύζης),τον Πύργο και το επίνειό του την Πάνορμο.
Πέραν απ’ την κοσμοσυρροή χάριν της θαυματουργού εικόνας της Παναγίας και απ’ τις όμορφες παραλίες της εντύπωση προκαλούν οι δυνατοί και μεγάλης χρονικής διάρκειας βορειοανατολικοί άνεμοι και οι πεζούλες.
Οι ντόπιοι, βέβαια, έχουν συνηθίσει τους ανέμους και έχουν προσαρμόσει ανάλογα τη ζωή τους. Γι’ αυτό και δεν ενοχλούνται από αυτούς. Και επειδή αυτή την εποχή τα μελτέμια δίνουν και παίρνουν, γι’ αυτούς οι άνεμοι είναι αναμενόμενοι και καλοδεχούμενοι. Αποτελούσαν, άλλωστε κυρίως στο παρελθόν, πηγή ενέργειας, αφού πολλές πλαγιές και κορυφογραμμές είναι γεμάτες από ερείπια ανεμόμυλων. Σήμερα υπάρχουν συνθήκες για εγκατάσταση ανεμογεννητριών. Αντίθετα, όμως, μ’ άλλα νησιά στην Τήνο κατά τη διαδρομή μου συνάντησα μόνο μία.
Αναφορικά, τώρα, με τις πεζούλες όλη η Τήνος, απ’ την παραλία της ως τις κορυφές των λόφων και των βουνών, είναι γεμάτη από τέτοιες φτιαγμένες απ’ τα χέρια αγροτοκτηνοτρόφων, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να δημιουργήσουν φλούδες γόνιμης γης, καθάριζαν τη γη αυτή απ’ τις πέτρες, που για να μην είναι σκόρπιες εδώ και εκεί και πιάνουν μεγάλη έκταση, τις τοποθετούσαν περιμετρικά τη μια πάνω στην άλλη και σχηματίστηκαν, έτσι, οι περίφημες πεζούλες. Ποιος ξέρει επί πόσα χρόνια και πόσες χιλιάδες χέρια έκαναν αυτή τη δουλειά, για να βλέπουμε σήμερα αυτό το εκπληκτικό αποτέλεσμα.
Σημειωτέον ότι, σήμερα, οι γόνιμες αυτές φλούδες γης, που ήταν με τα αγροτοκτηνοτροφικά προϊόντα τους κάποτε ο βασικός τροφοδότης της Αθήνας, έχουν καταντήσει εξ αιτίας της μετανάστευσης και των κλιματολογικών συνθηκών χέρσα γη ως επί το πλείστον, αφού οι εναπομείναντες κάτοικοι ζουν, πλέον, κυρίως απ’ τον τουρισμό, θρησκευτικό και θαλάσσιο, και τις παρεχόμενες υπηρεσίες.
Έτσι είδαν τα δικά μου μάτια το νησί της Μεγαλόχαρης. Σ’ όσους δεν το επισκέφτηκαν ακόμη, το συνιστώ. Αξίζει τον κόπο.