* Του Δημήτρη Μαγουλιώτη, πρωτοετούς φοιτητή Ιατρικής
Σύμφωνα με το θρύλο, ο Τανχόιζερ, Γερμανός ποιητής, μαγεμένος από την Αφροδίτη, ζούσε παγιδευμένος στο βουνό της, το βασίλειο του έρωτα. Κάποια μέρα προσπαθώντας να αποδεσμευθεί από τα μάγια της, ζήτησε άφεση αμαρτιών από τον πάπα. Εκείνος του αποκρίθηκε πως μόνο αν ανθίσει το ραβδί που κρατούσε θα του την έδινε. Έτσι, ο Τανχόιζερ, απογοητευμένος, γύρισε στο βουνό της Αφροδίτης, εγκαταλείποντας το ραβδί πίσω του.
Σήμερα η Δύση, ως άλλος Τανχόιζερ, βρίσκεται για μία ακόμη φορά μπροστά σε ένα τεράστιο αδιέξοδο, παραδομένη στα μάγια της διαρκούς ανάπτυξης, κορύφωση του οποίου αποτελεί η σημερινή κρίση. Κι όμως, τα σημάδια της κόπωσης του συστήματος ήταν ορατά ήδη από τη δεκαετία του ’70. Και αυτά δεν περιορίζονται μόνο στην εμφάνιση του στασιμοπληθωρισμού, αλλά διαχέονται σε όλες τις πτυχές του κοινωνικού βίου. Η μετατροπή των κομμάτων σε βαθύτατα γραφειοκρατικούς μηχανισμούς, με τη συνεπαγόμενη εγκαθίδρυση της «δικτατορίας της μετριότητας», και των συνδικάτων σε ομάδες πίεσης και εσχάτως σε “think tanks”, η έντονη αποπολιτικοποίηση και η εναπόθεση των πολιτών στη γαλήνη της ιδιωτικής σφαίρας, αποδεικνύουν αν μη τι άλλο, ότι «κάτι σάπιο υπάρχει στο βασίλειο της Δανιμαρκίας» εδώ και πολύ καιρό.
Η ανθεκτικότητα, ωστόσο, των δυτικών κοινωνιών μέχρι σήμερα, σίγουρα δεν είναι τυχαία και σίγουρα δεν είναι εξασφαλισμένη μεσοπρόθεσμα. Όντας αποτέλεσμα των σημαντικών οικονομικών και πολιτισμικών αποθεμάτων που είχε συσσωρεύσει εδώ και αιώνες, πλησιάζει πλέον στα όριά της, αν δεν τα έχει ήδη ξεπεράσει. Ο αστερισμός των παραγόντων που τη διασφάλιζαν εκλείπει και μαζί της εκλείπει οποιαδήποτε βεβαιότητα για το μέλλον.
Για πρώτη φορά, ίσως, η Δύση βρίσκεται αντιμέτωπη με την κατάρρευση του κοσμοειδώλου της. Η κλιματική αλλαγή, ο αέναος φαύλος κύκλος οικονομικής μεγέθυνσης-συρρίκνωσης, η έλλειψη κάθε νοήματος στην κοινωνική ζωή δημιουργούν αμφιβολίες σχετικά με την ορθοδοξία της «προόδου» ή οποιουδήποτε είδους «ιστορικής αναγκαιότητας». Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν είναι τυχαία η υπερσυντηρητική στροφή στον ανεπτυγμένο δυτικό κόσμο, εκφραζόμενη από την εκδίωξη των Ρομά στη Γαλλία, την πρόσφατη συγκέντρωση στο μνημείο Λίνκολν στις ΗΠΑ και το ρατσιστικό βιβλίο του Τίλο Σαραζίν, μέλους του ΔΣ της Bundesbank, στη Γερμανία. Η καθολικότητα των δυτικοευρωπαϊκών ιδεωδών περί δημοκρατίας τίθενται εν αμφιβόλω όταν παρατηρείται η αδυναμία εγκαθίδρυσης της δημοκρατίας στο Αφγανιστάν, ενώ η αξιοσημείωτη οικονομική πρόοδος της Κίνας, παρά την έλλειψη δημοκρατικών θεσμών, αποδεικνύει ότι ο καπιταλισμός δεν είναι σύμφυτος, απαραίτητα, με τη δημοκρατία. Παράλληλα, η κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», οδήγησε στην εγκατάλειψη κάθε σκέψης περί μίας διαφορετικής θέσμισης της κοινωνίας, εξαιτίας του μίσους από τη μια μεριά των Ανατολικών για τον κομμουνισμό και της πίστης, από την άλλη, των Δυτικών ότι το υπάρχον είναι το λιγότερο κακό καθεστώς.
Στην πρώτη φάση αυτής της απομάγευσης, οι δυτικές κοινωνίες μοιάζουν ανήμπορες να προσαρμοστούν στη νέα κατάσταση όπου ούτε τα εξελιγμένα οπλικά συστήματα των Αμερικανών, ούτε τα μέτρα λιτότητας των Ευρωπαίων, μοιάζουν να αποδίδουν καρπούς. Η οικονομία θυμίζει ένα διαπλανητικό καζίνο, ενώ η πολιτική αποτελεί την τέχνη της εξισορρόπησης μεταξύ των λόμπι. Ακόμη, και όταν παρατηρούνται κινητοποιήσεις συνδικάτων και οργανώσεων, αυτές προωθούν την υπεράσπιση συντεχνιακών συμφερόντων, όπως οποιαδήποτε ομάδα πίεσης, την ίδια στιγμή που ο αριθμός των ανέργων και των νεόπτωχων αυξάνεται δραματικά. Και μπορεί ο Economist να θεωρεί την πολιτική του David Cameron ως το μοντέλο που πρέπει να ακολουθήσουν και οι υπόλοιπες χώρες, είναι όμως ξεκάθαρο ότι η παντελής ανυπαρξία νοήματος στο στόχο μείωσης του ελλείμματος, επί παραδείγματι, κάτω του 3% σύντομα θα οδηγήσει σε συντριβή όλου του κοινωνικού οικοδομήματος.
Φυσικά και η λύση δεν είναι να κατηγορήσουμε επιπόλαια το καπιταλιστικό σύστημα συνολικά. Όμως, είναι διαφορετικό να ομιλούμε για έναν καπιταλισμό αποδυναμωμένο από, όπως θα γράψει και ο Κορνήλιος Καστοριάδης, μία «εσωτερική αντιπολίτευση» και διαφορετικό για έναν ανεξέλεγκτο καπιταλισμό, που βασίζεται στην κονιορτοποίηση των κοινωνικών δυνάμεων και εξαγοράζει τις συνειδήσεις με ένα καινούριο καταναλωτικό αγαθό κάθε χρόνο. Και το ζήτημα είναι ότι με την αποπολιτικοποίηση και το μονισμό του χρήματος εμποδίζεται και η ίδια η απόλαυση των αγαθών. Γιατί, σε μια κοινωνία με έλλειψη οποιουδήποτε άλλου νοήματος πλην του κέρδους, ο βιομηχανικός εργάτης θα εργάζεται όσο το δυνατόν λιγότερο ξεγελώντας τα τεστ πιστοποίησης, ο δάσκαλος θα αδιαφορεί για την εκπαίδευση των μαθητών και ο δικαστής στον οποίο θα μπορούσαμε να τους καταγγείλουμε θα δωροδοκείται.
Στην πραγματικότητα, δεν είναι η οικονομία ή το καπιταλιστικό σύστημα που απειλείται τη δεδομένη στιγμή, αλλά κάτι πολύ περισσότερο. Είναι όλες εκείνες οι αξίες του ανθρωπισμού που διαμόρφωσαν το Δυτικό Πολιτισμό και που επέτρεψαν στις δυτικές κοινωνίες να αμφισβητούν διαρκώς τη θέσμισή τους. Είναι η αυτοπαράσταση των κοινωνιών αυτών που κλονίζεται, αφού για πρώτη φορά έπειτα από αρκετούς αιώνες δε φαίνεται να διαθέτουν οποιαδήποτε βεβαιότητα για το μέλλον. Και φυσικά το πρόβλημα της έλλειψης νοήματος δεν μπορεί να οριστεί με οικονομικά μεγέθη, ούτε να αντιμετωπιστεί με εργαλεία της πολιτικής οικονομίας.
Εκείνο που απαιτείται πλέον είναι μία συνολική στροφή της κοινωνίας με γνώμονα τον άνθρωπο. Όσο η Δύση δεν βρίσκει την αυτεπιβεβαίωσή της στον υπόλοιπο κόσμο τόσο πρέπει να επιμείνει στις δημοκρατικές αξίες της. Η σύγκρουση αγοράς και κοινωνίας υπήρχε πάντα και θα εξακολουθήσει να υπάρχει. Ωστόσο είναι οι κοινωνικοί αγώνες για αυτονομία που θα προστατεύσουν τις δυτικές αξίες και εν τέλει θα διασώσουν για μία ακόμη φορά τον καπιταλισμό. Και προϋπόθεση αυτών των αγώνων είναι η συνειδητοποίηση από τη μεριά των πολιτών της ευθύνης που φέρουν για τον επανακαθορισμό της δημόσιας συζήτησης και της αντικατάστασης του μερικότερων ζητημάτων, όπως της υιοθέτησης ή μη του μνημονίου από το καθολικό ζητούμενο της αυτονομίας. Γιατί μόνο σε μία διαυγασμένη κοινωνία έχει αξία οιαδήποτε συζήτηση παρόμοιων οικονομικών, εκπαιδευτικών ή άλλων ζητημάτων, ιδίως όταν πρόκειται για τέτοιας μείζονος σημασίας θέματα.
Στο τέλος του θρύλου του Τανχόιζερ, το ραβδί του τελικά ανθίζει και ο πάπας αποφασίζει να του δώσει άφεση αμαρτιών. Όμως, κανένας δεν καταφέρνει να τον βρει. Είναι έτοιμη η Δύση να αλλάξει τις προτεραιότητές της έγκαιρα ή θα ακολουθήσει τις αναδυόμενες οικονομίες σε ένα δρόμο προς τη θηριοποίηση; Είναι καιρός να αντιληφτούμε όλοι την ανάγκη για μία ανθρωπιστική αντεπάνασταση. Η ώρα έφτασε.