Με τη Συνθήκη του Μάαστριχ, η Ε.Ε. απέκτησε για πρώτη φορά αρμοδιότητα από κοινού με τα κράτη - μέλη για τα ζητήματα ασύλου, μετανάστευσης και συνόρων, μέσα από τη δημιουργία του λεγόμενου τρίτου πυλώνα, που αφορά στις εσωτερικές υποθέσεις και τη δικαιοσύνη, συμπεριλαμβανομένης της δικαστικής και αστυνομικής συνεργασίας. Στη Συνθήκη του Άμστερνταμ εγκαινιάζεται ο λεγόμενος «Χώρος Ελευθερίας Ασφάλειας και Δικαιοσύνης», δηλαδή ο χώρος εσωτερικής ασφάλειας της ΕΕ, προκειμένου να λειτουργήσουν με «ασφάλεια» η ενιαία εσωτερική αγορά και οι γνωστές 4 «ελευθερίες» του Μάαστριχ, μετά την κατάργηση των εσωτερικών συνόρων. Η έννοια και το περιεχόμενο του «χώρου», υπάρχει και στην Ευρωσυνθήκη της Λισαβόνας, όπως υπήρχε και στο Ευρωσύνταγμα. Η μετανάστευση και το άσυλο αποτελούν πολιτικές αυτού του «χώρου», στην πορεία μάλιστα έγιναν κοινοτικές πολιτικές, δηλαδή πολιτικές για τις οποίες η Ε.Ε. έχει την πρωτοβουλία των σχεδιασμών και αποφάσεων σε συνεργασία με τα κράτη μέλη, με εξαίρεση τη λεγόμενη «νόμιμη» μετανάστευση, δηλαδή τις προϋποθέσεις νομιμοποίησης που θέτει κάθε κράτος μέλος, η οποία παρέμεινε στην ευθύνη των κρατών μελών, για ευνόητους λόγους που σχετίζονται με την ανισόμετρη ανάπτυξη μεταξύ των κ-μ της ΕΕ. Στη Συνθήκη του Άμστερνταμ, ως γνωστόν, ενσωματώθηκε η Σύμβαση Σένγκεν, που περιέχει δρακόντεια μέτρα και μηχανισμούς φακελώματος και δίωξης των μεταναστών, όπως το Σύστημα Σένγκεν (SIS), που φακελώνει οποιονδήποτε αλλοδαπό κρίνουν τα κράτη μέλη ότι εμπίπτει στην κατηγορία του «ανεπιθύμητου». Στο δεύτερο 5χρονο πρόγραμμα που αφορά στον ΧΕΑΔ, δηλαδή το πρόγραμμα της Χάγης (2004-2009), αποφασίστηκε η λεγόμενη εξωτερική διάσταση του χώρου, που αφορά τόσο στα ζητήματα μετανάστευσης, όσο και τα ζητήματα της λεγόμενης τρομοκρατίας, δηλαδή θεσμοθετείται η πολιτική επεμβάσεων της Ε.Ε. σε τρίτες χώρες, με στόχο την αντιμετώπιση της μετανάστευσης και της «τρομοκρατίας». Σύμφωνα με την Ευρωσυνθήκη της Λισαβόνας, η Μεταρρυθμιστική Συνθήκη, που η ελληνική κυβέρνηση «προχωρά σε επικύρωση» στη Βουλή, χωρίς ούτε να ενημερώσει ούτε να ζητήσει τη γνώμη του ελληνικού λαού μέσω δημοψηφίσματος (διαδικασία που εντελώς αντιδημοκρατικά και πραξικοπηματικά αποφάσισαν όλα τα κράτη μέλη, εκτός της Ιρλανδίας που οι συνταγματικές της προβλέψεις είναι αυστηρότερες), η μετανάστευση και το άσυλο θα ανήκουν στις πολιτικές για τις οποίες τον πρώτο και κύριο λόγο θα έχει η Ευρωένωση. Όλες οι σχετικές αποφάσεις θα λαμβάνονται πλέον με πλειοψηφία και όχι ομοφωνία, και θα υλοποιούνται μέσω δεσμευτικών νομικών μέσων (οδηγίες, κανονισμοί).
Σύμφωνα με το άρθρο 63λ S1 της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης της Λισαβόνας «η Ένωση αναπτύσσει κοινή μεταναστευτική πολιτική, η οποία έχει ως στόχο να εξασφαλίζει σε όλα τα στάδια, την αποτελεσματική διαχείριση των μεταναστευτικών ροών, τη δίκαιη μεταχείριση των υπηκόων τρίτων χωρών που διαμένουν νόμιμα στα κράτη μέλη καθώς και την ενισχυμένη πρόληψη της παράνομης μετανάστευσης και της εμπορίας ανθρώπων και την καταπολέμησή της». (Οι υπογραμμίσεις δικές μας). Με απλά λόγια, η Ευρωσυνθήκη αποτυπώνει και θεσμοθετεί την κατάσταση που ήδη υπάρχει, δηλαδή υποκείμενα δικαιωμάτων να είναι μόνο οι μετανάστες που θα πληρούν τα κριτήρια της νομιμοποίησης, κριτήρια που απηχούν αποκλειστικά και μόνο τις ανάγκες της καπιταλιστικής αγοράς. Όσοι θα θεωρούνται «παράνομοι», θα αντιμετωπίζονται ως επιδημία, για την αντιμετώπισή της θα λαμβάνονται μέτρα πρόληψης και μάλιστα ενισχυμένης πρόληψης...! Είναι γνωστό το σκάνδαλο των ιπτάμενων φυλακών της CIA, με το οποίο συνδέεται η υπόθεση της απαγωγής των Πακιστανών στην Ελλάδα, το καλοκαίρι του 2005. Η αντιτρομοκρατική νομοθεσία της Ε.Ε. έχει εφαρμοστεί ευρέως σε βάρος μεταναστών α΄ή β΄ γενιάς. Οι λαοί που δέχθηκαν τη ΝΑΤΟϊκή επέμβαση και κατοχή, βρέθηκαν στη συνέχεια αντιμέτωποι με το κλείσιμο των συνόρων των κρατών που τους επιτέθηκαν, εμφανιζόμενοι αυτόκλητοι «απελευθερωτές» τους. Το ίδιο είχε συμβεί μια δεκαετία νωρίτερα με τους λαούς των πρώην σοσιαλιστικών χωρών, που τις υποσχέσεις για γκρέμισμα των συνόρων, του τείχους και την ελεύθερη πρόσβαση στη δήθεν «γη της επαγγελίας», διαδέχτηκαν οι απαγορευτικές νομοθεσίες, οι απελάσεις, η εκμετάλλευση και οι κάθε είδους ταπεινώσεις. Οι μετανάστες χρησιμοποιούνται ως πειραματόζωα για την εφαρμογή των νέων κατασταλτικών μεθόδων. Η Ε.Ε. διακρίνει τη μετανάστευση σε «νόμιμη» και «παράνομη», με εσωτερική και εξωτερική διάσταση. Κριτήριο του διαχωρισμού, η εξυπηρέτηση των κυρίαρχων οικονομικών συμφερόντων, δηλαδή των ισχυρών κυρίως κρατών του μεγάλου κεφαλαίου. Οι Σύνοδοι Κορυφής της Ε.Ε. στη Σεβίλλη και τη Θεσσαλονίκη, το 2002 και 2003 αντίστοιχα, είχαν προκαλέσει σοκ με τις αποφάσεις για κλείσιμο των συνόρων της Ε.Ε. και τις προτάσεις για στρατόπεδα μεταναστών. Ωχριούν μπροστά στα μέτρα που πάρθηκαν από τότε και σε όσα προγραμματίζονται. Η πολιτική της Ε.Ε. απέναντι στους μετανάστες αποτυπώθηκε στην έκφραση Ευρώπη - φρούριο. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπ. Εσωτερικών και Δημόσιας Τάξης έγιναν 112.000 συλλήψεις το 2007 και ελήφθησαν 57.000 αποφάσεις απέλασης, από τις οποίες πραγματοποιήθηκαν μόνο οι 17.000 λόγω υψηλού κόστους! Το διάστημα 2004 - 2008, συνελήφθησαν 330.000 μετανάστες. Αν θέλουμε να ακολουθήσουμε τη διαδρομή ενός μετανάστη, θα διαπιστώσουμε ότι η νόμιμη πρόσβαση στην Ε.Ε. των ανθρώπων που βρίσκονται σε ανάγκη είναι πλέον σχεδόν αδύνατη, με βάση την ισχύουσα εναρμονισμένη κοινοτική νομοθεσία για έκδοση βίζας και τον κοινοτικό κώδικα θεωρήσεων. Σύμφωνα με οδηγία της Ε.Ε., που πριν ένα χρόνο και κάτι επικύρωσε η ελληνική Βουλή, οι μεταφορικές εταιρίες που δεν τηρούν τις υποχρεώσεις ελέγχου των ταξιδιωτικών εγγράφων και φακελώματος των υπηκόων τρίτων χωρών που ταξιδεύουν προς την ΕΕ, θα πληρώνουν πρόστιμα. Να γιατί ανθούν οι δουλέμποροι! Όσοι καταφέρουν να πληρώσουν τους δουλέμπορους και φτάσουν σε κάποιο ευρωπαικό σύνορο μετά από ένα μακρύ και επικίνδυνο ταξίδι, θα βρεθούν αντιμέτωποι με τους εθνικούς και ευρωενωσιακούς μηχανισμούς συνοροφυλάκων, που έχουν ευθύνονται για τους χιλιάδες νεκρούς και αγνοούμενους στη διαδρομή από την Τουρκία προς την Ελλάδα ή από την Αφρική προς την Ιταλία και Ισπανία. Αν κατορθώσουν να φτάσουν στο ευρωπαϊκό οχυρό, θα διαπιστώσουν ότι κάθε άλλο παρά ασφαλείς είναι. Θα βρεθούν αντιμέτωποι με τη φυλάκιση σε απάνθρωπα κέντρα κράτησης, με την κακομεταχείριση ακόμη και τα βασανιστήρια από τους κατασταλτικούς μηχανισμούς, είτε θα επαναπροωθηθούν πάραυτα στη χώρα από την οποία προέρχονται ή την οποία χρησιμοποίησαν ως διέλευση, ή τέλος θα απελαθούν μαζικά (για λόγους οικονομίας) παρόλο που η Συνθήκη της Γενεύης απαγορεύει τις ομαδικές απελάσεις. Αρκετοί μετανάστες, μη αντέχοντας τις άθλιες συνθήκες κράτησης ή την προοπτική επιστροφής τους στην κόλαση, κατεβαίνουν σε απεργίες πείνας ή ράβουν τα μάτια και τα στόματά τους ή ακόμη και αυτοκτονούν. Μέσα σε αυτές τις συνθήκες ελάχιστοι είναι εκείνοι που μπορούν να καταθέσουν αίτημα ασύλου, ενώ η νομοθεσία για το άσυλο συρρικνώνει δραματικά την έννοια του πρόσφυγα, έτσι όπως έχει οριστεί από τη Συνθήκη της Γενεύης του 1951. Σε νέα ευκαιρία μας θ' αναφερθούμε διεξοδικά για τη μεταναστευτική πολιτική του Ασύλου, τη νόμιμη και μη μετανάστευση, και τις πολιτικές ένταξης των μεταναστών στην Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Γηραιά ΄Ηπειρό μας.