Ιστορικά η χώρα μας βρέθηκε σε προφανή αδιέξοδα μετά την πτώχευση του 1893, την ήττα μας στον ελληνοτουρκικό πόλεμο το 1897 και την επιβολή Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου το 1898.
Απόρροια εκείνης της κατάληξης ήταν και το γεγονός, ότι η αναπτυξιακή πολιτική βασίζονταν κυρίως στον εξωτερικό δανεισμό, ενώ η σημαντική αύξηση των έμμεσων φόρων, εξυπηρετούσε αποκλειστικά το εξωτερικό χρέος που συσσώρευε η χώρα μας. Φαύλος κύκλος δηλαδή χωρίς προοπτική.
Σήμερα, εν έτει 2009, είναι γνωστό ότι μόνο στο πρώτο εξάμηνο η χώρα μας δανείστηκε πάνω από 56 δισ. ευρώ μέσα σε κλίμα αρνητικού αναπτυξιακού προσήμου, ενώ η ύφεση αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα της συνολικής οικονομικής δραστηριότητας και η ευρωπαϊκή επιτήρηση «απειλεί» για δεύτερη φορά να συμμαζέψει τις αστοχίες μας.
Εκατό χρόνια πριν, στις 14 Σεπτεμβρίου 1909 - ένα μήνα μετά την εκδήλωση του κινήματος στη θέση Γουδί- ο λαός της Αθήνας και του Πειραιά, απογοητευμένος από τις εθνικές ταπεινώσεις, τη δημαγωγία και την οικονομική ανέχεια, με συλλαλητήριο διατύπωνε τις παρακάτω αξιώσεις:
1) Επιβολή φόρου στο εισόδημα. 2) Προστασία της παραγωγής. 3) Βελτίωση της θέσης των εργατών και 4) Καταδίκη της τοκογλυφίας.
Σήμερα εκατό χρόνια μετά διαπιστώνει κανείς ότι: 1) Η κυριότερη πηγή εισοδήματος κρατικών εσόδων είναι η έμμεση φορολογία, κατά συνέπεια και η πιο άδικη. 2) Τόσο η προστασία, όσο και η αύξηση της παραγωγής αποτελούν ζητούμενα. 3) Η περιβόητη «επανίδρυση» επανάφερε την ευνοιοκρατία, ενώ η θέση όλων των υπολοίπων εργαζομένων υποβαθμίζεται από χρόνο σε χρόνο και 4) Η τοκογλυφία όχι μόνο είναι επίσημα παρούσα και ισχυρή, αλλά το τραπεζικό σύστημα ενισχύεται σκανδαλωδώς με πόρους των φορολογουμένων για να αποτελέσει το μοχλό μιας ανάπτυξης που δεν είναι καν ορατή. Ίσως οι ενέσεις ρευστότητας να απέδωσαν αλλού, αλλά στην ελληνική οικονομία των στρεβλών αγορών και της οριακής κυβερνητικής πλειοψηφίας με «βατοπαιδινούς» και τον κ. Παυλίδη συμπεριλαμβανομένων, αποδεικνύεται ότι τα χρήματα των φορολογουμένων καταλήγουν σε άπατο βαρέλι.
Επίκαιρη είναι σήμερα δυστυχώς η φράση του βουλευτή Ερμιονίδος Εμμ. Ρέπουλη το 1908 στην εφημερίδα «ΕΛΛΑΣ»: «... και διά τούτο καθήκον έχομεν να συνέλθομεν όσον τάχιστα και όσον τάχιστα να επιδοθώμεν εις το έργον της ανορθώσεως και της ανοργανώσεως». Σε άλλο σημείο του ιδίου άρθρου του αναφέρει: «...γενικώς δικαιούται πας τις να είπη, ότι βεβαίως δεν ανταποκρίνεται το κράτος τούτο ούτε εις τας παραδόσεις του παρελθόντος, ούτε εις τας αξιώσεις του παρόντος».
Σήμερα, εν έτει 2009, οι φράσεις αυτές έχουν δυστυχώς την ίδια αξιοθαύμαστη βαρύτητα.
Η τελευταία μάλιστα εξαετία-τηρουμένων των αναλογιών-παραπέμπει στην οικονομική και πολιτική κατάσταση της χώρας μας πριν εκατό και πλέον χρόνια.
Έτσι, το αίτημα περί «ανορθώσεως και ανοργανώσεως» παραμένει ισχυρό και επίκαιρο όσο ποτέ άλλοτε.
Μπορεί ιστορικά ο πρώτος δικομματισμός (Τρικούπη-Δεληγιάννη) να κλονίστηκε συθέμελα πριν εκατό χρόνια, αλλά και σήμερα αμφισβητείται το πολιτικό σύστημα στο σύνολό του ως ένα μεγάλο βαθμό. Δεν αρκούν καν οι απαριθμήσεις των ορθολογικότερων μέτρων και των τελειοτέρων προγραμμάτων, γιατί χάνονται στον καιάδα της χαμένης πολιτικής αξιοπιστίας. Κατά συνέπεια η κάλυψη του ελλείμματος αυτού είναι και το επόμενο μεγάλο πολιτικό στοίχημα που προέχει όλων των άλλων εγχειρημάτων. Κυρίως για την επόμενη κυβέρνηση, γιατί οι ανοχές των πολιτών προς τη σημερινή κυβέρνηση, αλλά και οι αντοχές της ιδίας έχουν προ πολλού εξαντληθεί.