Χθες, λοιπόν, ήταν η Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες. Και όλοι εμείς οι... «άλλοι», που εμφανώς δεν είχαμε λόγο να το... «γιορτάσουμε», θεωρούμε, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, ότι είναι ένα ζήτημα που δεν μας αφορά.
Και όμως, απατώμεθα οικτρώς. Διότι πάντα, αλλά ακόμη περισσότερο τούτες τις δύσκολες εποχές, όλοι λίγο έως πολύ εντασσόμαστε στην ως άνω κατηγορία. Μπορεί να μην πρόκειται για κάποια εμφανή αναπηρία, αλλά «αφανώς» όλοι από κάτι διαθέτουμε. «Αναπηρία» είναι να έχει δυσκολία κάποιος να προσαρμοστεί στην πραγματικότητα γύρω του, όταν μάλιστα αυτή αλλάζει ραγδαία. «Αναπηρία» είναι ένα κράτος να μην μπορεί να προστατεύσει τους πολίτες του και, αντίθετα, λόγω της ανημποριάς να μετατρέπεται σε διώκτη τους. «Αναπηρία» είναι να μην μπορεί ο πολίτης να κατανοήσει τις ανάγκες του διπλανού του. Και ακόμη μεγαλύτερη «αναπηρία» είναι να τις κατανοεί, αλλά να αδιαφορεί επιδεικτικά γι’ αυτές. «Αναπηρία» είναι να επιμένουμε να ψηφίζουμε και να στηρίζουμε τους ίδιους ανθρώπους που κατ’ επανάληψη μας έχουν διαψεύσει και απογοητεύσει και τους οποίους κατ’ επανάληψη, σε λεκτικό επίπεδο, έχουμε αποδομήσει. «Αναπηρία» είναι να ζούμε υπό το κράτος ενός διαρκούς φόβου, που δεν επιτρέπει στους νέους όχι να ονειρευτούν για το αύριο, αλλά να βρουν τρόπο να δημιουργήσουν ή απλά να επιβιώσουν στο σήμερα. «Αναπηρία» είναι να ζούμε σε μια χώρα που υποθήκευσε προ πολλού το μέλλον της, πριν προλάβει καλά - καλά να ζήσει το παρόν της. «Αναπηρία» είναι να περιστρεφόμαστε - με ή χωρίς κρίση γύρω από τον εαυτό μας - και να αγνοούμε το περιβάλλον, γιατί έτσι μας αρέσει ή μας συμφέρει.
Βέβαια, αυτού του είδους οι «αναπηρίες» είναι «πολυτέλειες» και «ψιλά γράμματα» και σίγουρα μπροστά σε μια ορατή αναπηρία που ταλαιπωρεί κάποιους συνανθρώπους μας δεν είναι άξιες λόγου, θα μπορούσε κανείς να σκεφτεί.
Δεν είναι, όμως, έτσι τα πράγματα. Γιατί αυτού του είδους οι μη ορατές «αναπηρίες», οι αμελητέες, είναι αυτές που εν τέλει καθιστούν «ανάπηρη» μια κοινωνία ή ένα κράτος και τελικά ανήμπορη να αντιμετωπίσει επί ίσοις όροις εκείνους τους πολίτες που υπάγονται στην κατηγορία των «αναπήρων». Αυτός ο κοινωνικός ακρωτηριασμός, που εντάσσει τους πολλούς και αγνοεί τους ολίγους, είναι αυτός που κάνει την καθημερινότητα ανθρώπων, που έχουν μια «αντικειμενική αναπηρία», ακόμα δυσκολότερη από όσο ήδη είναι εκ των πραγμάτων. Και τους κάνει να αισθάνονται «μη ενταγμένοι» ή αποδιοπομπαίοι από το «υγιές κοινωνικό σύνολο», το οποίο δεν έχει ειδικά κινητικά ή λοιπά προβλήματα και δεν κάθεται να σκεφτεί ή ν’ ασχοληθεί με την ιδιαιτερότητα του διπλανού ή του παραδιπλανού. Είναι, άλλωστε, ή έτσι τα θεωρούμε, τόσο «δεδομένα» όλα, που σχεδόν δεν είναι εκτιμητέα.
Δεν λέω, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει κάποια βήματα, από αυτό το ανύπαρκτο, πλέον, «κοινωνικό κράτος», για τη διευκόλυνση της καθημερινότητας αυτών των ανθρώπων, που κάθε μέρα δίνουν τον προσωπικό τους αγώνα για ισότιμο τρόπο ζωής, κίνησης, εργασίας, ύπαρξης, εν τέλει. Αλλά, βεβαίως, ο δρόμος που χρειάζεται να διανυθεί είναι μεγάλος. Και δεν είναι μόνο κρατικός. Είναι βαθιά κοινωνικός, άρα και του καθενός, ακριβώς γιατί έχει να κάνει με την καθημερινότητα: Η οποία, καθημερινότητα, είναι εξ ορισμού «ανάπηρη» όταν δεν έχει κατακτήσει το αυτονόητο: να μπορούν να συμμετέχουν όλοι ισότιμα σε αυτήν.
Υπό αυτή την έννοια, η Παγκόσμια Ημέρα Ατόμων με Ειδικές Ανάγκες μάς αφορά όλους, ανεξαρτήτως.