Του Κώστα Γιαννούλα
Με το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών της 6ης Μαΐου ο ελληνικός λαός απέδειξε για άλλη μια φορά ότι και περήφανος είναι και νου και κρίση διαθέτει αλλά και ότι είναι σε θέση επεξεργαζόμενος ως ηλεκτρονικός υπολογιστής όλα τα δεδομένα, που τίθενται στα υπόψη του, να κάνει ανατροπές και να παίρνει τις καλύτερες δυνατές κάθε φορά αποφάσεις, υπό τον όρο ότι τα δεδομένα είναι πλήρη και σωστά.
Αυτή τη φορά με συμβούλους του εκτός των άλλων την οργή και την αγανάκτηση για το κατάντημα το δικό του και της χώρας, κόντρα στην πρακτική του χθες, που τον ήθελε δεδομένο για κάποιους, χρέωσε την κύρια ευθύνη στα μέχρι πρότινος μεγάλα κόμματα εξουσίας, έφερε τα πάνω κάτω καθιστώντας τα με την ψήφο του μικρά και ενίσχυσε τα μικρά σε τέτοιο βαθμό, όμως, που να μην είναι κανένα σε θέση να κυβερνήσει μόνο του, γιατί δεν πείσθηκε ότι κάποιο απ’ αυτά είναι έτοιμο να κυβερνήσει τον τόπο.
Έστειλε κατ’ αυτόν τον τρόπο μηνύματα με πολλούς αποδέκτες. Χωρίς να αμφισβητήσει τον προσανατολισμό και τη θέση της χώρας μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στο ευρώ, αγνόησε τα εκβιαστικά διλήμματα των Τροϊκανών και Ευρωπαίων αξιωματούχων και τους διεμήνυσε ότι οι συνταγές τους για το ξεπέρασμα της κρίσης, αν μη τι άλλο, βρίσκονται σε λάθος κατεύθυνση και, έτσι όπως εφαρμόζονται, δεν γίνονται αποδεκτές.
Στα κόμματα, μεγάλα και μικρά, που στήριζαν τα μνημόνια και τη δανειακή σύμβαση συνέστησε με ξεκάθαρο τρόπο ν΄ αλλάξουν ρότα, έθεσε τέρμα στην περίοδο της μεταπολίτευσης, ανατρέποντας το δικομματικό σύστημα με τη μορφή, που μέχρι τώρα γνωρίζαμε και έδειξε το δρόμο των συνεργασιών, προκειμένου να μη μείνει ακυβέρνητη η χώρα.
Κατά τη διάρκεια των διερευνητικών εντολών οι πρώην μεγάλοι κομματικοί σχηματισμοί την ανάγκην επιθυμίαν ποιούμενοι έδειξαν με τη συμπεριφορά τους ότι πήραν το μήνυμα, νέρωσαν με το παραπάνω το κρασί τους και, ίσως γιατί έτσι τους βόλευε, υποσχόμενοι επαναδιαπραγμάτευση και βελτίωση των όρων του μνημονίου και της δανειακής σύμβασης έκαναν ό,τι μπορούσαν, προκειμένου να σχηματισθεί κυβέρνηση συνεργασίας.
Το Κ.Κ.Ε., συνεπές και σταθερό στις επιδιώξεις του, ίσως και γιατί διατήρησε τις δυνάμεις του, κρατήθηκε μακριά απ’ την όλη διαδικασία συνεχίζοντας να καταγγέλλει τους πάντες και τα πάντα.
Αντίθετα οι άλλοι συμπεριφερόμενοι ως μικρομέγαλοι, άλλος με περισσή αλαζονεία, έπαρση και αντικρουόμενες απόψεις στελεχών του, άλλος, λες και προέκυψε απ’ το πουθενά, με φανατισμό, συνωμοσιολογία και απόλυτη επιμονή στις προτάσεις του, άλλος φοβούμενος υπέρμετρα το κομματικό κόστος και τις αδυναμίες του εγχειρήματος κλώτσησαν την ευκαιρία για συνεργασία και με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες εκλογές, αποδείχθηκαν ανέτοιμοι να αναλάβουν κυβερνητικές ευθύνες, λες και μπορούν μόνοι τους και ο καθένας ξεχωριστά χωρίς την έγκριση του λαού ν’ αλλάξουν τη φορά των πραγμάτων.
Έτσι η χώρα πελαγοδρομώντας, παραπαίοντας και χάνοντας πολύτιμο χρόνο οδηγείται και πάλι σε εκλογές με αβέβαιο και πάλι αποτέλεσμα, παρότι ου μενετοί οι καιροί.
Πρέπει, ωστόσο, να γνωρίζουν όλοι οι μνηστήρες του θρόνου, «μεγάλοι», μικρομέγαλοι και μικροί, αλλά και κάθε Έλληνας και Ελληνίδα ξεχωριστά, ότι η πολιτική, ανεξάρτητα απ’ τα «θέλω» και τις επιδιώξεις του καθενός, είναι η τέχνη του εφικτού και μόνο αυτού.
Η ιστορία, μάλιστα, απέδειξε ότι όσοι ως Δον Κιχώτες ξεκομμένοι απ’ την πραγματικότητα επέμεναν με απόλυτο τρόπο μόνο στα δικά τους «θέλω» και αγνοούσαν τα «θέλω» των άλλων έχοντας ως σύνθημα το «όλα ή τίποτε», κατάφεραν στο τέλος το τίποτε.
Ο δημοκρατικός διάλογος, άλλωστε, αλλά και η ευρωπαϊκή δημοκρατική κοινωνία, πόσο μάλλον όταν αυτή απαρτίζεται από κράτη και πολίτες με αντικρουόμενα συμφέροντα, για να προχωρήσει, χρειάζεται θέση-αντίθεση αλλά και σύνθεση. Όσοι σε τέτοιες κοινωνίες παραμένουν μόνο στη θέση και μόνο στην αντίθεση και δεν προχωρούν με αμοιβαίες υποχωρήσεις στη σύνθεση απόψεων, το μόνο που καταφέρνουν είναι αδιέξοδα, στασιμότητα αλλά και οπισθοδρόμηση.
Κατά το χρονικό διάστημα, που μεσολάβησε απ’ τις εκλογές της 6ης Μαΐου ως το σχηματισμό υπηρεσιακής κυβέρνησης για τη διενέργεια νέων εκλογών, ο λαός πήρε μια πρώτη γεύση για το τι σημαίνει ακυβερνησία, είδε πώς συμπεριφέρονται κάποιοι, που τους είχε μόνο ακουστά αλλά δεν τους γνώριζε καλά, αποκαλύφθηκε όλη η αλήθεια και τέθηκαν στα υπόψη του νέα δεδομένα και μάλιστα πολύ ουσιαστικά αναφορικά κυρίως με τη συμπεριφορά και τα κυβερνητικά προγράμματα των μικρομέγαλων.
Γι’ αυτό, θέλω να πιστεύω ότι ο λαός πιο σοφός και πιο πράος αυτή τη φορά θα επαναξιολογήσει τα πράγματα και θα δώσει λύση στο πρόβλημα της ακυβερνησίας προς την κατεύθυνση, που απαιτεί το συμφέρον το δικό του και του τόπου, χωρίς να ξεχνά τη διαπίστωση ότι έστω και μια κακή κυβέρνηση είναι καλύτερη απ’ την ακυβερνησία.