Την Παρασκευή 14 Μαΐου η ελληνική κοινωνία εισήλθε στον αστερισμό των Γενικών Εξετάσεων στις οποίες προσήλθαν περίπου 85.000 υποψήφιοι (70.000 τελειόφοιτοι και οι υπόλοιποι απόφοιτοι παλαιοτέρων ετών) για να διαγωνισθούν στο μάθημα της Έκθεσης με θέμα την «αξία της αυτομόρφωσης και της δια βίου μόρφωσής» των.
Οι Γενικές Εξετάσεις, ο μόνος -τόσο ευρείας κλίμακας- θεσμός στη χώρα μας που έχει χαρακτηριστικά αντικειμενικότητας και αξιοκρατίας και παραμένει αδιάβλητος εν τω μέσω μάλιστα δυσμενών συγκυριών, επί πολλές δεκαετίες, υπηρετείται, με υψηλού επιπέδου επαγγελματισμό, από τους καθηγητές του Λυκείου-κυρίως- χωρίς ποτέ αυτοί να αμείβονται ικανοποιητικά γι’ αυτό .
Εν τούτοις κι αυτές ακόμη οι Εξετάσεις δεν είναι δίχως αδυναμίες και προβλήματα. Π.χ. οι στατιστικές μετρήσεις αποκαλύπτουν ότι το 70% των παιδιών της Τεχνολογικής Κατεύθυνσης (και σημαντικό ποσοστό της Θετικής) γράφουν κάτω από τη βάση στα Μαθηματικά ή με βάση τον τρόπο κατανομής των διαγωνιζομένων στις διάφορες Σχολές μόνο ένα μικρό ποσοστό εξ αυτών επιτυγχάνει σε Τμήμα της πρώτης του επιλογής.
Σημαντικότατες αδυναμίες όμως έχει και το σύνολο του Εκπαιδευτικού Συστήματος που δεν μπορεί να ανταποκριθεί σωστά αφενός στην, εν πολλοίς, καλλιεργούμενη ζήτηση της ελληνικής κοινωνίας για την Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και αφετέρου δεν διαθέτει τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που θα του επιτρέψουν να συναγωνισθεί εκείνα των πιο αναπτυγμένων χωρών.
Το σκέλος της ποιότητας του εκπαιδευτικού προϊόντος δεν ερευνάται στη χώρα μας και παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες καθώς η αξιολόγησή του εκπ/κού συστήματος θεωρείται θέμα ταμπού-κληρονομιά μιας ανατολικοευρωπαϊκού υποδείγματος ισοπεδωτικής αντίληψης περί ισότητας –που ουδείς επιχειρεί να το ανοίξει. Τουναντίον βλέπουμε ανακοινώσεις συνδικαλιστικών ηγεσιών των εκπαιδευτικών να αρνούνται ακόμη και την αυτοαξιολόγηση των σχολικών μονάδων.
Το ισχυρό πάντως αίτημα της κοινωνίας μας για Πανεπιστημιακές σπουδές σίγουρα έχει και θετικά στοιχεία για τον αναδυόμενο κόσμο της πολυπλοκότητας, τον κόσμο της Πληροφορίας και της Γνώσης στον οποίο η ικανότητα των ανθρώπων να προσαρμόζονται ευκολότερα σε ταχύρυθμες αλλαγές θα κρίνει τελικώς ποιες χώρες θα βρίσκονται μπροστά στα επόμενα χρόνια και ποιες θα ακολουθούν ασθμαίνουσες ή θα μπαίνουν στο περιθώριο.
Έχει όμως και αρνητικά στοιχεία καθώς πριμοδοτείται και πριμοδοτεί στρεβλώσεις και εκφυλιστικά φαινόμενα όπως είναι π.χ. η υποκατάσταση του Λυκείου και η απορρόφησή του κυριολεκτικώς από το φροντιστήριο. Δηλαδή και στο θέμα αυτό η Πολιτεία άφησε και αφήνει τη Δημόσια Εκπαίδευση ανοχύρωτη και οι πολίτες αναγκάζονται μπροστά στις Εξετάσεις να πληρώνουν το ίδιο προϊόν τουλάχιστον δύο φορές.
Δεν μπορεί πάντως χώρες με μεγάλη ανάπτυξη και ευημερία να στέλνουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση 1 στους 3 ή 4 νέους κι εμείς εδώ αντιστρόφως να βάζουμε 3 στα 4 ελληνόπουλα σε σχολές ΑΕΙ/ΤΕΙ και ένα ποσοστό τουλάχιστον 20% από αυτά να μη τα καταφέρνουν και να εγκαταλείπουν τις σπουδές τους σπαταλώντας πόρους και δυνάμεις συνήθως για ένα πουκάμισο αδειανό.
Τι νόημα, ας πούμε, έχει να εισαχθούν φέτος 4.000 παιδιά στις φιλοσοφικές Σχολές της χώρας όταν ήδη έχουμε περίπου 40.000 πτυχιούχους αυτών των Σχολών πολλοί εκ των οποίων υποαπασχολούνται, ετεροαπασχολούνται ή είναι άνεργοι; Πόσο ευτυχείς άνθρωποι μπορεί να γίνουν όλοι αυτοί όταν κάποτε τελειώσουν-αν τελειώσουν-τις σπουδές τους και βρεθούν μπροστά στα αξεπέραστα επαγγελματικά αδιέξοδα;
Από την άλλη μεριά η κοινωνία θεωρεί λογική την επιδίωξη να βαδίσουν τα βλαστάρια της προς το Πανεπιστήμιο, τη μόνη οδό που φαίνεται να δίνει μια ελάχιστη προοπτική- ισχνή έστω- επαγγελματικής διασφάλισης (κυρίως στο Δημόσιο) για να μη γίνουν χειρώνακτες όπως οι παππούδες τους ή οι προπαππούδες τους. Είναι η φυσική τάση για πρόοδο και για εξέλιξη και βελτίωση της ζωής των ανθρώπων πολύ περισσότερο σε μια χώρα όπου οι τεχνικές εργασίες είναι άκρως υποτιμημένες και δίχως αίγλη ενώ η Τεχνική και Επαγγελματική Εκπαίδευση δεν τυγχάνει καμιάς ουσιαστικής φροντίδας και υποστήριξης.
Εν συμπεράσματι: είμαστε μια χώρα που παράγει πολλούς επιστήμονες ή «επιστήμονες» που δεν ξέρει τι να τους κάνει και λίγους τεχνίτες και επαγγελματίες χωρίς Πανεπιστημιακό πτυχίο. Τους πρώτους άρχισε ήδη να τους εξάγει, ένα είδος ιδιότυπης μετανάστευσης, σε χώρες με πιο αναπτυγμένα συστήματα που μπορούν να τους απορροφήσουν αμείβοντάς τους ικανοποιητικά. Τους δεύτερους τους φέρνει από όμορες ή πιο μακρινές περιοχές ενισχύοντας και το ντόπιο DNA. Είναι βέβαιο πως η έλλειψη πολιτικής στο θέμα αυτό θα έχει μεσομακροπρόθεσμες συνέπειες που δεν έχουν μελετηθεί.
Πάντως οι Γενικές Εξετάσεις, ούτως ή άλλως, συνιστούν-πραγματικά ή φαντασιακά- κομβικό σημείο στη ζωή της πλειοψηφίας των νέων που προσέρχονται σ’ αυτές και οι οποίοι καλούνται να κριθούν μέσα σε λίγες ώρες και σε λίγες μέρες για το μόχθο μιας πολύχρονης και αγχογόνου προσπάθειας που επηρεάζει σε πολλά επίπεδα τόσο τους ίδιους όσο και το στενό τους περιβάλλον. Εμείς, οι μεγαλύτεροι, είτε εμπλεκόμαστε είτε όχι στον αγώνα τους αυτό, ας δείξουμε τον απαιτούμενο σεβασμό τουλάχιστον στο διάστημα των κρίσιμων ημερών δημιουργώντας ένα θετικό κλίμα γύρω τους κι ας φροντίσουμε να βρούμε τρόπους ώστε οι επόμενες γενιές να απαλλαγούν επιτέλους από αυτή τη βαρβαρότητα.
* Ο Δημήτρης Νούλας είναι Χημικός