Από τον Πασχάλη-Αδάμ Μολυβδά
Όσο πλησιάζουμε προς την εκλογική αναμέτρηση της 17ης Ιουνίου θα έρχεται και θα ξανάρχεται το ζήτημα της ενότητας της Αριστεράς όπως άλλωστε έγινε και πριν από τις εκλογές της 6ης Μαΐου. Είναι φανερό ότι η φιλολογία αυτή έχει απήχηση σε μερίδα των οπαδών του ΚΚΕ που αναρωτιούνται γιατί, με έντιμα αλλά συναισθηματικά κριτήρια. Αρχικά πρέπει να ξεκαθαριστεί ότι, σε ό,τι αφορά την αριστερά συμφωνίες αρχηγών πίσω από κλειστές πόρτες και τα κοπάδια ακολουθούν, όπως είδαμε να γίνεται πρόσφατα σε άλλους πολιτικούς χώρους, είναι διαδικασίες χωρίς περιεχόμενο. Η ενότητα της αριστεράς σφυρηλατείται στο εργοστάσιο, το σωματείο, τους χώρους δουλειάς και τότε μόνο αποκτά περιεχόμενο αλλά και προοπτική. Αυτό άλλωστε συνέβη και στα ιστορικά παραδείγματα που επικαλούνται κάποιοι. Το ποτάμι της Εθνικής Αντίστασης, με ραχοκοκαλιά το ΚΚΕ, ήδη έτρεχε ορμητικό όταν μερίδα του πολιτικού κόσμου περισσότερο από φόβο μην μείνει έξω από τις εξελίξεις έτρεξε να ενταχθεί στο ΕΑΜ.
Ένα άλλο σημείο που πρέπει να ξεκαθαριστεί, στη χώρα που ο καθένας είναι ό,τι δηλώνει, είναι το για ποια αριστερά μιλάμε. Ο γενικός, αόριστος και αποπροσανατολιστικός όρος «αριστερά» πρέπει να εξειδικευθεί και να διευκρινισθεί. Η αριστερά με την οποία μπορεί να συμπράξει το ΚΚΕ περιλαμβάνει τις δυνάμεις εκείνες που περιέχουν στο πρόγραμμα τους απερίφραστα τον στόχο της ανατροπής, της ρήξης με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής και διακίνησης αγαθών και υπηρεσιών.
Η λογική της βελτίωσης του καπιταλισμού και του σταδιακού «εξανθρωπισμού» του, καταλήγει αντικειμενικά στη διαιώνισή του. Αυτό πια κι αν δεν είναι ουτοπία και αναβολή για τη μέλλουσα ζωή. Αντίθετα στη διαδικασία της πάλης για την ανατροπή του καπιταλισμού θα προκύψουν ενδιάμεσες κατακτήσεις που θα βελτιώνουν τη ζωή των εργαζομένων, τις οποίες οι κομμουνιστές δεν υποτιμούν καθόλου.
Από όσα μπορεί κανείς να καταλάβει μέχρι τώρα μέσα από τις ποικίλες και πολλές φορές και αντιφατικές δηλώσεις που παρακολουθούμε όλο αυτό το διάστημα, αλλά και τις μεταγραφές που έγιναν, τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ φιλοδοξούν να προσελκύσουν και να καταλάβουν τον χώρο της σοσιαλδημοκρατίας. Για σοσιαλδημοκράτες καλοί είναι προς το παρόν. Με την επιφύλαξη ότι δεν έχουν ασκήσει ακόμη εξουσία και την υπενθύμιση ότι το ΠΑΣΟΚ το 1981 είχε πολύ πιο αριστερή συνθηματολογία (έξω από το ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ έξω οι Βάσεις κ.α.) και δεν έκανε τίποτε από αυτά. Η επιφύλαξη αυτή βέβαια ενισχύεται, πέρα από τη συνεχή διολίσθηση θέσεων και από την αποκαλυπτική ρήση διακεκριμένου στελέχους του «άλλο τι θέλεις και άλλο το τι μπορείς» ή την εν δυνάμει συγγνώμη που ζήτησε οικονομικό στέλεχος όταν στη ροή του λόγου του αναγκάστηκε να χρησιμοποιήσει τον όρο καπιταλισμός.
Το ΚΚΕ όταν μιλάει για ενότητα θέλει να μπορεί να βλέπει κατάματα την εργατική τάξη και τα εργαζόμενα λαϊκά στρώματα και όχι με την άκρη του ματιού του, σύριζα δηλαδή.
Οι προτάσεις συνεργασίας που έγιναν, είχαν έναν σαφέστατα υποκριτικό χαρακτήρα, διότι η συνεργασία μετά τις εκλογές δεν έφτανε (δεν αρκούσαν τα κουκιά αλλά κυρίως δεν προϋπήρχαν ενδείξεις για δυνατότητα προγραμματικών συγκλίσεων). Ακόμα λοιπόν και αν σχηματιζότανε μια τέτοια κυβέρνηση, με «ανοχή», θα ήταν όμηρος των υπολοιπων πολιτικών δυνάμεων και θα έπεφτε μόλις τολμούσε να πάρει το πρώτο θετικό μέτρο. Αποκορύφωμα όμως υποκρισίας αποτελούσε η προεκλογική πρόταση συνεργασίας δήθεν «για να πάρουμε το πριμ του πρώτου κόμματος» που διοχετεύτηκε με ιδιαίτερη μαεστρία. Δεδομένου ότι συνασπισμός κομμάτων δεν λαμβάνει το πριμ θα έπρεπε να καταλυθεί η οργανωτική αυτοτέλεια του ΚΚΕ, πράγμα που αποτελεί το όνειρο πολλών κύκλων εδώ και δεκαετίες.
Το ΚΚΕ δεν συμμετέχει σε κυβέρνηση – πολιτικό προσωπικό ενώ την πραγματική εξουσία θα εξακολουθούν να έχουν το τραπεζικό και χρηματιστηριακό κεφάλαιο. Έχει πρόγραμμα λαϊκής εξουσίας σε αντίθεση και ρήξη με τα ξένα και ντόπια μονοπώλια. Αποτελεί την κύρια σταθερή και αταλάντευτη δύναμη και γι’ αυτό η ενδυνάμωσή του από αυτή την εκλογική μάχη αποτελεί τη μόνη εγγύηση για να μπορέσει ο λαός να αποκρούσει τα μέτρα που απεργάζονται η ΕΕ το ΔΝΤ και οι εγχώριοι υπηρέτες τους εκούσιοι ή ακούσιοι. Όλοι αυτοί απεργάζονται τη χρεοκοπία της χώρας. Το δίλημμα που τίθεται συνεπώς σ’ αυτές τις εκλογές είναι αν οι λύσεις που θα δοθούν θα είναι σε όφελος των τραπεζιτών του χρηματιστηριακού κεφαλαίου και των καπιταλιστών ή σε όφελος του εργαζόμενου λαού. Η ισχυροποίηση του ΚΚΕ είναι η μόνη εγγύηση για να μπούνε εμπόδια στη λαίλαπα που έρχεται, αλλά και για να δημιουργούνται προϋποθέσεις να ανοίξει ο δρόμος για ριζικές αλλαγές, για τη λαϊκή προοπτική.