Τούτες τις μέρες, που κράτος και λαός υφιστάμεθα τις δυσάρεστες συνέπειες των προβλημάτων της ελληνικής οικονομίας, το μυαλό πολλών ηλικιωμένων τρέχει στις πρώτες δεκαετίες της τελευταίας μεταπολεμικής περιόδου, θυμάται, κάνει τις συγκρίσεις μ’ όσα συνέβησαν στις δεκαετίες, που ακουμπούν στο σήμερα, και διαπιστώνει και τα παρακάτω:
Όντως, κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του ΄50 και ΄60, το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων, καθώς, και η ποιότητα ζωής κυρίως του λαού της υπαίθρου ήταν ιδιαίτερα υποβαθμισμένα. Συνετέλεσαν σ΄ αυτό οι καταστρεπτικές συνέπειες του πολέμου, αλλά και η απουσία βασικών αγαθών, όπως ηλεκτρικού ρεύματος, νερού στο εσωτερικό των σπιτιών, κεντρικής θέρμανσης, αυτοκινήτου, τηλεφώνου, τηλεόρασης, ψυγείου, πλυντηρίου, κ.λπ., μια που τα καλά της τεχνολογίας και η αστυφιλία δεν είχαν κάνει ακόμη αισθητή την παρουσία τους.
Πέραν τούτου, τότε, στα περισσότερα ελληνικά νοικοκυριά, αγροτικά κατά το πλείστον, και κατ΄ επέκταση στην ελληνική αγορά δεν κυκλοφορούσε πολύ χρήμα. Δεν ήταν, γι΄ αυτό, σπάνιο φαινόμενο το ανταλλακτικό εμπόριο, ούτε το τεφτέρι, στο οποίο σημείωναν αρκετοί Έλληνες τα χρέη προς τους παντοπώλες και σε άλλους δοσάδες. Πρώτη τους έγνοια, ωστόσο, μόλις εσόδευαν, ήταν να ξεπληρώνουν αμέσως τους λογαριασμούς τους, γιατί δεν άρεσε στους πολλούς να είναι χρεωμένοι ή να αγοράζουν κάτι χωρίς να διαθέτουν εκ των προτέρων το ανάλογο ποσό.
Και για να μην πάθουν, ό,τι έπαθαν κατά την περίοδο της κατοχής, κάθε οικογένεια φρόντιζε να έχει το κομπόδεμα και τον κουμπαρά της και να αφήνει, σιγά-σιγά, και κάτι στην άκρη, προκειμένου να είναι σε θέση να το χρησιμοποιήσει σε μια έκτακτη ανάγκη ή για τις σπουδές των παιδιών τους. Για να μην κινδυνεύουν, δε, οι πενιχρές αποταμιεύσεις τους από πτωχεύσεις, υγρασία και ποντίκια, ορισμένοι φρόντιζαν να τις μετετρέπουν σε στερλίνες, η αξία των οποίων ήταν σταθερή.
Η προσπάθεια αυτή, συν τοις άλλοις, είχε τεθεί υπό την αιγίδα του κράτους και της παγκόσμιας κοινότητας, η οποία είχε ανακηρύξει για το σκοπό αυτό την 31η Οκτωβρίου ως παγκόσμια ημέρα αποταμίευσης. Κατά τη διάρκειά της, εκτός των άλλων, σ΄ όλα τα σχολεία γράφονταν εκθέσεις με σχετικό περιεχόμενο, ενώ το Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο μοίραζε χιλιάδες κουμπαράδες κάθε χρόνο, σ΄ όσους μαθητές έγραφαν τις καλύτερες εκθέσεις.
Μ΄ αυτά και μ΄ αυτά οι Έλληνες είχαμε εξοικειωθεί για ένα διάστημα με την ιδέα της αποταμίευσης. Δεν άργησαν, ωστόσο, να κάνουν έντονα αισθητή την παρουσία τους στην αγορά πληθώρα τεχνολογικών αγαθών και μαζί τους η έντονη επιθυμία για απόκτησή τους, με αποτέλεσμα οι αποταμιευμένες οικονομίες πολλών απ΄ τους Έλληνες να μην επαρκούν πλέον, για να ικανοποιήσουν τις πολλές πραγματικές ή ψεύτικες ανάγκες τους.
Ωστόσο, παρότι το επίσημο νεοελληνικό κράτος από ιδρύσεώς του είχε κακιά πείρα απ΄ τις καταστρεπτικές συνέπειες του υπερδανεισμού και τη διασπάθιση του δημόσιου χρήματος, συνέχισε και το ίδιο να δανείζεται, για να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του, αλλά και να διευκολύνει νοικοκυριά και την αγορά γενικότερα να κάνουν το ίδιο.
Αρχής γενομένης, λοιπόν, απ΄ την εποχή της δικτατορίας οι κατά καιρούς υπεύθυνοι της ελληνικής πολιτείας χάρισαν αγροτικά χρέη, έδωσαν δάνεια για ανέγερση σπιτιών και ξενοδοχείων, σπατάλησαν, κατόπιν, απερίσκεπτα ευρωπαϊκά κονδύλια, κοινωνικοποίησαν υπερχρεωμένες επιχειρήσεις αναλαμβάνοντας τις υποχρεώσεις τους, για να μην απολυθούν εργαζόμενοι, ενέταξαν στο ΙΚΑ επαναπατρισθέντες χωρίς να πληρωθούν οι εισφορές τους σ΄ αυτό, επέτρεψαν την ανεξέλεγκτη αύξηση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων, αδιαφόρησαν για την ουσιαστική πάταξη της φοροδιαφυγής, της διαφθοράς και κατασπατάλησης του δημοσίου χρήματος, ακολούθησαν την πολιτική του «διαίρει και βασίλευε» δίδοντας υπερβολικές αμοιβές και επιδόματα σε ομάδες εργαζομένων, που είχαν τρόπο να ασκούν πιέσεις και να εκβιάζουν, εξοικείωσαν τους Έλληνες με την ιδέα να προσφεύγουν με περισσή ευκολία στη σύναψη δανείων στεγαστικών, αγροτικών, επιχειρηματικών, καταναλωτικών, ακόμη και εορτοδανείων, καθώς και στη χρήση πλαστικών καρτών. Για αποταμίευση και για κάτι στην άκρη, ούτε κουβέντα.
Μ΄ αυτά και άλλα η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων καταφέραμε, μεν, τις τελευταίες δεκαετίες να γνωρίσουμε περιόδους ανάπτυξης και να βελτιώσουμε το βιοτικό μας επίπεδο και την ποιότητα ζωής μας αλλά πρόσκαιρα και με χρήματα δανεικά απ΄ το μέλλον της χώρας, το δικό μας και των παιδιών μας, και με τίμημα τα τρομερά ελλείμματα του κρατικού αλλά και οικογενειακού προϋπολογισμού, που αποτελούν τη βασική αιτία για τα προβλήματα, που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία και η χώρα μας.
Τώρα, που ήλθε η ώρα να ξεπληρώσουμε τους λογαριασμούς μας και οι δανειστές μας αρνούνται να συνεχίσουν τη δανειοδότηση με όρους ευνοϊκούς, μας κακοφαίνεται και ψάχνουμε να βρούμε αποδιοπομπαίους τράγους, για να τους φορτώσουμε τις ευθύνες.
Οι νουνεχείς, όμως, πολίτες, ανεξαρτήτως πολιτικής τοποθέτησης, πέραν του ότι αναλογίζονται τις ατομικές τους ευθύνες για τις αρνητικές αυτές εξελίξεις, χρεώνουν, εν τούτοις, τις περισσότερες σ΄ ολόκληρη την πολιτική και πνευματική ηγεσία του τόπου, που άφησε τα πράγματα να φθάσουν, εδώ που έφθασαν.
Ας σταματήσουν, γι΄ αυτό, τις εκατέρωθεν καταγγελίες μεταξύ τους ή τη σιωπή τους, ας αναλάβουν τις ευθύνες τους και ας συνεργασθούν απ΄ το μετερίζι, που ο καθένας τάχθηκε, προκειμένου να δώσουν τις καλύτερες δυνατές και κοινωνικά δίκαιες λύσεις. Και επειδή η αποταμίευση ποτέ δεν έβλαψε, ας την επαναπροωθήσουν ως βασική ιδέα.