Από τον Μιχαήλ Γκρίλλα
Το πρώτο δάνειο, που συνήψε η χώρα μας ήταν το 1824 όταν η τότε προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση δανείστηκε από την Αγγλία, 5.000 λίρες για την αγορά δύο φρεγατών. Το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων αυτών φαγώθηκε και τελικά προμηθευθήκαμε μόνο μία, τη φρεγάτα «ΕΛΛΑΣ» της οποίας καπετάνιος ήταν ο Μιαούλης. Τα τοκοχρεολύσια πληρώνονταν για πάνω από 170 χρόνια και μάλιστα τον τελικό διακανονισμό τον έκανε ως υπουργός Οικονομικών ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος το 1978.
Η χώρα μας και ο λαός μας μάθαμε και συνηθίσαμε να ζούμε με δανεικά, όχι τα τελευταία τριάντα χρόνια, αλλά από ιδρύσεως του ελληνικού κράτους. Και όσο προχωρούσε και ανεπτύσσετο και στερέωνε την ανεξαρτησία του και εκσυγχρονίζετο, με δανεικά εσυντηρείτο και με δανεικά προέβαινε στους αναγκαίους αμυντικούς εξοπλισμούς.
Με δανεικά έγινε ο Ισθμός της Κορίνθου το 1882 και οι Ελληνικοί Σιδηρόδρομοι επί Χαρ. Τρικούπη. Και όταν το 1893 πτωχεύσαμε, πάλι με δανεικά ορθοποδήσαμε. Συνέχεια αυτής της πτώχευσης ήταν η Ελλάδα να μπεί στην εποπτεία του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου (ΔΟΕ). Τότε δεν υπήρχε Διεθνές Οικονομικό Ταμείο (ΔΝΤ). Έτσι για περισσότερα από εξήντα χρόνια, σε όλα τα είδη του μονοπωλείου σπίρτο, αλάτι πετρέλαιο κ.λπ. υπήρχε ετικέτα με την ένδειξη (ΔΟΕ).
Αργότερα το 1926 όταν ο τότε Δικτάτορας Θεόδ. Πάγκαλος διέταξε την προέλαση, εντός του Βουλγαρικού εδάφους του Ελληνικού Στρατού και η τότε κοινωνία των Εθνών μας επέβαλε αποζημιώσεις στη Βουλγαρία, πάλι με δανεικά ανταποκριθήκαμε σε αυτές τις υποοχρεώσεις.
Και αυτούς τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004, που με τόση επιτυχία διενεργήσαμε και ως χώρα και λαός νιώσαμε δικαιολογημένη υπερηφάνεια και μας κόστισαν κοντά στα 13 δισ. ευρώ, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι με δανεικά τους προετοιμάσαμε και με δανεικά τους εκτελέσαμε.
Επανερχόμενος τώρα στο Δημόσιο χρέος της χώρας, θα θυμηθούμε ότι το 1981 ήταν στο 30% του ΑΕΠ. Στη συνέχεια ο Ανδρέας Παπανδρέου αν και παρέλαβε όπως ίδιος δήλωνε τότε (1981) καμένη γη, με την εύκολη μέθοδο των δανεικών προέβη σε γενναίες παροχές στον ελληνικό λαό και ιδιαίτερα στις ασθενέστερες οικονομικές τάξεις και το πήγε το 1989 στο 90% του ΑΕΠ.
Ακολούθησαν η συγκυβέρνηση ΝΔ και Συνασπισμού υπό τον Τζανετάκη οικουμενική υπό τον Ζολώτα και η κυβέρνηση Μητσοτάκη, οπότε το Δημόσιο χρέος σκαρφάλωσε στο 123% του ΑΕΠ. Οι κυβερνήσεις του Κώστα Σημίτη το έριξαν στο 106% του ΑΕΠ. Σήμερα το χρέος της κεντρικής κυβέρνησης τρέχει στο 108%. Σε αριθμούς το παρέλαβε στα 184 δισ. ευρώ και σήμερα τρέχει στα 273 δισ. ευρώ και καθημερινά σκαρφαλώνει. Με προυπολογισμό του 2009 65 δισ. ευρώ έχουμε ήδη δανεισθεί 50 δισ. ευρώ και εκτιμάται να ξεπεράσει τα 55 δισ. ευρώ ή ακόμα να φθάσει και τα 60 δισ. ευρώ. Από το 2000 μέχρι το τέλος του 2008 δηλαδή μέσα σε εννέα (9) χρόνια έχουμε πληρώσει για τοκοχρεολύσια 269 δισ. ευρώ. (Σημερινό ΑΕΠ 260 δισ. ευρώ). Δηλαδή 30 δισ. ευρώ το χρόνο και σήμερα απαιτούνται 50 δισ. ευρώ το χρόνο.
Συνεπώς το κύριο και πρώτο ζητούμενο τόσο της σημερινής κυβέρνησης όσο και των μελλοντικών, δεν είναι τόσο η δραστική μείωση του τεράστιου δημόσιου χρέους (273 δισ. ευρώ), αλλά ο εκσυγχρονισμός της χώρας, για να μπορέσει έτσι στη συνέχεια να αντιμετωπίσει όλα εκείνα τα οξύτατα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, που έχουν συσσωρευθεί όλα αυτά τα χρόνια στον τόπο μας και είναι απόρροια της παθογένειας του πολιτικού μας και πελατειακού μας συστήματος, που για δεκαετίες τώρα συντρίβει και συνθλίβει στην κυριολεξία, κάθε απόπειρα προόδου και εξόδου της Πατρίδας μας, από τη μιζέρια, την υποανάπτυξη και την καθυστέρηση.
Θα αναφερθώ στα συμπεράσματα, που διατυπώνει στο βιβλίο του «Τα Βήματα του Έστερναχ» ένας μοναχικός λύκος της πολιτικής ζωής ο Αλέκος Παπαδόπουλος. «Το δημοσιονομικό πρόβλημα της χώρας, λέει δεν είναι ούτε το δημόσιο χρέος, ούτε το έλλειμμα, είναι το ίδιο το πολιτικό μας σύστημα. Ένα σύστημα, που χρησιμοποιεί τη Δημόσια Διοίκηση, ως δεξαμενή πελατείας, για την αναπαραγωγή του και που αντιστρατεύεται κάθε εκσυγχρονιστική μεταρρύθμιση, επειδή τη βλέπει ως απειλή εναντίον της αναπαραγωγής των πελατειακών του σχέσεων».
Συμπερασματικά πλέον προκύπτει ότι τα δανεικά πρέπει να χρησιμοποιούνται αποκλειστικά και μόνο, για αναπτυξιακά έργα και όχι για κατανάλωση, όπως απερίσκεπτα και χωρίς καμία σύνεση έκαναν όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις από το 1981 μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα το τεράστιο Δημόσιο χρέος (273 δισ. ευρώ), να είναι θηλιά στο λαιμό του Έθνους μας και ο Θεός να βάλει για τα καλά το χέρι του.
Έτσι εχόντων των πραγμάτων και εφόσον κατορθώσουμε να μειώνουμε κάθε χρόνο, κατά 2% το Δημόσιο χρέος (273 δισ. ευρώ), θα απαιτηθούν περισσότερα από πενήντα (50) χρόνια για να το αποσβέσουμε. Εάν δεν ανασυνταχθούμε ως Έθνος και ως Λαός κινδυνεύουμε να είμαστε συνέχεια ανυπόληπτοι και επαίτες της Ε.Ε. Συνεπώς «Δεί δή χρημάτων». Και για να επιτευχθεί αυτό, μπροστά μας βρίσκεται ένα σταθεροποιητικό πρόγραμμα αυστηρής και σκληρής λιτότητος διάρκειας πέντε ετών τουλάχιστον.