Ο πρωθυπουργός Γιώργος Α. Παπανδρέου αισθανόμενος (κατ’ αρχάς) πολιτικά ενισχυμένος μετά τις επαφές που είχε, στο Παρίσι, το Βερολίνο, την Ουάσιγκτον και τις Βρυξέλλες, όλο το προηγούμενο διάστημα βασικώς για το οικονομικό ζήτημα της χώρας, εκτίμησε προσφάτως πως (ύστερα από τα όσα – έστω ασαφή - συμφωνήθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. και μέτρα σκληρής λιτότητας που έλαβε) ότι «τα χειρότερα έχουν περάσει».
«Θεωρώ ότι τα χειρότερα βρίσκονται πίσω μας, με την έννοια ότι η κορύφωση της κρίσης βρίσκεται πίσω μας πλέον. Έχουμε, όμως, πολλή δουλειά να κάνουμε και έχουμε πάρει σκληρά και δύσκολα μέτρα, πράγμα που ο κόσμος το νιώθει. Αν κάνουμε αυτό που είναι απαραίτητο θα βγούμε από την κρίση δυνατότεροι, με πιο βιώσιμη οικονομία», δήλωσε τις ημέρες του Πάσχα στο περιοδικό Time.
Παρά το γεγονός ότι η κατάσταση δεν φαίνεται να είναι έτσι όπως (θέλει να) την περιγράφει ο πρωθυπουργός (καθώς συνεχίζονται με άγριο τρόπο τα κερδοσκοπικά παιγνίδια σε βάρος της Ελλάδος) δεν είναι λίγοι εκείνοι που φρονούν – συνεκτιμώντας όχι μόνο τις διπλωματικές κινήσεις στα ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής, αλλά κυρίως τους ταχείς ρυθμούς με τους οποίους αυτές οι κινήσεις εξελίσσονται – πως ο Γιώργος Α. Παπανδρέου εμφανίζεται ικανοποιημένος από αυτά τα οποία (υποτίθεται ότι) έλαβε (στον οικονομικό τομέα) πλην, όμως, σε αντάλλαγμα ο ίδιος ανέλαβε κάποιες δεσμεύσεις έναντι κυρίως της Ουάσιγκτον και του προέδρου Μπαράκ Ομπάμα.
«ΤΥΧΑΙΑ...»
Άλλωστε, το διάστημα της εργώδους προσπάθειας που κατέβαλε για το οικονομικό ζήτημα της Ελλάδος, ο Γιώργος Α. Παπανδρέου είχε και δυο ακόμη επαφές με πολιτικούς, που συνδέονται με τα μείζονα εθνικά μας θέματα, το ζήτημα της ΠΓΔΜ και των ελληνοτουρκικών σχέσεων, δηλαδή τον πρωθυπουργό των Σκοπίων Νίκολα Γκρούεφσκι και τον Τούρκο υπουργό Επικρατείας Εγκεμέν Μπαγίς.
Επίσης, παρά τις τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίο, η κυβέρνηση αποφάσισε (για οικονομικούς, όπως αναφέρθηκε, λόγους) να μην συμμετάσχουν (και δη για πρώτη φορά) βαρέα όπλα στην παρέλαση της 25ης Μαρτίου (και αυτό έχει, πέραν των άλλων, έναν ιδιαίτερα συμβολικό χαρακτήρα, αφού αφορά στην επέτειο της εθνικής ανεξαρτησίας της χώρας).
Ο Γ. Α. Παπανδρέου ρωτήθηκε (στο πλαίσιο της Συνόδου της Ε.Ε.) αν όλα αυτά προοιωνίζουν κάποιες εξελίξεις στα εθνικά μας θέματα και απάντησε λέγοντας πως μπορεί κανείς να κατασκευάσει μια θεωρία, αν συνδυάσει άσχετα γεγονότα, δηλώνοντας μάλιστα πως η συνάντησή του με τον Ε. Μπαγίς ήταν τυχαία, καθώς διέμεναν στο ίδιο ξενοδοχείο.
Δηλαδή, με άλλα λόγια, ο πρωθυπουργός λέει πως ορισμένα, όπως τα ανωτέρω, γεγονότα είναι τυχαία, ενδεχομένως και άσχετα και ότι αν συνδυαστούν δίνουν τη δυνατότητα κατασκευής μιας θεωρίας, εν προκειμένω της θεωρίας ότι έχει αναλάβει δεσμεύσεις στα εθνικά θέματα έναντι των εταίρων μας στο ΝΑΤΟ (και δευτερευόντως) στην Ε.Ε.
ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ...
Ωστόσο, ακόμη κι αν δεχθούμε τη θέση αυτή του πρωθυπουργού, ο οποίος (σε αντίθεση με την προηγουμένη κυβέρνηση που είχε επιλέξει τη διπλωματία των χαρακωμάτων) προτιμά τη διπλωματία του ανοιχτού πεδίου, υπάρχουν ορισμένα γεγονότα του τελευταίου καιρού τα οποία, αν συνδυαστούν εγείρουν ερωτηματικά και αμφιβολίες για το τι μέλει γενέσθαι στις σχέσεις της Ελλάδος με την Τουρκία.
Ειδικότερα:
Ο Γ. Α. Παπανδρέου, μετά την εκλογική του επικράτηση τον περασμένο Οκτώβριο, συναντήθηκε αμέσως στην Κωνσταντινούπολη με τον πρωθυπουργό της Τουρκίας, δίνοντας το στίγμα της ανάγκης μίας νέας επανεκκινήσεως στο διάλογο Αθηνών – Αγκύρας, ο δε Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στις 30 Οκτωβρίου του απέστειλε επιστολή για εφ' όλης της ύλης διάλογο.
Το κείμενο του Ρ. Τ. Ερντογάν κινείται στο πνεύμα του Ελσίνκι, δηλαδή στη διευθέτηση των «συνοριακών διαφορών», (όπως αναφερόταν στην απόφαση της Συνόδου του Ελσίνκι) και καταγράφει όλα τα ζητήματα που συνθέτουν το πλέγμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και των διαφορών που θέτει η Τουρκία, όπως, άλλωστε, αυτά «υπενθυμίζονται» καθημερινά με τις υπερπτήσεις μαχητικών αεροσκαφών πάνω και από κατοικημένα ελληνικά νησιά και τα μη «αβλαβή» ταξίδια τουρκικών πολεμικών πλοίων στα ελληνικά χωρικά ύδατα.
Η απάντηση του Γ. Α. Παπανδρέου στην εν λόγω επιστολή δόθηκε μετά από δύο μήνες, το δε κείμενό της δεν γνωστοποιήθηκε, αλλά σύμφωνα με όσα διέρρευσαν, ο πρωθυπουργός προκρίνει το θέμα της υφαλοκρηπίδας.
Δηλαδή για την οριοθέτησή της, προτείνει διάλογο με καθορισμένο χρονοδιάγραμμα και στην περίπτωση αδυναμίας συμφωνίας, να παραπεμφθεί το πρόβλημα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.
Ωστόσο, μια τέτοια συζήτηση για το συνυποσχετικό της παραπομπής του ζητήματος στη Χάγη, προϋποθέτει συζήτηση και για τις «γκρίζες ζώνες» που έχει θέσει η Άγκυρα.
«ΑΠΟΦΥΓΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΣΗΣ»
Επίσης, ο πρωθυπουργός υπογραμμίζει ότι ο μόνος τρόπος αποτελεσματικής ενισχύσεως της ασφάλειας στο Αιγαίο είναι η αποφυγή των στρατιωτικών δραστηριοτήτων που τροφοδοτούν την ένταση.
Εν προκειμένω πολλά θρυλούνται για την πιθανότητα δημιουργίας μίας ζώνης «αποφυγής έντασης» ανατολικά του 25ου Μεσημβρινού στο Αιγαίο. Θα πρόκειται για μια κάθετη γραμμή από Βορρά προς Νότο (ξεκινάει από το Πόρτο Λάγος στη Θράκη και διασχίζοντας το Αιγαίο, δυτικά της Λήμνου και της Τήνου, καταλήγει στην Κρήτη δυτικά του Ηρακλείου) ως ορίου της περιοχής, ανατολικά της οποίας δεν θα πετούν ελληνικά και τουρκικά μαχητικά, αλλά μόνο ΝΑΤΟϊκά.
Όμως, θα πρόκειται ουσιαστικά για το μισό Αιγαίο, το θαλάσσιο χώρο που περιβάλλει τα νησιά Σαμοθράκη, Λήμνος, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία, Δωδεκάνησα και τις μισές Κυκλάδες (Μύκονος, Πάρος, Νάξος, Σαντορίνη, Αμοργός, Κάρπαθος κ.λπ.), όπως και το μισό Κρητικό Πέλαγος.
Τι θα σημαίνει αυτό;
Δεν θα πετούν ελληνικά μαχητικά σε μια έκταση διάσπαρτη από ελληνικά εδάφη, δηλαδή σε μέρος της ελληνικής επικράτειας και έτσι η Ελλάδα θα μεταθέσει προς τα δυτικά τη γραμμή άμυνας, κάπου έξω από το Σούνιο και τις ακτές της Εύβοιας.
Ορισμένοι αναλυτές λένε πως δεν είναι διόλου τυχαίοι οι πλόες τουρκικών πολεμικών σκαφών με το πρόσχημα της «αβλαβούς διέλευσης» μέχρις έξω από τις ακτές της Αττικής, καθώς έτσι προωθείται η ντε φάκτο «αποστρατιωτικοποίηση» των ελληνικών νησιών και η διχοτόμηση του Αιγαίου.
Όμως, παρ’ όλα αυτά, παρά τις προκλήσεις της γείτονος στο Αιγαίο, η ελληνική «γραμμή» του κλεισίματος του ελληνοτουρκικού «μετώπου», συνεχίστηκε και έτσι ο αναπληρωτής υπουργός των Εξωτερικών Δημήτρης Δρούτσας επισκέφθηκε την Άγκυρα, όπου είχε σημαντικές, όπως όλα δείχνουν, συνομιλίες με τον Τούρκο υπουργό των Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου, συνομιλίες που κατέληξαν στην οριστικοποίηση της επισκέψεως του πρωθυπουργού της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα, εντός του Μαΐου.
Η ΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΗΠΑ
Σημειώνεται, εξ άλλου, πως οι δηλώσεις του Τούρκου υπουργού Επικρατείας Ε. Μπαγίς, μετά τη συνάντησή του με το Γ. Α. Παπανδρέου, δεν ήταν διόλου τυχαίες.
Ανακοίνωσε ότι ο Ρ. Τ. Ερντογάν θα επισκεφθεί στην Αθήνα και τότε αναμένονται «συγκεκριμένες αποφάσεις», ενώ τόνισε πως οι κ. Παπανδρέου και Ερντογάν θα εξετάσουν την πιθανότητα μειώσεως των αμυντικών δαπανών.
Ο Ε. Μπαγίς είπε κι άλλα πολλά:
«Η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από νέα άρματα μάχης, πυραύλους, υποβρύχια ή μαχητικά αεροσκάφη, όπως και η Τουρκία. Είναι καιρός να μειωθούν οι εξοπλιστικές δαπάνες παγκοσμίως, αλλά ιδιαίτερα της Τουρκίας και της Ελλάδας (...) Ούτε η Ελλάδα, αλλά ούτε και η Τουρκία έχουν ανάγκη από γαλλικά ή γερμανικά υποβρύχια».
Έφτασε δε στο σημείο να χαιρετίσει την απόφαση της ελληνικής κυβερνήσεως «να αποκλείσει από τις στρατιωτικές παρελάσεις τα άρματα μάχης και τα βαρέα όπλα» και τη συνέδεσε με την αποστρατιωτικοποίηση του Αιγαίου. «Αποκλεισμός, είπε, των βαρέων όπλων πρέπει να γίνει και στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο γιατί είναι περιοχές ειρήνης».
Ορισμένοι αναλυτές λένε πως ο συνδυασμός όλων των παραπάνω προμηνύει ότι η λήψη μέτρων για τη «μείωση της έντασης» στο χώρο του Αιγαίου και τη μείωση των εξοπλισμών, θα αποτελέσει το πρόσχημα για τις προαποφασισμένες διευθετήσεις. Μέτρο προς αυτήν την κατεύθυνση αναμένεται να αποτελέσει και ο χαρακτηρισμός ενός τμήματος του Αιγαίου ως «ζώνης αποφυγής της έντασης».
Ας σημειώσουμε, στο σημείο αυτό, πως οι Αμερικανοί επιδιώκουν να κλείσουν το Κυπριακό, καθώς θέλουν να προωθήσουν την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., προκειμένου να αποτρέψουν την πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, στο δε ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων θέλουν διευθετήσεις, οι οποίες, όμως, περιορίζουν τα κυριαρχικά και διοικητικά δικαιώματα της Ελλάδος, ενώ νομιμοποιούν ορισμένες από τις χρόνιες τουρκικές διεκδικήσεις.
Θεωρώντας δε ότι η οικονομική κρίση διαμορφώνει ευνοϊκότερο κλίμα, οι Αμερικανοί έχουν επαναφέρει μια παλιά ιδέα για συνεκμετάλλευση των υδρογονανθράκων (πετρέλαια) που πιθανότατα θα ανευρεθούν στο Αιγαίο.
Άλλωστε και το ΝΑΤΟ πιέζει σταθερώς για το κλείσιμο των θεμάτων του Αιγαίου και των λειτουργικών - επιχειρησιακών εκκρεμοτήτων που υπάρχουν στη Νότια Πτέρυγα της Συμμαχίας, εξαιτίας των ελληνοτουρκικών τριβών.
Το ΝΑΤΟ επιδιώκει την ολοκληρωτική ΝΑΤΟποίηση του Αιγαίου, τη λειτουργία του ενιαίου επιχειρησιακού χώρου, αλλά και τη συνεργασία ΝΑΤΟ και Κοινής Ευρωπαϊκής Πολιτικής Άμυνας και Ασφάλειας, ενώ παράλληλες πιέσεις ασκούνται και στο πλαίσιο των ανταγωνισμών για τους αγωγούς ενέργειας και για την εκμετάλλευση τυχόν κοιτασμάτων πετρελαίου και αερίου στην υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου και της Ανατολικής Μεσογείου.
ΚΑΙ Ο Σ. ΤΑΛΜΠΟΤ
Εν προκειμένω, ένας παλαιός γνώριμος της Ελλάδος, ο Στρόουμπ Τάλμποτ, πρώην αναπληρωτής Υπουργός των Εξωτερικών των ΗΠΑ στις κυβερνήσεις Κλίντον, κορυφαία προσωπικότητα του αμερικανικού Δημοκρατικού Κόμματος και πρόεδρος του ιδρύματος Brookings, ενός από τα σημαντικότερα της Αμερικής, αλλά και φίλος της οικογενείας των Παπανδρέου, σε συνέντευξή του στην «Καθημερινή» ήταν σαφής.
Και όσα είπε ήταν αποτέλεσμα των συζητήσεων, που, όπως ο ίδιος ανέφερε, είχε με στελέχη του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου, του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και του υπουργείου Οικονομικών.
«Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο Ελληνας πρωθυπουργός μου θυμίζουν κατά κάποιο τρόπο τις δυσκολίες που έχει μπροστά του ο πρόεδρος Ομπάμα. Και οι δύο κληρονόμησαν μια κρίση. Υπάρχει διασύνδεση ανάμεσα στη γεωπολιτική και την ασφάλεια, από τη μια πλευρά, και την οικονομία από την άλλη. Δεν μπορείς να έχεις πολιτική σταθερότητα σε μια χώρα, μια περιοχή ή και σε παγκόσμιο επίπεδο, όταν υπάρχει μεγάλη οικονομική αστάθεια. Και αυτό το αντιλαμβάνεται πλήρως ο Έλληνας πρωθυπουργός».
Και πρόσθεσε:
«Ο Γ. Παπανδρέου έχει πολύ ξεκάθαρη ατζέντα. Είναι αποφασισμένος να προχωρήσει όσο πιο γρήγορα μπορεί για να αντιμετωπίσει τα περιφερειακά ζητήματα προς όφελος της Ελλάδας αλλά και της περιοχής, και μέρος της προσέγγισής του αυτής είναι η πεποίθησή του πως η επίλυση των περιφερειακών προβλημάτων θα επιτρέψει στην Ελλάδα να διαδραματίσει το ρόλο που της αναλογεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και σε μερικά ζητήματα ακόμη και σε παγκόσμιο. Αντιλαμβάνεται ότι αυτό πρέπει να το κάνει παράλληλα με την αντιμετώπιση των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας».
Είναι προφανές πως κάτι κινείται στο μέτωπο των ελληνοτουρκικών σχέσεων, που συντόμως θα φανεί αν όντως θα εξυπηρετεί στενά τα μείζονα εθνικά συμφέροντα, ή αν θα εντάσσεται, όπερ και πιθανότερο, στο πλαίσιο ευρύτερων διευθετήσεων στην περιοχή μας, διευθετήσεων που περιλαμβάνουν και το «κλείσιμο» του ζητήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ.