Toy Γεωργίου Ντόβα, συνταξιούχου δημοσίου
Είναι απορίας άξιον και σημείο των καιρών να καλούμαι σε απολογία για το αυτονόητο, για μια πράξη μου που δεν εμπεριέχει καμία απαξία και την οποία θεώρησα ορθή και επιβεβλημένη. Πρόκειται για την κατάθεση ενός χρηματικού ποσού στο Ταμείο στήριξης της οικονομίας το οποίο συστάθηκε στις αρχές Μαρτίου 2010 από δύο κορυφαίους παράγοντες της ελληνικής πολιτείας, τον πρόεδρο της Βουλής και τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Δεν περίμενα πως η πράξη μου αυτή θα αποτελέσει τη λυδία λίθο της μικροψυχίας, της καχυποψίας και της φιλαργυρίας των συμπολιτών μου. Αντί να υποστηρίξουν και να μιμηθούν την ενέργειά μου έσπευσαν να την ψέξουν ο καθένας για τους δικούς του λόγους.
Είχε προηγηθεί ο λόγος του προέδρου της δημοκρατίας στα Γιάννινα όπου παρευρέθηκε για τον εορτασμό της απελευθέρωσης της πόλης από τους Τούρκους το Φεβρουάριο του 1913. Είπε ο κ. Πρόεδρος: Πατριωτισμός δεν είναι αυτονόητη αναφορά, αλλά στάση ζωής που πρέπει καθημερινά να αποδεικνύεται με πράξεις, ούτε πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν εργαλείο πολιτικής εκμετάλλευσης. Αν την περίοδο αυτή, που έχει συρρικνωθεί ο πατριωτισμός, αυτά τα λόγια και πολλά άλλα δεν έχουν καμία απήχηση στο λαό, τότε γιατί να λέγονται; Μήπως πρέπει να γίνουμε φειδωλοί αν όχι σιωπηλοί και να αφήσουμε να μιλήσουν τα έργα μας; Μήπως έχουμε χάσει το μέτρο και τη σημασία των λόγων και διαστρέψαμε εσκεμμένα το νόημά τους χάριν της ιδιοτέλειάς μας; Αν ναι, τότε θα καταντήσουμε θλιβερά θύματα της διαστροφής μας.
Επανέρχομαι στην απολογία μου στην οποία με ώθησαν τα ερωτήματα πολλών συμπολιτών μου, καθώς και ενός σοφού ηλικιωμένου που συνάντησα στον Πλαταμώνα στις διακοπές μου, και συνοψίζονται στο εξής ένα: Γιατί έδωσες τα χρήματα; Όταν τους ρωτώ πού βρίσκουν το κακό, αραδιάζουν ένα σωρό καχυποψίες για δήθεν υστεροβουλία, προβολή αλλά και αφέλεια. Αυτό το τελευταίο το βρίσκω πολύ σημαντικό γιατί φανερώνει την ένθεη μανία που έχουν πολλοί για τη λατρεία του χρήματος. Δεν έχουν καταλάβει ή δεν θέλουν να καταλάβουν ότι η χώρα αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα και εξακολουθούν να σκέπτονται και να δρουν με τα ίδια μυαλά, της αρπαχτής, της φοροδιαφυγής, της φοροκλοπής και της αδιαφορίας για την τύχη της χώρας τους.
Το πρώτο κακό βρίσκεται στην πρόθεση αυτών που θα τα διαχειριστούν να τα καταχραστούν όπως έχουν καταχραστεί τα λεφτά του λαού τόσα χρόνια κι έχουν οδηγήσει τη χώρα στη χρεοκοπία. Ποιος όμως ψήφιζε αυτούς που καταχράστηκαν τα χρήματα του λαού και ποιος τους εξέλεξε ξανά αφού δεν τους εμπιστεύεται; Αν δεν άλλαξε τίποτα, μετά από τη μεγάλη περιπέτεια που μπήκε αυτή η δύσμοιρη χώρα ποια θα είναι η κατάληξη η δική μας και των παιδιών μας; Αν ο καθένας μας περιμένει ν’ αλλάξουν συμπεριφορές και πρακτικές οι άλλοι και όχι ο ίδιος τότε κανείς δεν πρόκειται ν’ αλλάξει και θα μας αλλάξουν τα φώτα οι άλλοι, η περίφημη «Τρόικα» που έχουν πιάσει δουλειά και δεν γνωρίζουμε πότε και πώς θα τελειώσουν με τη διακυβέρνηση της χώρας μας. Έχουν ξαπλώσει τη οικονομία μας και τη χώρα μας στο χειρουργικό τραπέζι και το μόνο που νοιάζονται είναι να πετύχει η εγχείρησή τους κι ας πεθάνει ο ασθενής.
Δεύτερον θεωρούν, ότι τα ελλείμματα και το χρέος είναι τεράστια και δεν αντιμετωπίζονται με αυτές τις πρωτοβουλίες. Θα ήταν κακό αν δείχναμε όλοι γενναιοψυχία, αλληλεγγύη και υπευθυνότητα και σπεύδαμε να συγκεντρώσουμε ένα σημαντικό ποσό που θα ξαλάφρωνε το βάρος του δανεισμού με τους αποικιακούς όρους που μας επιβλήθηκαν από τους δανειστές μας; Ο τράχηλος του Έλληνα μπορεί να σηκώσει τρεις ζυγούς και δεν μπορεί να σηκώσει το δικό του που αφορά στην τήρηση του νόμου, στον αυτοπεριορισμό της σπατάλης και γενικά στο νοικοκύρεμα της οικονομίας μας; Με την μικροψυχία μας, τη φιλαργυρία μας, τη νεύρωση για πλούτη και χλιδή, τις συνεχείς απεργίες και άκαιρες κινητοποιήσεις θα πορευθούμε δανειζόμενοι συνεχώς; Ποιος θα πληρώσει αυτά τα δάνεια με τα τοκογλυφικά επιτόκια;
Τρίτον θεωρούν ότι θα ζημιώσουν οι φτωχοί άνθρωποι που θα σπεύσουν να καταθέσουν από το υστέρημά τους ενώ οι έχοντες και κατέχοντες θα αδιαφορήσουν εντελώς. Θα απολογηθώ με τους λόγους του κ. προέδρου της δημοκρατίας που είπε γι΄ αυτό το Ταμείο: Όλοι πρέπει να συνεισφέρουν, οι έχοντες και κατέχοντες τα πολλά και ο φτωχός τον οβολό του. Αν όλοι προσφέραμε εθελοντικά ένα σημαντικό ποσό δεν θα στέλναμε ένα ηχηρό μήνυμα ότι κάτι άλλαξε, ότι οι Έλληνες έχουμε ελαττώματα αλλά και αρετές που όταν χρειαστεί φτάνουν μέχρι και τη θυσία; Θα ήταν άραγε θυσία αν οι πλούσιοι διέθεταν ένα μικρό μέρος από τα πλούτη για τη σωτηρία της οικονομίας και της χώρας τους; Έπειτα ας μην κρυβόμαστε. Τα πλούτη δεν είναι πάντα καθαρά και νόμιμα. Αν οι έχοντες και κατέχοντες προσφέρουν ένα μικρό μέρος του πλούτου τους όχι μόνο δεν θα ζημιωθούν αλλά έχουν να ωφεληθούν πολλά. Αν λυπηθούν να προσφέρουν τα λίγα τότε ίσως να χάσουν και τα πολλά. Ας αναλογιστούν ότι γι’ αυτή την πατρίδα στην οποία ζουν και πλουτίζουν πολλοί προσέφεραν πολύ ιδρώτα και αίμα αλλά και τη ζωή τους ακόμη. Κάθε γωνιά της είναι ποτισμένη με αίμα για να προβάλλει η ελευθερία της μέσα από τα κόκκαλα των Ελλήνων τα ιερά.
Τέταρτο κακό θεωρούν, ότι δημοσίευσα σε σχετικό άρθρο μου στην «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» την προσφορά μου, ενώ δεν θα έπρεπε να το κάνω για λόγους σεμνότητας και μετριοφροσύνης. Όταν στις αρχές Φεβρουαρίου 2010 δημοσίευσα στην «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» το άρθρο μου με τίτλο «Έκκληση προς το πανελλήνιο» είχα δηλώσει δημόσια ότι θα έσπευδα να καταθέσω και να ενισχύσω αυτή την προσπάθεια και αυτό έπραξα. Πίστεψα και ακόμη πιστεύω ότι θα βρω μιμητές. Γιατί οι περισσότεροι αν όχι όλοι μας μιμούμαστε τους άδικους, τους άρπαγες, τους πλεονέκτες, τους φιλοχρήματους, τους αδιάφορους και δεν μιμούμαστε τους δίκαιους, τους έντιμους, τους ολιγαρκείς, αυτούς που αγωνιούν για το μέλλον της χώρας και των παιδιών της;
Πιστεύω ότι έδωσα με ειλικρίνεια αρκετά στοιχεία ώστε να πειστεί κι ο πιο δύσπιστος και καχύποπτος συμπολίτης μου για την ορθότητα και σκοπιμότητα της ενέργειάς μου. Μετά από αυτά αν μερικοί εξακολουθούν να επιμένουν στις επικρίσεις τους θα μου επιτρέψουν να τους ειπώ ότι αυτές αποτελούν προφάσεις εν αμαρτίαις.
Αν το εγχείρημα αυτό δεν έφερε ακόμη το αναμενόμενο αποτέλεσμα είναι διότι αυτοί που το οργάνωσαν δεν πίστεψαν σ’ αυτό και δεν το πρόβαλαν σωστά από τα μέσα ενημέρωσης. Αν γινόταν ένας τηλεμαραθώνιος εθελοντικής προσφοράς όπως είχα προτείνει και έσπευδαν να καταθέσουν τον οβολό τους απλοί άνθρωποι, τι θα έκαναν οι έχοντες και κατέχοντες; Αν αδιαφορούσαν θα περιέρχονταν στη χλεύη και περιφρόνηση του λαού και δεν θα μπορούσαν να κυκλοφορήσουν χωρίς ντροπή και να δίνουν μαθήματα πατριωτισμού. Έτσι θα έπεφταν οι μάσκες της υποκρισίας και θα καταλάβαινε ο λαός ότι ο «βασιλιάς» είναι γυμνός.