Του Φίλιππου Ζάχαρη (phil.zaharis@gmail.com)
Σύνδεσμος Ημερησίων Περιφερειακών Εφημερίδων
Πολύ αισιόδοξος δείχνει ο πρωθυπουργός για την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό. Με σιβυλλικές δηλώσεις αλλά και παροτρύνσεις του τύπου «να ασχοληθούμε με τα προβλήματά μας και να μην δίνουμε σημασία στις φήμες και διαδόσεις», ο Γιώργος Παπανδρέου ελπίζει πως η Ελλάδα θα ανακτήσει τη χαμένη της αξιοπιστία και θα πάψει να είναι το θύμα των κερδοσκόπων. «Η Ελλάδα πρέπει πλέον να αποκτήσει σταθερή αξιοπιστία σε βάθος χρόνου, καθώς την άμεση αξιοπιστία την έχουμε κατακτήσει ως νέα κυβέρνηση, με νέες αντιλήψεις και αποφασισμένη να προβεί στις απαραίτητες αλλαγές». Είναι να διερωτάται κανείς πώς είναι δυνατόν σε τόσο μικρό διάστημα η χώρα να ανέκτησε την αξιοπιστία της ανάμεσα στους Ευρωπαίους εταίρους, με δεδομένη τη χρόνια καχυποψία σε βάρος της. Από την άλλη, είναι αμφίβολο το πώς θα επιτευχθεί αυτή η πολυπόθητη μακροπρόθεσμη εμπιστοσύνη: Αλήθεια, η χαμένη αξιοπιστία που κερδήθηκε μεσοπρόθεσμα, πως σκέφτεται ότι θα χαθεί μακροπρόθεσμα ο πρωθυπουργός; Θα είναι «άλλη» η κυβέρνηση εις βάθος χρόνου ή απλά φοβάται πως και αυτή η κυβέρνηση θα περιπέσει στα «συνήθη» λάθη; Ο πρωθυπουργός όμως συνεχίζει απτόητος: «Ο ελληνικός λαός απέδειξε αυτόν τον καιρό ότι και ωριμότητα έχει και τις αλλαγές ζητά, αρκεί αυτές να διαπνέονται από τις αρχές της αξιόπιστης διακυβέρνησης, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της δίκαιης κατανομής βαρών και πλούτου, της διαφάνειας και της συλλογικής προσπάθειας...». Αλήθεια, πώς ο ελληνικός λαός κατάφερε να συμβιβαστεί τόσο γρήγορα με τις κάθε είδους περικοπές στο εισόδημά του, συναινώντας ανενδοίαστα στην καινούργια πολιτική; Ή μήπως τα συλλαλητήρια και οι απεργίες δείχνουν αποδοχή της κυβερνητικής πολιτικής; Ο Γιώργος Παπανδρέου καλώς κάνει και λέει αυτά που λέει. Θέλει να δημιουργήσει την αίσθηση πως έχει επιφέρει ριζικές ανατροπές και πως η πλειοψηφία του ελληνικού λαού συναινεί σε αυτές. Ως πολιτικός επίσης, δεν θα μπορούσε να μην βαδίσει την πεπατημένη. Ως αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, τέλος, δεν θα μπορούσε να μην μπει στον πειρασμό να στείλει ένα μήνυμα στους εσωκομματικούς του αντιπάλους, πως μόλις μισό χρόνο μετά έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη του εκλογικού σώματος καθώς η ψαλίδα με τη ΝΔ, σύμφωνα με τα γκάλοπ, δεν έχει μειωθεί. Όμως ο πρωθυπουργός βιάζεται. Σπεύδει γοργά και με μεγάλη ταχύτητα να καλύψει το χαμένο έδαφος από την εξαγγελία των φορολογικών μέτρων και του «σφιξίματος» της ελληνικής οικονομίας. Πιστεύει πως με κολακευτικά λόγια προς τον ελληνικό λαό θα κοπάσει τις διαμαρτυρίες για τα νέα μέτρα που πλήττουν τα εισοδήματα των μεσαίων και χαμηλών τάξεων. Βιάζεται λοιπόν ο πρωθυπουργός κάνοντας το άλμα για να βρίσκεται ένα βήμα μπροστά από τις διαμαρτυρίες. Πεπεισμένος πως το «τουρνέ» στην Ευρώπη ήταν κάτι παραπάνω από πετυχημένο και έχοντας εξασφαλίσει τις διαβεβαιώσεις στήριξης των Ευρωπαίων ηγετών, προσπαθεί να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση στο εσωτερικό της χώρας. Για να μην μιλήσουμε για ανταλλάγματα των Ευρωπαίων αντί των δηλώσεων στήριξης και δυσαρεστήσουμε πολλούς από την κυβερνητική παράταξη, οι Ευρωπαίοι ηγέτες σε γενικές γραμμές δεν θα είχαν κανένα λόγο να μην συναινέσουν στις αλλαγές και τα μέτρα του Έλληνα πρωθυπουργού. Έχοντας την εικόνα μιας επί χρόνια αφερέγγυας Ελλάδας, που μόλις πριν λίγο καιρό κατέθετε πλαστά στοιχεία για το έλλειμμα, δεν τους κόστισε και πολύ να συνδράμουν σε αποφάσεις και μέτρα που «απειλούν» να δαμάσουν τους αχαλίνωτους Έλληνες με τους ανεκδιήγητους πολιτικούς τους. Όπως δεν τους κόστισε και τίποτα στο να κάνουν και δηλώσεις οικονομικής στήριξης της Ελλάδας εφόσον τους ζητηθεί. Σε κάθε περίπτωση λοιπόν, το παιχνίδι παίζεται εντός της Ελλάδας και όχι στην υπόλοιπη Ευρώπη. Ο πρωθυπουργός καλείται να πείσει τους Έλληνες πολίτες και μόνο αυτούς, ακόμη και περιδιαβαίνοντας ολόκληρη της Ευρώπη, πως τα «σκληρά μέτρα» (μέτρα που απουσίαζαν στις προεκλογικές εξαγγελίες) έπρεπε να εφαρμοστούν προκειμένου να μην χρεοκοπήσουμε. Όμως ο πρωθυπουργός λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο. Ακόμη δεν έχουν υπάρξει σοβαρές αντιδράσεις που θα δοκιμάσουν την ισχύ των μέτρων. Ο λόγος δεν είναι, όπως ισχυρίζονται από την κυβερνητική παράταξη, πως ο ελληνικός λαός τα αποδέχεται, αλλά το γεγονός και μόνο ότι ακόμη δεν έχει διαφανεί το ντόμινο των επιπτώσεων στην αγορά και γενικότερα στην οικονομία, με δεδομένο ότι τα μέτρα αυτά θα επηρεάσουν σταδιακά τους καταναλωτές, και οι πρώτες επιπτώσεις στο εμπόριο δεν θα αργήσουν να κάνουν την εμφάνισή τους. Βιάστηκε λοιπόν να κρίνει την κατάσταση ο πρωθυπουργός. Έσπευσε να αυτοαναγορευθεί ως αξιόπιστος πρωθυπουργός και η κυβέρνησή του ως εγγυήτρια των κεκτημένων. Πρόσεξε όμως το μέλλον, δηλώνοντας πως «η Ελλάδα πρέπει πλέον να αποκτήσει σταθερή αξιοπιστία σε βάθος χρόνου...». Τι φοβάται άραγε ο κ. Παπανδρέου στο μέλλον; Τι είναι αυτό που τον κάνει να μιλά μόνο για μεσοπρόθεσμους στόχους, κάνοντας απλά εικασίες για το μέλλον; Μήπως κάποιοι οιωνοί που δεν κομίζουν αίσια μαντάτα; Οι καιροί είναι πονηροί. Τα μέτρα αρχίζουν να προκαλούν τους πρώτους τριγμούς. Ο ελληνικός λαός δεν δείχνει πρόθυμος να τα «χωνέψει», μέτρα που ακόμη και για τους σοσιαλιστές «παρεκκλίνουν από την ιδεολογία τους». Κοινώς, «λυπούμαστε αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς». Στο χρόνο - και όχι παραπάνω - θα δείξει το κατά πόσο ο πρωθυπουργός θα έχει πετύχει περιφανή νίκη, επιβάλλοντας τα πιο σκληρά μέτρα της μεταπολίτευσης. Λίγοι μήνες ακόμη και το αποτέλεσμα θα φανεί από τις λαϊκές αντιδράσεις. Μέχρι τότε ας μην βιάζεται ο πρωθυπουργός να εγγυάται για τον βαθμό αποδοχής της πολιτικής του από τον ελληνικό λαό. Γιατί σε λίγο καιρό, μάλλον δεν θα μπορεί να προβλέπει ούτε για μετά από ένα μήνα τι θα συμβεί, καθώς η εικόνα της χώρας θα αποκαθίσταται στο εξωτερικό, στο εσωτερικό όμως ο λαός θα υποφέρει. Και δεν θα φτάνει τότε το επιχείρημα που παραπέμπει κάθε φορά στο «μη χείρον βέλτιστον». Ρητό που έχει βαρεθεί από καιρό ο λαός.