Δύο είναι τα ζητήματα με τα οποία οι πολίτες, αυτήν την εποχή, ασχολούνται και ανησυχούν, ενώ υπάρχει κι ένα τρίτο, το οποίο μάλλον δεν απασχολεί την κοινωνία, αλλά τους πολιτικούς και τα εξουσιαστικά τους σύνδρομα.
Το ένα ζήτημα που απασχολεί τους πολίτες είναι οι κίνδυνοι από τον ιό της νέας γρίπης και αν η κυβέρνηση είναι σε θέση (με συγκεκριμένο σχέδιο) να προστατεύσει την ελληνική κοινωνία και
Το δεύτερο είναι η κλιμακούμενη οικονομική κρίση, τα αποτελέσματα της οποίας πιθανώς θα τα βιώσουμε, στη χειρότερη μορφή τους (ακόμη και με κοινωνική έκρηξη, όπως προέβλεψε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας) από το φθινόπωρο, η δε κυβέρνηση εν προκειμένω συνεχίζει να ψάχνεται και να πειραματίζεται ακόμη και ασκήσεις ψηφοθηρίας.
Όμως, το τρίτο ζήτημα, αυτό των εκλογών και της προεδρικής εκλογής της προσεχούς ανοίξεως, δεν φαίνεται να απασχολεί την κοινωνία, αλλά μόνο τις πολιτικές ηγεσίες της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, που διαγκωνίζονται, εν μέσω του θέρους και των «μπάνιων του λαού», με αντικείμενο τι άλλο;
Την παραμονή (η πρώτη) ή την επανάκτηση της εξουσίας (το δεύτερο).
Αυτός δε ο διαγκωνισμός τους, έχει εμπλέξει και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, καθώς η ανανέωση ή μη της θητείας του από την παρούσα Βουλή, έχει εξελιχθεί σε ένα περίεργο πολιτικό γαϊτανάκι, με την εμπλοκή συνταγματολόγων και «συνταγματολογούντων», η δε επιχειρηματολογία που προβάλλεται ένθεν κακείθεν θυμίζει το λαϊκό ρητό «πάρε τη σκούφια σου και βάρα με», καθώς η ΝΔ χρησιμοποιεί επιχειρήματα με τα οποία την είχε κατηγορήσει, στο παρελθόν, το ΠΑΣΟΚ και το ανάποδο!!!
Η ΣΙΩΠΗ ΤΟΥ ΚΑΡΟΛΟΥ
Μέσα σ΄ αυτό το γαϊτανάκι, με τη ΝΔ να φοβάται τις εκλογές και το ΠΑΣΟΚ να λέει ότι τις επιζητεί, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας προσπαθεί να κρατήσει μακριά από την αντιπαράθεση το θεσμικό του ρόλο και σιωπά.
Ουδείς γνωρίζει τις προθέσεις του πρώην Υπουργού των Εξωτερικών των κυβερνήσεων του Ανδρέα Παπανδρέου, ο υιός του οποίου (Ανδρέα Παπανδρέου) δηλώνει πως θα τον ξαναψηφίσει για Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά αφού μεσολαβήσουν εκλογές και αν ο ίδιος ο Πρόεδρος επιθυμεί την επανεκλογή του.
Ο Κάρολος Παπούλιας, πάντως, στις 24 Ιουλίου, στην εκδήλωση για την 35η επέτειο της αποκαταστάσεως της Δημοκρατίας, ουδέν ανέφερε επί του θέματος και έκλεισε (;) το ζήτημα με μία λέξη κι αυτή στα γερμανικά:
«Ρunkt», δηλαδή «τελεία».
Χωρίς, πάντως, να προσθέσει και παύλα...
Είναι προφανές πως αυτή η στάση του Κάρολου Παπούλια είναι η ενδεδειγμένη, καθώς αν πάρει ευθέως θέση, κινδυνεύει να κατηγορηθεί ότι ευνοεί είτε τη μια, είτε την άλλη πλευρά, αφού ως έμπειρος πολιτικός γνωρίζει πολύ καλά τον θεσμικό του ρόλο και φυσικά γνωρίζει καλύτερα από τον καθέναν πώς να προστατεύσει τον εαυτό του.
ΣΥΓΚΡΟΥΟΜΕΝΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ
Η, εν μέσω θέρους, «προεδρολογία» ξεκίνησε μετά από την έκθεση των (συγκρουόμενων) απόψεών τους επιφανών συνταγματολόγων για το αν η θέση την οποία έχει διατυπώσει, προ πολλού καιρού, ο Γιώργος Α. Παπανδρέου περί επανεκλογής του Κάρολου Παπούλια, αλλά αφού μεσολαβήσουν βουλευτικές εκλογές (και εφόσον φυσικά ο ίδιος ο Πρόεδρος επιθυμεί την επανεκλογή του) συνάδει με το πνεύμα και το γράμμα του Συντάγματος.
Το δε γεγονός ότι οι δύο επιφανείς συνταγματολόγοι (εν προκειμένω ομιλούμε για τους κ. Δημήτρη Τσάτσο και Γιώργο Κασσιμάτη) προέρχονται από το χώρο του ΠΑΣΟΚ, αποτέλεσε μια ουσιώδη, σε επικοινωνιακό επίπεδο, σανίδα σωτηρίας για την κυβέρνηση, η οποία, σε καμία περίπτωση, δεν θέλει τις εκλογές (καθώς έπεται πολλών μονάδων του ΠΑΣΟΚ).
Και με την κλιμάκωση της επιθέσεώς της προς τη μείζονα αντιπολίτευση επιδιώκει να διαμορφώσει συνθήκες πολιτικής εντάσεως ενόψει του προσεχούς φθινοπώρου, προκειμένου, είτε να προχωρήσει σε αιφνιδιαστικές εκλογές (πολλά λέγονται για τα τέλη Σεπτεμβρίου - με αρχές Οκτωβρίου) είτε να εξασφαλίσει, όσο αυτό της είναι εφικτό, πολιτικό χρόνο για να πετύχει ανάταξη των δυνάμεών της και να δώσει τη μάχη των εκλογών, υπό ευνοϊκότερες συνθήκες και μάλιστα σε άλλη χρονική περίοδο, πέραν του φθινοπώρου.
Ειδικότερα ο καθηγητής Δημήτρης Τσάτσος, πρώην ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ, απέκρουσε ανοιχτά την επιλογή του Γιώργου Παπανδρέου και ουσιαστικά υπέδειξε (!) στον Κάρολο Παπούλια να μη δεχθεί να είναι υποψήφιος.
«Όταν (ένα κόμμα) εκ των προτέρων δηλώσει ότι αρχικώς δεν θα ψηφίσει τον υποδεικνυόμενο από άλλα κόμματα Πρόεδρο, για να προκληθούν εκλογές και μετά την επίτευξη του στόχου του θα τον ψηφίσει, τότε μια σοβαρή ρύθμιση του Συντάγματος γίνεται ερμηνευτικός περίγελος, καθώς περιφρονείται εξόφθαλμα το βαθύτερο νόημά της», δήλωσε ο καθηγητής (στην «Καθημερινή») και διατύπωσε την πρόταση «ο υποψήφιος πρόεδρος να αρνηθεί την «εργαλειοποίησή» του ως «σκεύος» τεχνάσματος για τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών».
Επισημαίνεται πως ο καθηγητής Τσάτσος είχε υποστηρίξει στον αγώνα για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τον Ευάγγελο Βενιζέλο, κόπηκε από τα ευρωψηφοδέλτια του Κινήματος, ορισμένοι δε εκτίμησαν ότι πίσω από την υπόδειξή του στο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ίσως και να κρύβεται πρόθεση προβολής της υποψηφιότητας για την Προεδρία του πρώην πρωθυπουργού Κ. Σημίτη, εκδοχή την οποία δεν φαίνεται να συζητούν καν οι κ. Καραμανλής και Παπανδρέου.
Ανάλογη θέση κατά της θέσεως του ΠΑΣΟΚ για την προεδρική εκλογή είχε εκφράσει λίγες μέρες νωρίτερα, ο πάλαι ποτέ νομικός σύμβουλος του Ανδρέα Παπανδρέου (ο άνθρωπος που ουσιαστικά έκανε τη συνταγματική αναθεώρηση του 1985, η οποία ακολούθησε την πτώση Καραμανλή από την Προεδρία της Δημοκρατίας και την ανάδειξη του Χρήστου Σαρτζετάκη στο ύπατο αξίωμα της Ελληνικής Πολιτείας) Γιώργος Κασσιμάτης.
Η... ΧΑΡΑ ΤΟΥ ΜΑΞΙΜΟΥ
Οι δύο αυτές «γνώμες» προκάλεσαν μεγάλη ικανοποίηση στην κυβέρνηση, η οποία επέλεξε να παίξει από τώρα με πιο έντονο τρόπο το «χαρτί Παπούλιας», ώστε να αποφύγει τις εκλογές, ενώ, προσώρας, «σκεπάστηκαν» οι φωνές στελεχών της ΝΔ που ζητούν από τον πρωθυπουργό να προχωρήσει σε μεγάλες αλλαγές σε κυβέρνηση και κόμμα για να δείξει ότι πήρε το μήνυμα των ευρωεκλογών.
Επισήμως και δημοσίως το ΠΑΣΟΚ απέφυγε να έλθει σε σύγκρουση με τους κ. Τσάτσο και Κασσιμάτη, αλλά ανεπισήμως από την Ιπποκράτους λεγόταν πως οι δύο «συνταγματικές» παρεμβάσεις εντάσσονται σε ένα ευρύτερο πλαίσιο πιέσεων, που ασκούνται το τελευταίο διάστημα στο Γιώργο Α. Παπανδρέου ώστε να αλλάξει η απόφασή του για εκλογές και πιστεύουν πως αυτές οι πιέσεις θα ενταθούν με στόχο να εμφανιστεί ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι το πώς θα καταλάβει την εξουσία και ότι μπροστά στην επίτευξη του στόχου του αδιαφορεί για τις επιπτώσεις και παραβιάζει το Σύνταγμα.
ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΤΟ ΘΕΜΑ
Ωστόσο, δυο έτεροι επιφανείς συνταγματολόγοι και μάλιστα πνευματικά τέκνα του κορυφαίου Ελληνα καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου και ακαδημαϊκού, του αείμνηστου Αριστόβουλου Μάνεση, οι κ. Νίκος Αλιβιζάτος και Αντώνης Μανιτάκης, διετύπωσαν διαφορετικές απόψεις.
«Δεν βρίσκω τίποτα το αθέμιτο, ούτε το ανορθόδοξο το να χρησιμοποιείται το Σύνταγμα, οι διαδικασίες του και οι θεσμοί του ως κανόνες ενός πολιτικού παιχνιδιού μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης. Προφανώς οι κανόνες και οι διαδικασίες του Συντάγματος χρησιμοποιούνται ανέκαθεν για να εξυπηρετήσουν συγκυριακούς και κοντόφθαλμους πολιτικούς στόχους, είτε της αντιπολίτευσης είτε της κυβέρνησης. Έτσι γίνεται και γινόταν πάντα. Και δεν είναι ελεγκτέοι συνταγματικά οι φανεροί ή ανομολόγητοι στόχοι μιας πολιτικής απόφασης. Αρκεί να μην παραβιάζονται τυπικά οι συνταγματικές διαδικασίες», τόνισε ο καθηγητής Μανιτάκης.
Κι ο Νίκος Αλιβιζάτος ήταν εξίσου σαφής:
«Δεν συμμερίζομαι την άποψη πως η επιλογή αυτή του ΠΑΣΟΚ προσβάλλει το Σύνταγμα. Το μεν γράμμα του Συντάγματος δεν το προσβάλλει, διότι καμιά διάταξη δεν επιβάλλει στους βουλευτές να μετάσχουν σε μια ψηφοφορία αν δεν το θέλουν. Από την άλλη, δεν τους υποχρεώνει να ψηφίσουν ή να μην ψηφίσουν έναν συγκεκριμένο υποψήφιο».
Βεβαίως, πολιτικά ο καθηγητής Αλιβιζάτος έσπευσε να συμπληρώσει:
«Οφείλω, ωστόσο, να επισημάνω ότι το ΠΑΣΟΚ, δηλώνοντας χωρίς περιστροφές ότι σέβεται μεν τον κ. Παπούλια, αλλά θα τον ψηφίσει μόνο μετά τις εκλογές, παίρνει ένα μεγάλο πολιτικό ρίσκο. Κι αν αυτό το ρίσκο δεν του βγει, θα το πληρώσει πολιτικά».
ΚΙ ΟΜΩΣ ΣΥΝΔΕΕΤΑΙ ΜΕ ΕΚΛΟΓΕΣ
Είναι προφανές πως η προεδρική εκλογή δεν σχετίζεται μόνο με την ερμηνεία του Συντάγματος (η οποία είναι υποκειμενική), αλλά είναι γνησίως πολιτική πράξη και είτε το θέλουμε, είτε όχι, συνδέεται (καθώς δεν έγινε δεκτή η αποσύνδεση, κατά τη συνταγματική αναθεώρηση) και με τις βουλευτικές εκλογές, όπως έχει, άλλωστε, δείξει και η πείρα του παρελθόντος.
Θεωρείται βέβαιο ότι η κυβέρνηση θα επιδιώξει να πιέσει το ΠΑΣΟΚ να αναθεωρήσει τη στάση του για πρόωρες εκλογές και προς τούτο θα συνεχίσει να κινείται με κεντρικό επιχείρημα ότι το Κίνημα ευτελίζει τους θεσμούς και το Σύνταγμα.
Ήδη, ο Κ. Καραμανλής έχει αρχίσει να κινείται στη λογική αυτή, καθώς, εκτός των άλλων, θέλει να πιστεύει ότι ο Γ. Α. Παπανδρέου έχει εγκλωβιστεί σε πολιτικό αδιέξοδο και έχει εμπλακεί σε θεσμικό ατόπημα.
Ευελπιστεί δε ότι μπορεί μέσα στο ΠΑΣΟΚ να υπάρξει σχετική διχογνωμία, η οποία θα δώσει νέα διάσταση στο θέμα, αν και τα όσα διαφοροποιημένα είπε, επί του ζητήματος, ο Ευ. Βενιζέλος δεν είναι ασύμβατα με την πολιτική στρατηγική περί εκλογών του Γ. Α. Παπανδρέου, αλλά δίνουν μια διαφορετική απόχρωση σε θέματα τακτικής.
Ο διευθυντής της εφημερίδας «Το Βήμα» Σταύρος Ψυχάρης, κάνοντας μια αναδρομή στις προεδρικές εκλογές και στα παρασκήνιά τους έγραψε ότι:
«Η Ιστορία δηλοί ότι η προεδρική εκλογή, ανεξαρτήτως της προσωπικότητας των υποψηφίων, πάντοτε έγινε με τη σκέψη κυβερνώντων και αντιπολιτευομένων σε πιθανές εκλογές. Είναι πολιτική υποκρισία να κατηγορείται το ΠΑΣΟΚ σήμερα για... υπονόμευση των θεσμών επειδή εφαρμόζει την πολιτική του μείζονος αγαθού. Η προσφυγή σε εκλογές είναι η ασφαλιστική δικλείδα της Δημοκρατίας».