Τον ήθελε ολόκληρο το σύμπαν. Τον προτιμούσε η Ελληνική κυβέρνηση (μέχρι και ταξίδι στην Κύπρο έκανε για χάρη του ο πρωθυπουργός μας παραμονές των ψευδοεκλογών). Τον ήθελαν ακόμα ο Γενικός Γραμματέας του Ο.Η.Ε. κ. Μπα Γκι Μουν, η Χίλαρι Κλίντον, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σχεδόν ολόκληρη η Ε.Ε., η Μ. Βρετανία, ο κ. Φούλε, ο κ. Σουλτς, ο κ. Μπαρόσο, μα πάνω απ’ όλους πιο πολύ τον προτιμούσε διακαώς ο ομοϊδεάτης Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας κ Δημήτρης Χριστόφιας. Και όμως δεν συνωμότησε το σύμπαν (όπως υποστηρίζει στον αλχημιστή ο Πάολο Κουέλο) για να βγει νικητής. Ο Ντερβίς Έρογλου, επιβεβαίωσε λοιπόν τις προβλέψεις, και με τις ψήφους της συντριπτικής πλειοψηφίας των εποίκων, αλλά και αρκετών τουρκοκυπρίων (στα κατεχόμενα οι έποικοι είναι η πλειοψηφία) εκτόπισε τον Μεχμέτ Αλή Ταλάτ, προκαλώντας στον Πρόεδρο Χριστόφια έναν πραγματικό διαπραγματευτικό εφιάλτη.
Με τον Ταλάτ υποστηρίζουν πολλοί είχαμε συνομιλίες και το κυπριακό βρισκόταν σε κινητικότητα. Καμία λοιπόν αντίρρηση. Με την εξής, όμως, ειδοποιό διαφορά, ότι δηλαδή η όποια ασήμαντη πρόοδος στις συνομιλίες, σημειώθηκε αποκλειστικώς και μόνο στα σημεία όπου υπήρξαν εκ μέρους μας γενναίες προσφορές και παραχωρήσεις. Η εκ περιτροπής προεδρία, η σταθμισμένη ψήφος και η αποδοχή εκ των προτέρων παραμονής 50.000 εποίκων τουλάχιστον στο νησί, δίχως κανένα απολύτως μικρό ή μεγάλο αντάλλαγμα, είναι τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα. Να σημειωθεί ότι με τις παραπάνω γενναίες προσφορές του πρόεδρου, διαφώνησαν όλοι, ακόμα και τα συγκυβερνώντα κόμματα, πλην του ΑΚΕΛ φυσικά. Για τη μητέρα Ελλάδα, ούτε λόγος να γίνεται, αφού από καιρό η κυβέρνηση και σχεδόν ολόκληρος ο πολιτικός κόσμος, κρύβεται πίσω από το ψευδεπίγραφο επιχείρημα της κυπριακής λύσης. Κάτι που δυστυχώς άφησε την Τουρκία και τους πολλούς απρόσκλητους διαμεσολαβητές να κάνουν ό,τι θέλουν στον απευθείας διάλογο. Εμείς, έως τώρα, ούτε που ακουμπήσαμε την μπάλα, για να χρησιμοποιήσω έναν όρο από την ποδοσφαιρική διάλεκτο.
Τι θα γίνει λοιπόν με τον διάλογο που βρίσκεται σε εξέλιξη; Ό,τι γινόταν πάντα, είναι η απάντηση. Διότι στις προχθεσινές εκλογές στα κατεχόμενα κέρδισε και πάλιν αυτός που κερδίζει πάντοτε, δηλαδή η Άγκυρα. Διότι, καμιά λύση δεν πρόκειται να τύχει της έγκρισης της τουρκοκυπριακής κοινότητας, εάν πρώτα και κύρια δεν δοθεί το πράσινο φως από το εθνικό συμβούλιο της Τουρκίας. Κατά συνέπεια εκεί πρέπει να στοχεύουμε. Ταλάτ και Έρογλου αποτελούν τις δύο όψεις της ίδιας αταλάντευτης πολιτικής που στοχεύει στην κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και σε λύση δύο κρατών. Για να έλθει η σειρά του Αιγαίου και της Θράκης. Το δήλωσε άλλωστε ευθαρσώς ο Τούρκος υπουργός των Εξωτερικών: «Η καλύτερη περίοδος για τα Βαλκάνια ήταν επί Οθωμανικής αυτοκρατορίας»!!!
Η εκλογή λοιπόν του κ. Έρογλου, άρα και η αλλαγή του διαπραγματευτή της τουρκοκυπριακής πλευράς στις συνομιλίες, σίγουρα δημιουργεί νέα δεδομένα. Όπως νέα δεδομένα φαίνεται ότι δημιουργούνται και από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, αλλά και την προώθηση του κανονισμού από πλευράς Ε.Ε. για το απευθείας εμπόριο. Αν, επιπλέον, ισχύει η εκτίμηση του Έλληνα Αναπληρωτή Υπουργού Εξωτερικών κ. Δρούτσα, ότι η Τουρκία δεν επείγεται για λύση του Κυπριακού, το οποίο δεν αποτελεί προτεραιότητά της, τα πράγματα γίνονται ακόμα δυσκολότερα. Επιβάλλεται λοιπόν η χάραξη μιας νέας, ολοκληρωμένης στρατηγικής, από τη δική μας πλευρά. Η ευθύνη της ελληνοκυπριακής ηγεσίας γίνεται μεγαλύτερη, αφού η μάνα Ελλάδα, εν μέσω της κρεατομηχανής που λέγεται Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, φαίνεται δυστυχώς παντελώς ανίσχυρη για προσφορά οποιασδήποτε ουσιαστικής βοήθειας. Η Ελλάδα, που μας αρέσει δεν μας αρέσει είναι η μητέρα πατρίδα στην οποία στηρίζουμε τις όποιες ουσιαστικές ελπίδες μας. Η Ελλάδα που βολεύεται πίσω από το γνωστό στείρο σύνθημα: «η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα συμπαρίσταται».
a.avgoustis@hotmail.com