Του Νίκου Ι. Μεγαδούκα
Οι εταίροι της μνημονιακής συγκυβερνήσεως κατάφεραν, μετά από άκρατη κινδυνολογία, μεταξύ τους εκβιασμούς και κοινοβουλευτικά τερτίπια, αγνοώντας τις μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις, να «περάσουν» με οριακή πλειοψηφία και με σημαντικές απώλειες σε ψήφους, το νέο επαίσχυντο μνημόνιο, με το οποίο καθυποτάσσουν πλήρως στη φτώχεια και τον εργασιακό Μεσαίωνα την ελληνική κοινωνία και σήμερα, όπως όλα δείχνουν και με βάση τις δημόσιες δηλώσεις των ηγεσιών τους, υπερψηφίζουν τον κρατικό προϋπολογισμό, σε μια ψηφοφορία η οποία επέχει την έννοια της ψήφου εμπιστοσύνης.
Ωστόσο και το νέο Μνημόνιο δεν πέρασε «αναίμακτα» από τη Βουλή, καθώς υπερψηφίστηκε μόνον από 153 βουλευτές, αφού ένας βουλευτής της ΝΔ, ο Γιώργος Κασαπίδης δήλωσε «παρών» και διεγράφη από τον Α. Σαμαρά, οι βουλευτές της ΔΗΜΑΡ δήλωσαν «παρών» (αλλά δύο εξ αυτών, οι κ.κ. Οδ. Βουδούρης και Π. Μουτσινάς το καταψήφισαν και οδεύουν στην έξοδο από το κόμμα τους, πέντε βουλευτές του ΠΑΣΟΚ επέλεξαν να δηλώσουν «παρών» (Θ. Παραστρατίδης, Μιχ. Κασσής, Γ. Κουτσούκος, Μ. Μπόλαρης και Άντζελα Γκερέκου) ο δε Κώστας Σκανδαλίδης ήταν απών από την ψηφοφορία και έτσι διεγράφησαν από τον Ευ. Βενιζέλο και το ΠΑΣΟΚ, το οποίο, όπως όλα δείχνουν, βαίνει σε οριστική διάλυση.
Είναι προφανές ότι παρά τους συγκρατημένους πανηγυρισμούς του Αντώνη Σαμαρά (σήμερα, πάντως, ο κρατικός προϋπολογισμός αναμένεται ότι θα υπερψηφιστεί από περισσότερους βουλευτές, αφού θα τον υπερψηφίσει και η ΔΗΜΑΡ) η κυβέρνηση είναι βαριά τραυματισμένη, δεν μπορεί να ισχυρισθεί ότι διαθέτει την ηθική και πολιτική νομιμοποίηση και ως εξ αυτού ο πρωθυπουργός αναμένεται να προχωρήσει είτε σε ριζικό ανασχηματισμό, είτε (αν και αυτό δεν φαίνεται πιθανόν) να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές (κάτι το οποίο έχει αρχίσει να ζητεί ο ΣΥΡΙΖΑ) ενώ τα δύσκολα βρίσκονται μπροστά της.
Και τούτο διότι, θα πρέπει να «περάσει» από τη Βουλή τους εφαρμοστικούς νόμους προκειμένου να υλοποιηθεί το νέο Μνημόνιο, αλλά κυρίως να πείσει τους εταίρους και να πετύχει αφενός την εκταμίευση της δόσεως των 31,5 δισ. ευρώ, αφετέρου δεν την επιμήκυνση της δημοσιονομικής προσαρμογής, κάτι, το οποίο , με βάση τα σημερινά δεδομένα, δεν είναι εύκολο, αν λάβει κανείς υπόψή του τα καψώνια τα οποία ξεκίνησαν οι δανειστές στη χώρα, αναφορικά με τη συγκεκριμένη εκταμίευση.
Εξ άλλου, ο διεθνής τύπος ο οποίος συνεχίζει να ασχολείται εκτενώς με τα ζητήματα της Ελλάδος και κυρίως με την ανθρωπιστική κρίση η οποία ευρίσκεται προ των πυλών (αν και είναι ήδη ορατή σε μεγάλα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας) εκτιμά πως η χώρα διανύει την κρισιμότερη περίοδο μετά την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 1974, ότι ουδείς μπορεί να δεσμευθεί πως δεν θα χρειαστούν και άλλα μέτρα λιτότητας τους επόμενους μήνες (αφού τα ήδη ληφθέντα θα βαθύνουν την ύφεση) και άπαντες συνομολογούν ότι ευρισκόμεθα ενώπιον «μίας άλλης Ελλάδος» και συντόμως ενώπιον ενός άλλου ελλαδικού συσχετισμού πολιτικών δυνάμεων.
ΔΕΝ ΠΕΡΙΠΟΙΟΥΝ ΤΙΜΗ
Τα όσα συνέβησαν στη Βουλή κατά τη διάρκεια της συζητήσεως του νέου Μνημονίου, δεν περιποιούν τιμή για τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, όσο κι αν επιδιώχθηκε να τηρηθούν το γράμμα του Συντάγματος και του κανονισμού της Βουλής, ενώ η όλη διαδικασία εξελίχθηκε σε συνθήκες ακραίας πολώσεως και με οξύτατες αντιπαραθέσεις, ενίοτε δε και με επιχειρηματολογία που ξέφευγε των ορίων της κοινής λογικής.
Το γεγονός και μόνο ότι ένα τόσο σημαντικό νομοθέτημα ήλθε στη Βουλή σε ένα άρθρο (έστω και αν η συγκεκριμένη ενέργεια δεν συνιστά παραβίαση του κανονισμού της Βουλής) καταδεικνύει τον πανικό των εταίρων της συγκυβερνήσεως και την προσπάθεια τους να εγκλωβίσουν τους βουλευτές της πλειοψηφίας να το υπερψηφίσουν εκόντες άκοντες, τα δε τερτίπια, ένθεν κακείθεν προκειμένου να ξεπεραστεί ο σκόπελος της αντισυνταγματικότητας της εν λόγω αποφάσεως, επιβεβαιώνουν πως ενίοτε η κυβερνητική πλειοψηφία μπορεί να καταλήξει σε ασυδοσία, η οποία αγνοεί το πνεύμα και την ουσία του Συντάγματος και του κανονισμού της Βουλής.
Και βεβαίως είναι άξιον επισημάνσεως το γεγονός ότι οι κυβερνώντες απέρριπταν, δια της κοινοβουλευτικής τους πλειοψηφίας, τις όποιες ενστάσεις της αντιπολιτεύσεως, ενστάσεις, όμως, οι οποίες στηρίζονταν σε ανάλογες δικές τους ενστάσεις και επεξεργασίες, όταν βρίσκονταν στα έδρανα της αντιπολιτεύσεως, όπως και το γεγονός ότι οι αγορητές της συγκυβερνήσεως έδειχναν σαν να προήρχοντο από άλλον πλανήτη και επιχειρηματολογούσαν σαν να ήταν η σημερινή αντιπολίτευση εκείνη που διακυβέρνησε τη χώρα τα τελευταία 38 χρόνια και η οποία φέρει την ευθύνη για το σημερινό αδιέξοδο και πισωγύρισμα της χώρας.
Φυσικά δε ουδείς εξ όσων υπερασπίστηκαν το συγκεκριμένο νομοθέτημα ήταν σε θέση να διαβεβαιώσει με πειστικό τρόπο ότι η υλοποίησή του θα συντελέσει ώστε να χώρα να εξέλθει από την κρίση στην οποία έχει βουλιάξει, ή ότι δεν θα χρειαστεί να ληφθούν και άλλα πρόσθετα μέτρα λιτότητας στο επόμενο χρονικό διάστημα και ότι σίγουρα η Ελλάδα θα εισέλθει στην οδό της αναπτύξεως.
Όπως, βεβαίως, ήταν εμφανής και η αδυναμία της αντιπολιτεύσεως να παρουσιάσει υλοποιήσιμη πρόταση εξόδου από την κρίση, πέραν των γνωστών θέσεών της περί καταγγελίας του μνημονίου, ή περί διαγραφής του χρέους ή ακόμη και περί λαϊκής εξουσίας και κατακρημνίσεως του καπιταλισμού, ωσάν όλα αυτά να μπορούν να επισυμβούν μονομερώς και ωσάν η χώρα να είναι μόνη της και να μην ανήκει στην ΕΕ και σε άλλους διεθνείς οργανισμούς και να μην έχει συγκεκριμένες αναληφθείσες υποχρεώσεις.
Βεβαίως, καταδείχθηκε πέραν πάσης αμφιβολίας ότι η υλοποίηση των μέτρων που προβλέπει το νέο Μνημόνιο θα επιφέρει νέα ύφεση, νέα ανεργία και ίσως χρεοκοπία της χώρας και θα οδηγήσει την κοινωνία σε κραχ, αφ’ ης στιγμής μάλιστα δεν υπάρχει συγκεκριμένο, ευρωπαϊκό σχέδιο, ούτε καν ενιαία πολιτική βούληση των, ούτως ή άλλως, συγκρουόμενων - ακόμη και μεταξύ τους - Ευρωπαίων εταίρων και γενικώς δανειστών για τη ριζική αντιμετώπιση της ευρωπαϊκής και της διεθνούς κρίσεως.
ΑΠΟΣΥΝΤΙΘΕΤΑΙ ΤΟ ΠΑΣΟΚ
Εν πάση περιπτώσει, οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας, με τις προαναφερθείσες διαρροές, υπερψήφισαν το νέο Μνημόνιο, αλλά οι σημειωθείσες διαφοροποιήσεις δημιουργούν νέα δεδομένα τόσο για την κυβερνητική ευστάθεια, όσο και για τη βιωσιμότητα των κομματικών σχηματισμών, που στηρίζουν την κυβέρνηση Σαμαρά.
Η ΝΔ μπορεί να επαίρεται ότι διατήρησε συμπαγή την πλειοψηφία της (πέραν της περιπτώσεως του Γ. Κασαπίδη, ο οποίος δήλωσε «παρών» και διεγράφη) αλλά ουδείς μπορεί να ισχυριστεί το ίδιο για το ΠΑΣΟΚ και δευτερευόντως για τη ΔΗΜΑΡ.
Ο Ευάγγελος Βενιζέλος παρά τις παρασκηνιακές διαβουλεύσεις που είχε μέχρι και την τελευταία στιγμή πριν από την ψηφοφορία για τα νέα μέτρα, σε μια προσπάθεια να ελαχιστοποιήσει όσο είναι δυνατόν τις απώλειες, απέτυχε.
Και το ΠΑΣΟΚ είχε τις προαναφερθείσες διαρροές, με πλέον αξιοσημείωτη εκείνη του ιστορικού του στελέχους, πρώην Γραμματέα του κόμματος και πρώην Υπουργού πρώτης γραμμής Κώστα Σκανδαλίδη, που οδήγησαν τα εν λόγω στελέχη «εκτός του κόμματος».
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι αν η Θεοδώρα Τζάκρη και ο Μίμης Ανδρουλάκης καταψήφιζαν, όπως είχαν αφήσει να εννοηθεί και αν ο Γιώργος Παπανδρέου δεν επέστρεφε από το εξωτερικό, τότε η κυβέρνηση θα είχε σοβαρότερο πρόβλημα και ίσως, τότε, οι βουλευτές της ΔΗΜΑΡ Γρ. Ψαριανός και Β. Οικονόμου (οι οποίοι αρχικώς ήταν απόντες από την ψηφοφορία και στη συνέχεια – όταν είδαν πως διαμορφώνεται το αποτέλεσμα – εισήλθαν στην αίθουσα και δήλωσαν «παρών», με βάση την κομματική τους γραμμή) να ήταν αναγκασμένοι, ως εφεδρείες, να υπερψηφίσουν το νομοθέτημα.
Το ΠΑΣΟΚ έχει αρχίσει να «ξεμένει» από βουλευτές, μετά τις διαγραφές και την, εκ των υστέρων, ανεξαρτητοποίηση του Μίμη Ανδρουλάκη, ενώ ο Ανδρέας Λοβέρδος ευρίσκεται πια σε πορεία ανοικτής συγκρούσεως με την ηγεσία του Κινήματος κάτι το οποίο πιθανόν να αποδειχθεί και με το Μιχάλη Χρυσοχοϊδη.
Ο επιδεικτικά απών από όλες τις συνεδριάσεις της Κοινοβουλευτικής Ομάδος του ΠΑΣΟΚ Ανδρέας Λοβέρδος ζήτησε τη σύγκλησή της (αλλά το αίτημά του απερρίφθη) επισημαίνοντας ότι «η κρίση που βιώνει η δημοκρατική παράταξη δεν αντιμετωπίζεται με κυβερνητικούς χειρισμούς, κυβερνητικά ανταλλάγματα και τακτικισμούς», ενώ μέμφθηκε τους συναδέλφους του που δεν τήρησαν την κομματική γραμμή, αλλά και τον Μίμη Ανδρουλάκη ο οποίος ανεξαρτητοποιήθηκε.
«Προκαλούν έκπληξη όλα αυτά; Προφανώς και όχι: Η μετεκλογική έλλειψη στρατηγικής και τακτικής οδήγησε το ΠΑΣΟΚ σε συνεχείς αντιφάσεις, δημιούργησε αποσυσπείρωση, οδήγησε την Κοινοβουλευτική Ομάδα σε μια ασύντακτη πορεία και κατέστησε ανέφικτη την ομοιογένεια της στάσης των βουλευτών στα μεγάλα πολιτικά θέματα», σημείωσε.
Αναφορικά δε με το Μιχάλη Χρυσοχοΐδη, στο ΠΑΣΟΚ υπάρχει εκνευρισμός και τίποτα δεν αποκλείεται: ούτε η απομάκρυνσή του από τη θέση του κοινοβουλευτικού εκπροσώπου, ούτε, όμως (όσο και αν φαίνεται αντιφατικό) η υπουργοποίησή του, ενώ άγνωστες παραμένουν οι επόμενες κινήσεις του Κώστα Σκανδαλίδη.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που φρονούν ότι ο Ευ. Βενιζέλος, ο οποίος χρειάζεται πολιτικό χρόνο, πιθανόν να αλλάξει εκ νέου τη στρατηγική του, το ΠΑΣΟΚ να εισέλθει στην κυβέρνηση και θα αναλάβει υπουργεία, σε μια προσπάθεια, να εισπράξει και κάποιο όφελος, εφόσον υφίσταται το πολιτικό κόστος και, όπως λένε στην Ιπποκράτους, αν εισέλθει και η ΔΗΜΑΡ, τότε θα είναι καλύτερα τα πράγματα, αφού έτσι το κόμμα του Φ. Κουβέλη θα κληθεί να εφαρμόσει τα μέτρα που καταψήφισε...
Η δε ΔΗΜΑΡ, με τις πολλές γραμμές εντός της, επέδειξε «συνέπεια» στην απόφαση να δηλώσουν οι βουλευτές της «παρών», αλλά σήμερα (αυτό κι αν είναι αντιφατικό...) έχει ανακοινωθεί ότι θα υπερψηφίσει τον προϋπολογισμό, ο οποίος, όμως, αποτελεί το κορυφαίο νομοθέτημα της κάθε κυβερνήσεως, αφού είναι η πυξίδα της οικονομικής της πολιτικής και σε αυτήν περιλαμβάνονται και τα εργασιακά, με τα οποία το κόμμα του Φ. Κουβέλη δήλωνε πως είχε σοβαρές διαφωνίες.
ΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ ΣΑΜΑΡΑ
Τόσο ο Ευ. Βενιζέλος, όσο και ο Φ. Κουβέλης δηλώνουν πως στηρίζουν την κυβέρνηση, ο δε πρωθυπουργός επιθυμεί διακαώς την παραμονή της ΔΗΜΑΡ στην κυβέρνησή του για λόγους που έχουν σχέση με προφανείς πολιτικές ισορροπίες, αν και πρόκειται για ισορροπίες τρόμου, όπως υποστηρίζουν οι περισσότεροι αναλυτές.
Και τώρα, όπως όλα δείχνουν, προσανατολίζεται σε ένα είδος λίφτινγκ στο κυβερνητικό σχήμα, ένα λίφτινγκ (ομιλούμε προφανώς για ανασχηματισμό, καθώς η ιδέα περί εκλογών τρομάζει τους δανειστές της χώρας) σε ένα πλαίσιο, από πάσης απόψεως, ασφυκτικό, ενώ έχει δεχθεί και εισηγήσεις ακόμη και για τροποποίηση, επί το αναλογικότερον, του εκλογικού νόμου, με προφανή στόχο να ανακόψει τη δυναμική του ΣΥΡΙΖΑ.
Ένας σχεδιασμός περί ανασχηματισμού προβλέπει μεγαλύτερη κυβερνητική εμπλοκή του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ, με στελέχη τους πρώτης πολιτικής γραμμής (ίσως και με τη συμμετοχή των ηγεσιών τους) ενώ το «μεγάλο παιχνίδι» παίζεται αρχικώς στο αυριανό Eurogroup και σε αυτά που θα επακολουθήσουν, στην έκθεση της Τρόικας, στην επιμήκυνση του χρόνου δημοσιονομικής προσαρμογής (και στο κόστος αυτής) και κυρίως στην εκταμίευση της επόμενης δόσεως, με δεδομένο τον επαναλαμβανόμενο (και μέχρι στιγμής μη επιβεβαιωμένο) τους τελευταίους μήνες ισχυρισμό της κυβερνήσεως ότι η χώρα χρεοκοπεί - και αυτή τη φορά η ημερομηνία που έχει δοθεί ως καταληκτική για τα ταμειακά διαθέσιμα είναι η 16η Νοεμβρίου.
ΚΑΨΩΝΙΑ
Στο Μέγαρο Μαξίμου δεν κρύβουν την ανησυχία τους, διότι η απόφαση για την εκταμίευση της δόσεως των 31,5 δισ. ευρώ μεταφέρθηκε, όπως ενημερώθηκαν, για τα τέλη Νοεμβρίου, αντί για αύριο που ήταν προγραμματισμένο, ενώ αναγνωρίζουν (αν και δεν το ομολογούν δημοσίως) ότι αν εφαρμοστούν οι ψηφισθείσες πολιτικές, οι οποίες θα δείξουν στους δανειστές ότι υπάρχουν αποτελέσματα, αλλά ταυτόχρονα δεν γίνουν κινήσεις ανακουφίσεως των κοινωνικών τάξεων που πλήττονται και ενισχύσεως της ρευστότητας της αγοράς, τότε είναι θέμα χρόνου να υπάρξουν κοινωνικές εκρήξεις, οι οποίες δύσκολα θα ελεγχθούν.
«Τα δύσκολα για την κυβέρνηση είναι πλέον μπροστά», είπε ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας, ο οποίος προφανώς γνωρίζει τη δυστοκία που εξακολουθεί να υπάρχει στην ΕΕ αναφορικά με τη λύση του ελληνικού ζητήματος, αλλά και τη συνεχιζόμενη διελκυστίνδα Ευρώπης και ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους.
Δυστοκία που επιβεβαιώθηκε από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, αναφορικά με την εκταμίευση της δόσεως των 31,5 δισ. ευρώ προς την Ελλάδα, η οποία θα καθυστερήσει σημαντικά.
«Φοβάμαι ότι θα είναι πολύ νωρίς για να λάβουμε απόφαση για την Ελλάδα την επόμενη εβδομάδα», δήλωσε ο Γερμανός υπουργός και επισήμανε ότι «η ισχνή παγκόσμια οικονομία, πνίγει τη δυνατότητα επίλυσης της κρίσης της Ευρωζώνης».
Ο δε Επίτροπος Οικονομικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Όλι Ρεν τόνισε ότι πριν τη λήψη της τελικής αποφάσεως για την Ελλάδα από το Eurogroup, θα πρέπει να προηγηθούν αρκετά ακόμη βήματα και αυτά αφορούν κυρίως την κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού που θα προκύψει από τη διετή επιμήκυνση, αλλά και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Και σημείωσε ότι «δεν μπορεί να αμφισβητηθεί πως το ελληνικό χρέος γίνεται μη βιώσιμο χωρίς περαιτέρω μέτρα».