Του Δρ. Θεολογίας, Αχιλλέα Πιτσίλκα
«Τη αγία και Μ. Τετάρτη της αλειψάσης τον Κύριον μύρω... γυναικός μνείαν ποιείσθαι οι Πατέρες εθέσπισαν».
Για δύο μορφές, εντελώς αντίθετες στη συμπεριφορά τους, γίνεται την ημέρα αυτή λόγο από τους υμνογράφους της Εκκλησίας, που θέλησαν να τονίσουν αντιθετικά την ευγνωμοσύνη μιας γυναίκας και αρνητικά την αγνωμοσύνη του Ιούδα.
1) Η ευγνωμοσύνη της Μαρίας
Δύο ημέρες πριν από την εορτή των άζυμων (Ματ. 26, 2) ο Κύριος με τους Μαθητές του βρέθηκαν στη Βηθανία στο σπίτι κάποιου Σίμωνα, πρώην λεπρού, που από ευγνωμοσύνη για τη θεραπεία του, τους έκανε το τραπέζι. Την ώρα δε του φαγητού έφθασε εκεί και μια γυναίκα, κρατώντας ένα αλαβάστρινο δοχείο με μύρα νάρδου πιστικής, δηλ. βαρύτιμο, και, σπάζοντας τον λαιμό του δοχείου, άλειψε με το μύρο εκείνο τα πόδια του Κυρίου, θέλοντας να δείξει την απέραντη ευγνωμοσύνη της καρδιάς της για την ανάσταση του αδελφού της. Με την πράξη δε αυτή, ολόκληρο εκείνο το σπίτι «επληρώθη εκ της οσμής του μύρου» (Ια 12,3), ενώ ο Κύρος παρήγγειλε στους Μαθητές Του, να μην ξεχνούν ποτέ να διαλαλούν και «ο εποίησεν αυτή» (Ματ. 26,13), γιατί ήταν πράξη ευγνωμοσύνης, της πιο γνήσιας αγάπης μας και πιο μεγάλης αρετής.
2) Η αγνωμοσύνη του Ιούδα
Ενώ όμως «η αμαρτωλή προσέφερε το μύρον (Σημ. εδώ μπερδεύουν οι υμνογράφοι την αδελφή του Λαζάρου, Μαρία, που δεν ήταν αμαρτωλή, με μια άλλη γυναίκα, που χαρακτηρίζεται από τους συνοπτικούς ευαγγελιστές ως «πόρνη», γιατί και εκείνη άλειψε τα πόδια του Κυρίου με μύρο σε άλλη περίσταση), ο Ιούδας «επήλθε προς τους αρχιερείς, ίνα παραδώ Αυτόν αυτοίς», (Μαρ. 14,10). Και εκείνοι έστησαν αυτώ τριάκοντα αργύρια», (Ματ. 26,18). Αυτή δε τη μεγάλη αντίθεση ευγνωμοσύνης και αγνωμοσύνης παρουσιάζουν κατά τρόπο εξαίρετο (παρά το μπέρδεμα) οι υμνογράφοι της Εκκλησίας.
- Ενώ δηλαδή η γυναίκα «προσέφερε το μύρον, ο μαθητής (αντίθετα) συνεφώνει τοις παρανόμοις».
- Εκείνη έχαιρε «κενούσα τον πολύτιμον» ενώ ο Ιούδας «έσπευδε πωλήσαι τον ατίμητον».
- Η αμαρτωλή γυναίκα ελευθερωνόταν από τα δεσμά του διαβόλου, «επιγινώσκουσα τον Δεσπότη», ενώ ο προδότης «δούλος εγεγόνει του εχθρού».
Από την αθλιότητα ακριβώς αυτή της αχαριστίας του Ιούδα θέλησε ο υμνογράφος να φυλάξει τους πιστούς, γράφοντας στη συνέχεια ότι «Δεινόν η ραθυμία, μεγάλη η μετάνοια». Είναι φοβερή δηλαδή η αγνωμοσύνη πάντοτε και μάλιστα όταν αναφέρεται στον Κύριο, ενώ είναι πολύ μεγάλη και σωτήρια για κάθε αμαρτωλό η μετάνοια και η διόρθωση.