Η περίπτωση του νυν προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα είναι μοναδική για την ιστορία των ΗΠΑ και όχι μόνο. Η άνοδός του στην ιεραρχία και η εκτόξευσή του στην προεδρία συνοδεύτηκαν από έναν ενθουσιασμό γενικό και μία γκάμα προσδοκιών ασυγκράτητη. Κάνα χρόνο και πριν όταν εξελέγη, η Αμερική και κατ’ επέκταση ο κόσμος που παρακολουθούσε και ήλπιζε έζησε τον ασυγκρότητο ενθουσιασμό της εκλογής του, κάνοντας τους πιο σκεπτικιστές να αναλογίζονται αν τελικά θα μπορούσε να σταθεί στο ύψος των ελπίδων που καλλιεργήθηκαν και των απαιτήσεων - που ως εκ τούτου γεννήθηκαν - στον κόσμο. Δεδομένης και της δύσκολης παγκόσμιας συγκυρίας και της οικονομικής δύνης στην οποία είχαν ήδη μπει για τα καλά οι Αμερικανοί πολίτες ακολουθώντας το χορό του Ζαλόγγου, που πρώτη έσυρε η χώρα τους, συμπαρασύροντας και άλλες στη συνέχεια.
Ένα χρόνο μετά η απάντηση είναι ότι ο Μπαράκ Ομπάμα δεν μπόρεσε να αντεπεξέλθει στα στοιχήματα που και ο ίδιος έθεσε ανεβάζοντας τα όρια προκειμένου να εκλεγεί, αλλά και που δημιουργήθηκαν πέριξ του προσώπου και των ικανοτήτων του. Όχι γιατί δεν ήθελε, αλλά γιατί δεν μπόρεσε στο βαθμό που ο ίδιος θα ήλπιζε. Γιατί και αυτός, όπως και κάθε πολιτικός που αναλαμβάνει την εξουσία, διαπίστωσε το εξής απλό: είναι άλλο να κρίνει ή να υπόσχεται κανείς όταν δεν ασκεί εξουσία και άλλο να πρέπει να ασκήσει εξουσία και να τηρήσει τις υποσχέσεις του. Γιατί όταν ασκεί κανείς εξουσία οι «καλές προθέσεις» δεν αρκούν όταν δεν έχουν χειροπιαστό αποτέλεσμα, όσο και εάν οι δικαιολογίες που μπορεί να έχει γι’ αυτό είναι πολύ πειστικές.
Τα «μηνύματα» ότι κάτι δεν πάει καλά σίγουρα ο ίδιος είχε αρχίσει να τα παίρνει πολύ νωρίτερα, αλλά... Αλλά προ ημερών η ήττα-σοκ στην πολιτεία της Μασαχουσέτης, όπου ο ρεπουμπλικάνος υποψήφιος πήρε τη νίκη και τη θέση του μακαρίτη Τεντ Κένεντι και η νίκη αυτή του κόστισε και την απώλεια της απόλυτης πλειοψηφίας στη Γερουσία, ήταν το ισχυρότερο δυνατό μήνυμα που θα μπορούσε να λάβει για την πορεία των επιδόσεών του, σε μια πολιτεία μάλιστα, όπου η έδρα ήταν «παραδοσιακά» δημοκρατική. Λίγο νωρίτερα είχαμε δει και κάτι μετρήσεις που έλεγαν ότι οι Αμερικανοί πολίτες ναι μεν εξακολουθούν να εμπιστεύονται τον Ομπάμα, αλλά στη μεγάλη τους πλειοψηφία είναι απογοητευμένοι από την πορεία των πραγμάτων.
Τέτοιο καιρό πέρυσι και ο Ομπάμα μίλαγε για επανίδρυση του κράτους, όπως έλεγε κάποτε και ο Κ. Καραμανλής. Σήμερα, κάνοντας δημόσια τον απολογισμό του ενώπιον του αμερικανικού λαού, αναγκάστηκε να παραδεχτεί πως μέχρι τώρα δεν έχει καταφέρει να τηρήσει τις υποσχέσεις του. Της Μασαχουσέτης είχαν προηγηθεί και δύο ακόμη ήττες στο Νιου Τζέρσεϊ και στη Βιρτζίνια για κυβερνήτες και όσο και να θέλει κανείς να αγνοήσει τα σημάδια σχετικά με την αρνητική πορεία των πραγμάτων, μετά από τρεις εκλογικές ήττες απανωτές, δεν μπορεί να το κάνει.
Τώρα το τι είπε στους Αμερικανούς δεν είναι αυτό που πραγματικά ενδιαφέρει εμάς που είμαστε παρατηρητές της κατάστασης. Εκείνο που έχει σημασία είναι ότι η «περίπτωση» Ομπάμα, που, όπως είπαμε και από την αρχή, έχει τη μοναδικότητά της, έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον και ως προς την εξέλιξή της, τόσο και κυρίως για τις ΗΠΑ, όσο και για τον υπόλοιπο κόσμο σε δεύτερο πλάνο λόγω της μονοκρατίας και της «πλανηταρχικής» ιδιότητας.
Το δίδαγμα προς το παρόν είναι ότι όποιος δημιουργεί μεγάλες προσδοκίες στις περισσότερες περιπτώσεις πέφτει θύμα τους. Και αυτό προς γνώση και συμμόρφωση όλων.