Μάταια περίμενε μπροστά στο γραφείο του κ. διευθυντή για να του εκθέσει το αίτημά του, ο άνθρωπος που μου αφηγήθηκε το πάθημά του σε δημόσια υπηρεσία. Τα τηλέφωνα του κ. διευθυντή χτυπούσαν ακατάπαυστα χωρίς λεπτό διακοπής. Άλλοτε το σταθερό και άλλοτε το κινητό, του έκοβαν την κουβέντα στη μέση χωρίς να μπορεί να ολοκληρώσει τη φράση του. Ο κ. διευθυντής έδειχνε να αποδίδει μεγαλύτερη σημασία στα τηλεφωνήματα παρά στον αγωνιούντα άνθρωπο που είχε μπροστά του. Ο αφηγητής μου άρχισε να καταλαβαίνει πως ευκολότερα θα επικοινωνούσε με τον κ. διευθυντή αν του τηλεφωνούσε, παρά να κάνει τον κόπο να τον δει προσωπικά και να του μιλήσει για το ζήτημα που τον απασχολούσε.
Εκεί μπροστά του ο κ. διευθυντής τακτοποιούσε και ρύθμιζε θέματα πιο δυσχερή και δυσεπίλυτα από το δικό του, που δεν απαιτούσε παρά διάλογο ολίγων λεπτών. Με το τηλέφωνο παρακαλώ! Κι ο άνθρωπός μου τον κοιτούσε και περίμενε...
Υπάρχουν άνθρωποι λοιπόν – κι όχι μόνο απλοί άνθρωποι του τύπου του «φορολογούμενου πολίτη», αλλά και ανώτερης...συνομοταξίας – που φαντάζονται ότι για να τελειώσουν μια εκκρεμή υπόθεσή τους σε μια δημόσια υπηρεσία ή να βρουν το δίκιό τους ή να πετύχουν κάτι που επιδιώκουν, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος είναι να φτάσουν ίσαμε με το γραφείο του κ. διευθυντή και να βρεθούν «ενώπιοι ενωπίω» με τον ίδιο για να του εξηγήσουν το ζήτημά τους ή να τον παρακαλέσουν για το αίτημά τους!
Δεν υπάρχει πιο άσκοπο διάβημα. Διότι άλλο είναι να σε δεχθεί ένας διευθυντής και εντελώς άλλο να σε προσέξει και να συγκρατήσει τι θα του πεις. Το δεύτερο αυτό είναι φύσει αδύνατο. Δεν θα βείτε ποτέ ένα διευθυντή στο γραφείο του σε διάθεση και πολλές φορές σε κατάσταση υπομονετικού ή και απλά δεκτικού ακροατή. Το πιθανότερο είναι να τον βρείτε πάντα σε κατάσταση παραζάλης και σε διάθεση ν΄απαλλαγεί το ταχύτερο από την παρουσία σας.
Έπειτα είναι και τα τηλεφωνήματα. Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω τη «μαγνητική» επίδραση που έχει στον άνθρωπο το κουδούνισμα του τηλεφώνου. Δεν υπάρχει περίπτωση να το αγνοήσει κανείς. Αντιδρούν σαν υπνωτισμένοι και βιάζονται να σηκώσουν το ακουστικό, αγνοώντας ακόμα και τις σοβαρότερες ασχολίες εκείνης της στιγμής! Πάντα προέχει το τηλεφώνημα.
Έτσι λοιπόν ο κ. διευθυντής διακοπτόμενος κάθε λίγο, πότε από ένα τηλεφώνημα, πότε από κάποιον υπάλληλο που μπαίνει για να του κάνει μια εισήγηση ή να του παρουσιάσει κάποια έγγραφα για να τα διαβάσει ή να τα υπογράψει, πότε από κάποιον επισκέπτη του, είναι αδύνατο να ασχοληθεί με το αίτημα του πολίτη που βρέθηκε μπροστά του ελπίζοντας σε άμεση λύση του ζητήματός του.
Με τις συνθήκες αυτές άλλωστε είναι φυσικό ν΄ακούει - αν τον ακούει – ο κ. διευθυντής τον καθένα στο πόδι βιαστικά, ανυπόμονα και ακόμα πιο φυσικό να τους ακούει αφηρημένος, ακόμα και ενοχλημένος, αφού μάλιστα τα πλείστα από τα ζητήματα που του εκθέτουν δεν έχουν ούτε γενικό, ούτε προσωπικό γι΄αυτόν ενδιαφέρον. Έτσι το πιθανότερο είναι να σας παραπέμψει σε κάποιον αρμόδιο υπάλληλο, που εσείς θελήσατε να τον αποφύγετε νομίζοντας ότι η επαφή με τον κ. διευθυντή θα ήταν αποτελεσματικότερη. Και φτου κι απ΄την αρχή...
Βέβαια υπάρχει και το χειρότερο: Να μη σας παραπέμψει σε αρμόδιο υπάλληλο και να καμωθεί πως ενδιαφέρεται για το αίτημά σας, οπότε σας εξαποστέλλει μηχανικά μ΄ένα στερεότυπο: «Καλά θα δω τι μπορεί να γίνει» ή «Αφήστε με να μελετήσω το ζήτημά σας»...
Παρ΄όλα αυτά ελάχιστοι είναι εκείνοι που αφήνουν το γραφείο του οποιουδήποτε κ. διευθυντή με την αίσθηση ότι έχασαν τον καιρό τους κι έκαναν και τον κ. διευθυντή να χάσει το δικό του. Όλοι οι άλλοι φεύγουν ικανοποιημένοι από τη μια ή άλλη διαβεβαίωσή του, με την πεποίθηση ότι το ζήτημά τους προωθήθηκε, ότι βρίσκεται πια «στα χέρια» του κ. διευθυντή!
Θυμάμαι ένα περιστατικό σε διευθυντικό γραφείο όταν ήμουν νεαρός δημοσιογράφος στο ρεπορτάζ δημοσίων υπηρεσιών: Ένας διευθυντής που δεχόταν κόσμο επί δύο ώρες σχεδόν, είχε πια αποκάμει! Έβλεπα ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του την απόγνωση. Θα τον έδερνε και ο πονοκέφαλος, γιατί κάθε λίγο έτριβε το μέτωπό του με το χέρι. Σ΄αυτή την κατάσταση τον πλησίασε ένας από τους εναπομείναντες πολίτες, που έδειχνε ότι ήταν αγρότης, για να του εκθέσει το ζήτημά του.
- Ήρθα να σας παρακαλέσω κ. διευθυντά... άρχισε να λέει δειλά.
Χωρίς ν΄ακούσει τίποτα περισσότερο ο κ. διευθυντής, που δεν βαστιόταν πια από την ανυπομονησία του να τελειώσει, χτύπησε προστατευτικά στην πλάτη τον χωρικό και του δήλωσε με έμφαση:
- Θα φροντίσω αγαπητέ, θα φροντίσω!
Ο άνθρωπος ανασήκωσε το σκυμμένο κάπως κορμί του, το πρόσωπό του φωτίστηκε από χαρά και με φωνή γεμάτη ευγνωμοσύνη είπε:
- Σας ευχαριστώ πολύ κ. διευθυντά!
Κι απομακρύνθηκε προς την έξοδο του γραφείου ήσυχος από το «ενδιαφέρον» που είχε δείξει ο κ. διευθυντής για το ζήτημά του, ζήτημα το οποίο δεν είχε καν προφτάσει να του εκθέσει...
Τώρα θα αναρωτηθείτε τι έγινε με τον άνθρωπο που ανέφερα στην αρχή, του οποίου τη σειρά έπαιρναν συνεχώς τα τηλεφωνήματα. Τίποτα. Η ώρα περνούσε και ο κ. διευθυντής ασχολούνταν με τα τηλεφωνήματα που έπεφταν βροχή. Μάλλον του έδωσε μια καθησυχαστική διαβεβαίωση, οπότε περιμένει ακόμα την τακτοποίηση του ζητήματός του.
Γι΄αυτό δεν θα σας συνιστούσα προσωπική επαφή με διευθυντή. Πάρτε τον καλύτερα στο τηλέφωνο. Δεν θα μπορεί να κάνει αλλιώς παρά ν΄ασχοληθεί με την υπόθεσή σας. Είναι τόσο καταλυτική η δύναμη του τηλεφώνου!