Το διάβασα:
«Ποιος είναι αυτός ο τύπος που δείχνει τόσο βαριεστημένος και ποτέ δεν λέει κουβέντα;» λέγεται ότι ρώτησε ένας νεοφερμένος στο Συμβούλιο των υπουργών της Ε.Ε., τους συναδέλφους του πριν από μερικά χρόνια. Για να πάρει την απάντηση:
«Είναι ο Ιρλανδός υπουργός Οικονομικών. Εχει πετύχει ρεκόρ στους ρυθμούς ανάπτυξης, έχει ξεχειλίσει από χρήματα τα κρατικά ταμεία και έχει ανεβάσει το ΑΕΠ της χώρας του κατά 40% πάνω από το μέσο όρο της Ε.Ε.! Όλα αυτά μιλάνε από μόνα τους. Τι άλλο να πει ο υπουργός…».
Αυτό συνέβη μόλις μερικά χρόνια πριν όταν η Ιρλανδία θεωρείτο από όλους ένα δυσανάλογο μεγάλο για το μικρό μέγεθος της οικονομικό θαύμα. Και είναι απορίας άξιον πως αυτό το «θαύμα» έφθασε να θρυματιστεί μέσα σε μερικά χρόνια και βρίσκεται τώρα να χτυπάει την πόρτα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και του μηχανισμού στήριξης της Ε.Ε. ακολουθώντας τη δική μας «μαύρη μοίρα». Γιατί, όσο και εάν οι Ιρλανδοί εξακολουθούν, λεκτικά τουλάχιστον, να ανθίστανται και να διαψεύδουν ότι η χώρα τους θα ακολουθήσει αυτό το «Γολγοθά» όλα δείχνουν, ότι είναι πλέον υπόθεση μηνών, η αναγκαστική προσφυγή στην τρόικα.
Και καλά εμείς «Ψωροκώσταινα» ήμασταν μια ζωή. Εν γνώσει μας, και κυρίως εν γνώσει των κυβερνώντων μεταπολιτευτικά, λειτουργούσαμε μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας. Μπορεί να υπήρξαμε ή να φαινόταν ότι υπήρξαμε σε καλύτερες οικονομικές εποχές «ροκανίζοντας» τον χρόνο του μέλλοντός μας, αλλά σε καμία περίπτωση και ποτέ δεν υπήρξαμε «οικονομικό θαύμα». Ούτε άλλωστε και είχαμε τοιούτου είδους επιδιώξεις. Ημών η βασική επιδίωξη ήταν - και εν πολλοίς από πλευράς νοοτροπίας παραμένει ακλόνητη - εκείνο το περίφημο και…σοφό, «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε και ό,τι αρπάξει ο απαυτός μας». Και σε αυτό, πράγματι είχαμε… θαυματουργές επιδόσεις.
Η Ιρλανδία όμως; Η Ιρλανδία που ήταν ένα οικονομικό θαύμα, πώς κατάντησε να φθάσει το χάλι το δικό μας; Είναι ένα ερώτημα. Με την οικονομία τους να προοδεύει με ρυθμούς ανάπτυξης που έφθαναν και το 7%, οι Ιρλανδοί κατάφεραν σταδιακά και μέσα σε πολύ λίγα χρόνια, από τα τέλη της δεκαετίας του ΄90 να γίνουν οι προ πλούσιοι στο κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ευρώπη, μετά το Λουξεμβούργο. (Βέβαια άμα πας να ζήσεις στο Λουξεμβούργο, έτσι παρεμπιπτόντως, σου έρχεται να αυτοπυροβοληθείς, από τη μελαγχολία της καθημερινότητας, αλλά τουλάχιστον θα έχεις την ευχαρίστηση ότι η… κεφαλή αυτή που πυροβόλησες ήταν αναλογικά η πιο πλούσια της Ευρώπης).
Εν πάση περιπτώσει, όπως αναφέρει η ιστορία, η αρχή του τέλους για τους Ιρλανδούς με την ταραγμένη πολιτική ιστορία η οποία βάφτηκε με πολύ αίμα, ξεκίνησε όταν όλον αυτόν τον πλούτο, αποφάσισαν να τον επενδύσουν σε ακίνητα. Ο επενδυτικός και κατασκευαστικός πυρετός ανέβασε ταυτόχρονα την αξία των ακινήτων μέχρι το 2007 που ξέσπασε η κρίση στις ΗΠΑ, η οποία μας χαντάκωσε και όλους τελικά, όπως επισημαίναμε και χθες. Η Παγκόσμια Οικονομία βυθίστηκε στην ύφεση και μέσα στο 2008 - παρότι οι Ιρλανδοί πολίτες το έμαθαν πολύ αργότερα (όπως την πατάμε όλοι οι πολίτες) έσκασε η φούσκα των ακινήτων και ξεκίνησε ο μεγάλος κατήφορος. Ενώ τον Ιανουάριο του 2009 η κυβέρνηση άρχισε να κρατικοποιεί τη μία τράπεζα μετά την άλλη.
Σε κάθε περίπτωση, η τραγική κατάληξη του ιρλανδικού παραμυθιού, φαίνεται ότι βρίσκεται στην πόρτα του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και στη σύναψη ενός απεχθούς μνημονίου, εις μνήμην του οικονομικού θαύματος που όνειρο ήταν και πάει.
Αυτά έτσι για να… παρηγοριόμαστε και μείς. Οι οποίοι δεν ζήσαμε βέβαια ποτέ κάνα οικονομικό θαύμα και ούτε υπάρχει ελπίδα να το ζήσουμε, έστω και αν εκεί κατά το 2020 βγούμε από τα στενά. Η ιστορία της Ιρλανδίας όμως διδάσκει, ότι δεν αρκεί να επιτύχει κανείς ένα θαύμα, πρέπει και να μπορεί να το κρατήσει. Και ίσως αυτό είναι και το πιο δύσκολο. Άλλο τώρα που εμείς δεν θα το μάθουμε ποτέ.