«Οικονομική κρίση, οικονομία, φτώχεια, νέοι, άνεργοι νέοι, οικονομική κρίση, 582 ευρώ, οικονομική κρίση»... Τρομοκρατία. Γιατί λοιπόν να παρακολουθήσω ειδήσεις; Γιατί να επιτρέψω να μου μαγαρίσουν το ήδη μαγαρισμένο μου αύριο με μια επιπλέον κακή, φοβισμένη θα έλεγα, όχι... τρομοκρατημένη διάθεση; Γιατί με αφήνουν άνεργο όταν πληρώ τις προϋποθέσεις που εκείνοι απαίτησαν; Γιατί εκείνοι που σκαρφίστηκαν τον «τεχνοκράτη» (με την ευρεία έννοια), με ανάγκασαν να γίνω ένας και τώρα μου λένε πως δεν είμαι αρκετός; Γιατί μου δίνουν αυτοκίνητο όταν τελειώνει η βενζίνη; Γιατί με γεμίζουν αυταπάτες δήθεν πληρότητας και ευτυχίας όταν είναι αδύνατο να γίνουν πραγματικότητα; Γιατί περιμένουν από εμένα να τους βγάλω από την κρίση, να παλέψω για τα συμφέροντά τους, όταν εκείνοι είναι που χρωστούν; Γιατί είναι μια γενιά ανθρώπων βολεμένων. Είναι άνθρωποι που βρήκαν έτοιμο, πρόσφορο για να μην υπερβάλλω, μέλλον από γονείς που άλλοι σκοτώθηκαν κυριολεκτικά και άλλοι σκοτώθηκαν στη δουλειά. Είναι άνθρωποι που καταχράστηκαν το παρόν τους. Που δεν άφησαν λίγο από αυτό για τους μετέπειτα. Έτσι, επειδή και οι γονείς τους έκαναν κάτι παρόμοιο. Όχι. Είναι άνθρωποι θρασείς. Είναι άνθρωποι που για να μην κουραστούν, για να μην προσφέρουν ποιότητα έργου, θα επιλέξουν τον δειλό (πλέον) δρόμο της «απεργίας», στο διάστημα της οποίας θα κληθούν άλλοι για να διαμαρτυρηθούν για εκείνους. Είναι μια γενιά ανθρώπων που δεν διανοείται να της ζητηθεί κάτι. Βρήκαν από τους προηγούμενους, απαιτούν από τους επόμενους. Ο νέος πρέπει να πάει στο πανεπιστήμιο. Γιατί η κοινωνία δεν δέχεται την «αποτυχία». Γιατί δεν μπορεί να περηφανεύεται ο γονιός για το παιδί που προσφέρει στην κοινωνία με τον τρόπο που επέλεξε, αλλά δεν είναι «επιστήμονας». Πρέπει όλοι να γίνουν γιατροί και δικηγόροι (έτσι θα έχεις σπίτια, αναγνωρισιμότητα, αυτοκίνητα...). Παρόλα αυτά χρειαζόμαστε μόνο εκατό τον χρόνο. Οι υπόλοιποι κυνηγήστε ένα όνειρο μέχρι να τρελαθείτε ή μέχρι να φύγετε από εδώ. Αν δεν κάνω λάθος αυτός είναι και ο λόγος που ατελείωτα χωράφια ξεραίνονται, με αποτέλεσμα η αγροτική παραγωγή να χαθεί. Με αποτέλεσμα να αγοράζεις το πορτοκάλι Βαρκελώνης και το λεμόνι Χιλής φτηνότερα από του Καρπενησίου! Αλλά πρέπει να γίνουν όλοι δημόσιοι υπάλληλοι. Όλοι στο βωμό της ψηφοθηρίας. Να διατηρηθεί ένα σάπιο status quo, γιατί έτσι βολεύει τώρα. Μετά; Άλλοι θα βγάλουν το φίδι από την τρύπα. Κάποτε όμως όταν άνδρες έφταναν σ’ αυτό το σημείο, όπου η χρεοκοπία ήταν αναπόφευκτη, όπου το τέλμα εμφανές, είχαν το θάρρος να αναλάβουν την ευθύνη. Ακόμη και το να αυτοκτονήσουν ήταν καλύτερο από το να μεταφέρουν χρέη και ευθύνες. Σε όλους τους σημερινούς αυτούς ευθυνόφοβους μια πολιτική έστω αυτοκτονία είναι επιβεβλημένη. Έρχεται κάποτε το σημείο εκείνο όπου η διαδοχή δεν είναι δυνατή. Το σημείο εκείνο που κάποιοι οφείλουν να κάνουν στην άκρη. Οφείλουν να χαθούν μαζί με τα λάθη τους, μαζί με τις ευθύνες τους. Γιατί εάν παραμείνουν θα καταλήξουμε να φθονούμε ο ένας τον άλλο για την επιτυχία του, για την ευτυχία του. Τι να την κάνω την επιτυχία αν δεν μπορώ να τη μοιραστώ, να αποκτήσω κοινές εμπειρίες μ’ αυτή, επειδή κάποιος με μισεί γιατί του «πήρα» τη θέση σε ένα κοινωνικό καθεστώς τόσο μάταιο, τόσο ανούσιο όσο το να κοιτάς ένα πορτοκάλι περιμένοντας να το δεις να σαπίζει. Και δεν λέω περιμένοντας να το δεις να γίνεται μπλε, κίτρινο, πράσινο ή να μετατρέπεται σε μήλο ή αχλάδι. Όχι. Να το δεις να γίνεται μουντό. Γκρι. Μαύρο. Να βρομάει και τέλος να πεθαίνει. Όπως η διάθεση για ζωή και δημιουργικότητα που σου αφήνουν τα όσα σκοπίμως σου λένε. Γιατί καλά θα ήταν να περιμέναμε να δούμε κάτι το αντικανονικό το άτοπο (όπως το πορτοκάλι να αλλάζει). Θα σήμαινε πως υπάρχει όραμα. Υπάρχει θέληση. Αλλά έτσι όπως το αντιλαμβάνομαι στα δικά μας δεδομένα το μόνο που ταιριάζει είναι μια άνοστη επανάληψη με στόχο την απλή περαίωση πράξεων. «Ξύπνα, φάε, κάνε, πήδα, κοιμήσου, επανάλαβε. Πολιτισμός».