Όταν έγραφα προχθές ότι με την ψήφιση των μέτρων άγριας λιτότητας, υπό την πιεστική έως αυταρχική παρουσία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ε.Ε., γράφεται και το «τέλος εποχής» για τη μεταπολιτευτική Ελλάδα, όπως μέχρι σήμερα την ξέραμε, δεν φανταζόμουν ποτέ ότι το «τέλος» αυτό θα γραφόταν με αίμα. Με τον πλέον οδυνηρό, τον πλέον βάναυσο και τον πλέον άνανδρο τρόπο που μπορεί να σφραγίσει το θυμό και την οργή ενός λαού που έχει ξεχυθεί στο δρόμο να δηλώσει την απελπισία του, το βαθύ αίσθημα αδικίας που αισθάνεται, την ισοπέδωση των κεκτημένων του που εισπράττει, το δικαίωμά του να ελπίζει για ένα αύριο που τώρα φαντάζει ζοφερό και χωρίς διεξόδους διαφυγής.
Όσοι άνθρωποι όμως κι αν ξεχύθηκαν την Τετάρτη στους δρόμους όλης της χώρας, όσα δίκια και αν επιχειρήθηκε να προασπιστούν, η Τετάρτη 5 Μαΐου του 2010, για τη χώρα και την ιστορία της, σφραγίστηκε από ένα μόνο: από τη βάναυση δολοφονία τριών ανθρώπων, που άθελά τους, αναγορεύτηκαν σε «μάρτυρες» τραγικών στιγμών της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας. Το γεγονός αυτό, αποτέλεσμα της ψυχρής εγκληματικής δράσης αυτών που επί χρόνια αφήνονται ν’ αλώνουν, να βανδαλίζουν, να βαρβαρίζουν ποικιλοτρόπως κρυμμένοι πίσω από μάσκες και κουκούλες, είναι που σόκαρε την Ελλάδα, αμαύρωσε την ήδη κακοποιημένη εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Πριν και πάνω απ’ όλα όμως, στοίχισε τη ζωή σε ανθρώπους που τίποτε δεν έφταιγαν, που ποτέ δεν κατάλαβαν «γιατί».
«Βία». Τι είναι «βία». Βία είναι, βέβαια, ο θάνατος των ανθρώπων. Ακρότατο σημείο της. Βία είναι όμως και κάθε πέτρα που εκτοξεύεται από τους «γνωστούς-αγνώστους». Βία είναι τα κατεστραμμένα καταστήματα. Βία είναι τα καμένα αυτοκίνητα. Βία είναι οι καμένοι κάδοι. Βία είναι η εκτόξευση απειλών. Βία είναι όλα. Και βία είναι ό,τι βιώνουμε κάθε φορά που επιχειρείται μια μαζική εκδήλωση διαμαρτυρίας γιατί πάντα παρεισφρύουν αυτοί, οι εγκληματίες της κουκούλας. Κάποια στιγμή, από την επαναλαμβανόμενη βία τα πράγματα θα έφταναν και μέχρι το φόνο. Ήταν θέμα χρόνου. Μόνο που τώρα συνδέθηκαν με μια υποβόσκουσα κοινωνική επανάσταση, η οποία ντύθηκε το μανδύα της βίας και του θανάτου, γιατί έτσι αποφάσισαν δυο-τρεις, υποβαθμίζοντας εντέλει και το ίδιο το νόημά της.
Δεν μπορώ να μη θυμηθώ τον ντόρο που έκαναν διάφοροι... ευαίσθητοι δημοκράτες και οι νυν κυβερνώντες τότε στην αντιπολίτευση, όταν οι προηγούμενοι αποφάσισαν την απαγόρευση της κουκούλας. Να λοιπόν οι «κουκούλες» σας κύριοι και η προστασία που παρέχουν σε κάθε κοινό εγκληματία.
Και ενώ η κοινωνία σπαράσσεται αντιδρώντας σπασμωδικά στα αναπόφευκτα μέτρα σωτηρίας της Ελλάδας - θυμίζοντας τους τελευταίους σπασμούς πληγωμένου ζώου πριν παραδοθεί στο μοιραίο - η Βουλή εξακολουθεί να θυμίζει «τσίρκο». Ενός λεπτού σιγή για την απώλεια των τριών, καταδίκη, χειροκροτήματα ακόμη και κείνη την τραγική ώρα από τους βουλευτές του κάθε κόμματος για τον... κομματάρχη και αλληλοεπίρριψη ευθυνών. Και χθες τα ίδια. Τα μέτρα πέρασαν κατά πλειοψηφία, αλλά, πριν γίνει αυτό οι πάντες είχαν απολέσει κάθε μέτρο, επιχειρώντας να αποσείσουν τις ευθύνες για τα αίτια που φθάσαμε μέχρις εδώ. Κανείς και για κανένα λόγο δεν στάθηκε ικανός να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Κανείς και για κανένα λόγο από αυτούς που επικαλούνται την εθνική ομοψυχία και τον πατριωτισμό στη δύσκολη ώρα, δεν έβαλε τη «δύσκολη ώρα», πέρα και πάνω από την κομματική περιχαράκωση. Προσπάθησαν όλοι να τη στριμώξουν μέσα σ’ αυτή.
Και, σε μια ένδειξη «πυγμής» (ποιας «πυγμής;», έτσι φαίνεται η πυγμή) Παπανδρέου και Σαμαράς διέγραψαν όσους παρεξέκλιναν από τη... γενική διαταγή.
Η απαξίωση των πολιτικών, το ρεζιλίκι τους για την ακρίβεια στα μάτια του κόσμου έχει υπερβεί κάθε όριο, περπατάνε στο δρόμο και ο κόσμος τους πετάει αυτά, κι αυτοί... Αυτοί, λες και είναι εγκλωβισμένοι σε μια διαφανή φυσαλίδα, αρκούνται στο κενό της πολιτικής τους κενότητας, επιμένοντας σε πρακτικές «πολιτικές» που και χρεοκόπησαν και μας χρεοκόπησαν.
Ο Μπέρλοτ Μπρεχτ, αναφερόμενος στους ηγέτες της Ανατολικής Γερμανίας, μετά την εξέγερση του Βερολίνου το 1953, είχε πει: «Καθώς ο λαός, από δικό του λάθος, έχασε την εμπιστοσύνη των ηγετών, δεν μένει παρά να τον διαλύσουν και να εκλέξουν άλλον». Εμείς παραφράζοντας θα λέγαμε: «Καθώς οι ηγέτες, από δικό τους λάθος, έχασαν την εμπιστοσύνη του λαού, δεν μένει παρά να τους... διαλύσουν και να εκλέξουν άλλους».