Του Φίλιππου Ζάχαρη (phil.zaharis@gmail.com)
Και στις διερευνητικές εντολές μέχρι στιγμής δε έχει επικρατήσει η σύνεση παρά οι πύρινοι λόγοι για αποδέσμευση από το μνημόνιο που ξεστομίζονται από πολλούς, αλλά που στην πράξη δεν φαίνεται να οδηγούν πουθενά. Ο ΣΥΡΙΖΑ επέμεινε στην καταγγελία της σύμβασης και στο φλερτ με το ΚΚΕ (που πάντως κράτησε κλειστή την πόρτα), στις διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους αλλά και στην - καθώς αποδείχτηκε – μικρή σε μέγεθος και αξία συμφωνία με τη ΔΗΜΑΡ για τον σχηματισμό αριστερής κυβέρνησης.
Η τελευταία διαπιστώνει ότι η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ στο πλαίσιο της διερευνητικής εντολής δεν αξιοποίησε την ευκαιρία για κυβερνητική λύση και ότι το σύνολο των χειρισμών της κινδυνεύει να οδηγήσει τη χώρα σε νέες εκλογές, με πιθανό αποτέλεσμα την αναθέρμανση του δικομματισμού και τη συντηρητική μετατόπιση. «Οι αντιφατικές δηλώσεις στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ», τόνισε η ΔΗΜΑΡ, «για την ελληνική οικονομία, η εμμονή στην καταγγελία της δανειακής σύμβασης, που συνιστά πτωχευτικό γεγονός και αποτελεί ρήξη με την Ευρωζώνη, δυσχεραίνουν την πολιτική συνεννόηση».
Ο ΣΥΡΙΖΑ, από την πλευρά του ανταπαντά ότι κατανόηση στην πρότασή του έδειξαν μόνο οι κοινωνικοί εταίροι. Και οι απορίες είναι εύλογες: Ποιους ευνοεί το ενδεχόμενο νέων εκλογών; Γιατί οι δυνάμεις της Αριστεράς απώλεσαν τη μοναδική ευκαιρία να διαδραματίσουν ενεργό κυβερνητικό ρόλο; Οι απαντήσεις είναι πολλές και παραπέμπουν στις διαπραγματεύσεις που έγιναν κάτω από το τραπέζι. Πρώτα απ΄ όλα θα πρέπει να δει κανείς τη θέση του ΠΑΣΟΚ που στάθηκε μέχρι στιγμής στη γωνιά, απολαμβάνοντας το θέαμα των τριών αριστερών κομμάτων να επιδίδονται σε σοβαρές διαφωνίες και λεκτικούς διαπληκτισμούς.
Το ΠΑΣΟΚ επιμένει σε κυβέρνηση εθνικής ενότητας με ευρωπαϊκό προσανατολισμό, βάζοντας τη ΝΔ, τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΔΗΜΑΡ στο κυβερνητικό παιχνίδι. Αυτό από μόνο του όμως είναι ανέφικτο καθώς δεν δέχεται ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ αλλά ούτε και η ΔΗΜΑΡ τη σύμπραξη με τη ΝΔ αλλά και το ΠΑΣΟΚ, όσο δεν αλλάζουν τις θέσεις τους απέναντι στο μνημόνιο. Βέβαια, για να αποδώσουμε τα του Καίσαρος τω Καίσαρι, η τύχη αυτής της κυβέρνησης δεν εξαρτάται μόνο από το μνημόνιο αλλά και από τις πολλές διαφορές που υπάρχουν σε προγραμματική κυρίως βάση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν, έχοντας μάλλον εξαρχής διαπιστώσει πως αριστερή κυβέρνηση δεν γίνεται ούτως ή άλλως, θέλησε μάλλον απ΄ ό,τι φαίνεται να διατρανώσει περαιτέρω τις θέσεις του και να ανεβάσει τα ποσοστά του στις επόμενες εκλογές, και γιατί όχι να χτυπήσει πρωτιά τον Ιούνη. Αυτό το κατάλαβαν στη ΔΗΜΑΡ, και ίσως γι΄ αυτό κατηγορούν τον Τσίπρα ότι θέλει να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές, προκαλώντας συσπείρωση της Δεξιάς, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη συντηρητικοποίηση μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας. Τι θα μπορούσε όμως να κάνει ο Αλέξης Τσίπρας για να «δέσει» την αριστερή κυβέρνηση;
Πιθανότατα να μετριάσει την υπόθεση της καταγγελίας του μνημονίου και να σύρει το ΠΑΣΟΚ σε έννοιες όπως απαγκίστρωση ή αναδιάρθρωση. Εκεί θα έβρισκε και τη ΔΗΜΑΡ σύμφωνη αφού δεν θα χανόταν ούτε ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός, ούτε θα έμενε το μνημόνιο ως έχει. Δεν το έκανε όμως αυτό ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ. Αντ΄ αυτού, επέμεινε στην καταγγελία της σύμβασης, προσπαθώντας να βάλει και το ΚΚΕ στο παιχνίδι, που πάντως δεν κουνήθηκε στο παραμικρό από την πάγια θέση του.
Έτσι, μοιραία το σενάριο περί αριστερής κυβέρνησης πήγε περίπατο. Η διερευνητική εντολή, τώρα, βρίσκεται στα χέρια του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ. Αν δεν έχουμε τη δημιουργία οικουμενικής κυβέρνησης και κάποια λύση μετά τη συνάντηση Βενιζέλου - Κουβέλη, αναμένεται να πάει και αυτή χαμένη. Γεγονός είναι ένα: Οι διερευνητικές εντολές στη φάση αυτή δόθηκαν για να πληρωθεί αρχικά το εθιμοτυπικό του πράγματος. Η ευκαιρία για κυβερνώσα αριστερά δεν ξέρω αν ήταν πραγματικά ευκαιρία υπό τις παρούσες συνθήκες. Αυτό που είδαμε και εξακολουθούμε να βλέπουμε είναι να μην επικρατεί σύνεση, αλλά πάνω απ΄ όλα να μην υπάρχει από πολλούς το δέον ενδιαφέρον για το μέλλον του τόπου.
Οι ηγεσίες των αριστερών κομμάτων βρέθηκαν απότομα στο προσκήνιο, μετά τα πολύ μεγάλα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ, και απ΄ ό,τι φάνηκε δεν μπόρεσαν να βρουν την κοινή συνισταμένη. Ο λόγος - αν δεν υπάρξει λύση από τις συναντήσεις Βενιζέλου με Σαμαρά - περνά στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που θα καλέσει και τα επτά κόμματα σε σύσκεψη. Αναμένουμε με μεγάλο ενδιαφέρον τι θα συμβεί και πώς θα κυβερνηθεί ο τόπος τουλάχιστον μέχρι τις εκλογές του Ιουνίου. Γιατί εκεί επικεντρώνουν το ενδιαφέρον τους και οι Ευρωπαίοι εταίροι.