Του Νίκου Αρτινού
Ο Τζέημς Μποντ, ο χαρακτήρας που δημιούργησε ο συγγραφέας Ίαν Φλέμιγκ, είναι ένας ήρωας για όλες τις εποχές. Είναι σαν τον πρωθυπουργό Τόμας Μορ, το ιστορικό πρόσωπο που έζησε στα ταραγμένα χρόνια του 16ου αιώνα, στην Αγγλία του Ερρίκου Η΄. Ο Μορ ήταν ένας άνθρωπος που παρέμεινε σταθερός στις αρχές του και στη χριστιανική του πίστη πληρώνοντας το τίμημα με θάνατο. Η ιστορία του ενέπνευσε τον συγγραφέα Ρόμπερτ Μπολτ ο οποίος έγραψε το θεατρικό έργο «Ένας άνθρωπος για όλες τις εποχές».
Ο Μποντ φέρει πολλές ομοιότητες με τον Μορ. Είναι ο ιδανικός σινεματικός ήρωας γιατί η προσωπικότητά του είναι ένα ακαταμάχητο σύμφυρμα ιδιοτήτων: εξωστρεφής και μυστηριώδης, αρρενωπός και γυναικοκατακτητής, ανυπέρβλητος μαχητής με ικανότητες υπερανθρώπου. Ο Μποντ- ως κατάσκοπος- είναι αυτός που θα βοηθήσει το πολιτικοοικονομικό σύστημα της καπιταλιστικής δύσης να κυριαρχήσει στον αδυσώπητο πόλεμο του παρασκηνίου. Από τον καιρό του Ψυχρού Πολέμου ακόμα. Είναι ο ήρωας που βόηθησε το κοινό (αναγνωστικό αρχικά και κινηματογραφικό στη συνέχεια) να χτίσει μια αντιληπτική ιδέα για τους κατασκόπους που, εν κατακλείδι, δεν έχει καμιά σχέση με την μουντή πραγματικότητα. Η λέξη «κατάσκοπος» είναι η μετάφραση της αγγλικής λέξης «spy» που η ετυμολογία της προέρχεται από την ιταλική λέξη «spione» που σημαίνει, υποτιμητικά, «σπιούνος, καταδότης, χαφιές» Ο κατάσκοπος παρακολουθεί τις κινήσεις των άλλων και τις μαρτυρά στους εχθρούς τους ή σε όποιους ενδιαφέρονται-με το αζημίωτο βέβαια.
Το σινεμά φτιάχνει φανταστικούς κόσμους επί της οθόνης αναδεικνύοντας το φαντασιακό σε πραγματικό διαμέσου της ταύτισης. «Σκέφτομαι άρα υπάρχω» είναι το σπουδαίο-φιλοσοφικής αναζήτησης-ρητό του Ρενέ Ντεκάρτ. Αν το παραφράσουμε θα μπορούσαμε να φτιάξουμε κάτι που είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του σινεμά: «Φαντάζομαι άρα δημιουργώ». Ο Τζέημς Μποντ είναι η απόλυτη ενσάρκωση του επινοήματος «φαντάζομαι, άρα δημιουργώ».
Θεωρώ πως μεγάλο μέρος της αποδοχής του Μποντ από το κοινό, οφείλεται στο γεγονός πως είναι ένας ήρωας που, ενώ κινείται στα ασφαλή όρια του υπαρκτού συστήματος -επινοήθηκε για να το προστατεύει- παράλληλα, διακατέχεται από μια αναρχίζουσα και εφηβική τάση προς την ελευθερία. Ο Τζέημς Μποντ, πριν γίνει κατάσκοπος, ήταν ένας ικανός στρατιωτικός (αντιπλοίαρχος του βρετανικού ναυτικού για την ακρίβεια). Παρά την εξαιρετική στρατιωτική του εκπαίδευση ο Μποντ, γίνεται (;) ένας κακομαθημένος, απείθαρχος-αν και, οπωσδήποτε αποτελεσματικός-κατάσκοπος. Το σύστημα και οι υψηλόβαθμοι προϊστάμενοί του φροντίζουν να τον κακομαθαίνουν και να του συγχωρούν όλες του τις παρεκτροπές από το πρωτόκολλο και να παραβλέπουν τα αχαλίνωτα ερωτικά του τσιλιμπουρδίσματα με γυναίκες απ’ όλο τον κόσμο. Το σύστημα αντιλαμβάνεται ότι αυτό που έχει σημασία είναι το αποτέλεσμα, και όπως είπαμε ο Μποντ είναι κάτι παραπάνω από αποτελεσματικός. Ο μέσος θεατής λοιπόν θαυμάζει τον Μποντ και θα’ θελε να γίνει σαν κι αυτόν. Λάθος! Θα’ θελε να γίνει ο ίδιος ο Μποντ.
Η διαχρονική του επιρροή στο πλατύ κινηματογραφικό κοινό είναι τέτοια ώστε ακόμα και οι «Ψυχρά» προαιώνιοι εχθροί του, οι Ρώσοι, εντυπωσιάστηκαν και φρόντισαν να τον μελετήσουν από την αρχή, κιόλας, της θεαματικής του καριέρας. Η ομολογία ενός πρώην πράκτορα της KGB σε μια ραδιοφωνική εκπομπή του BBC το 2001 ξαφνιάζει. Ο Όλεγκ Γκορντιέβσκι, πρώην σταθμάρχης της KGB στο Λονδίνο ισχυρίστηκε πως η Κεντρική Επιτροπή του Σοβιετικού Κουουνιστικού Κόμματος του έδωσε σαφείς οδηγίες ώστε να στέλνει στη Μόσχα όσο το δυνατό πιο σύντομα κόπιες από τις καινούριες ταινίες του Τζέημς Μποντ! Του ζήτησαν μάλιστα να εξακριβώσει κατά πόσο τα γκάτζετ που χρησιμοποιούσε ο Μποντ στις ταινίες του μπορεί να υπήρχαν στην πραγματικότητα.
Το Κρεμλίνο ήταν γοητευμένο και συνάμα φοβισμένο απέναντι στον Τζέημς Μποντ. Αυτή η σύγχυση της μυθοπλασίας, της φαντασίας και της αποκλίνουσας πολιτικής πραγματικότητας συνέβαλαν στη μεταμόρφωση της ρεαλιστικής πραγματικότητας σύμφωνα με τις ταυτίσεις της λαϊκής κουλτούρας. Το αξιοθαύμαστο είναι ότι ο Μποντ δεν αποσύρθηκε με το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Ίσως γιατί ο Μποντ δεν είναι μόνο ένα βιομηχανικό κινηματογραφικό δημιούργημα. Είναι κάτι παραπάνω. Είναι ο ιδανικός διαμορφωτής-μεταμορφωτής καινούριων υπαρκτών και υπαρξιακών καταστάσεων. Φαντάζομαι άρα δημιουργώ, φαντάζομαι άρα υπάρχω. Ο Μποντ, απ’ ότι φαίνεται, θα υπάρχει και θα επηρεάζει για πολλά χρόνια ακόμη…