Άλλο ένα καλοκαίρι πέρασε φίλοι μου... ωραίο, με τον διαρκή καύσωνά του, τις αλλεπάλληλες πυρκαγιές του, τις ληστείες, τους φόνους, τα καρδιοχτύπια, για το ένα ή το άλλο πρόβλημα, με καμιά βροχούλα μέσα – μέσα, κανένα βοριαδάκι πού και πού, κανένα μπουρινάκι στα παράλια κι όπου να ‘ναι έρχεται ο χειμώνας.
Αυτός προβλέπεται να είναι όχι μόνο καυτός, όπως λέει ο τίτλος αυτού του άρθρου, αλλά ζεματιστός. Όλα έχουνε πάει «τ` αψήλου», (επάνω) – όπως λέμε στο χωριό μου, χωρίς να μας λογαριάσουν – και επιπλέον, θα έχουμε καινούργιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις.
Βάρα Αντώνη, τώρα που βρήκες τον στόχο. Αντέχουν οι συνταξιούχοι, παλιά κόκαλα. Και οι μισθωτοί, συνήθισαν. Ανοίγοντας την τηλεόραση ή την εφημερίδα τώρα πια δεν περιμένουμε να δούμε αν θα πάρουμε καμιά αυξησούλα, όπως άλλοτε, αλλά πόσα θα μας κόψουν τον επόμενο μήνα.
Τα πάντα είναι συνήθεια φίλοι μου. Ακόμα και το να ζεις με σκυμμένο το κεφάλι και να τρως απανωτά χαστούκια. Εκεί μας έχουν φθάσει, να λέμε «ευχαριστώ κι ό,τι προαιρείσθε». Καμιά αξίωση κανένα βέτο, τίποτα, «δώστου να φάει και βάρτου να πάει», όπως λέμε πάλι στο χωριό μου, μπορεί κι αλλού, δεν ξέρω. Ερχόμενοι απ` τις διακοπές – όσοι είχαμε πάει βεβαίως γιατί οι πιο πολλοί λιώσαμε σαν τα κεράκια της λαμπρής στην πόλη, με τους σαράντα πέντε βαθμούς, - ανάλαφροι ωσάν πούπουλα, ξεφορτωθήκαμε εκείνα τα περιττά κιλά, κολυμπώντας και βαδίζοντας χιλιόμετρα κάθε βράδυ, - γιατί έτσι λένε οι κανόνες υγιεινής και... μουρλαμάρας, περπάτημα μέχρι τελικής πτώσεως, να λαχανιάζεις, να βγαίνει η γλώσσα σου, αλλά να επιμένεις.
Χάσαμε λοιπόν τα παραπανίσια κιλά αδειάσαμε και το πορτοφόλι, να σουβλάκια, να πίτσες, παγωτά κι αφού είδαμε πως δεν υπάρχει σάλιο, πήραμε τον δρόμο του γυρισμού. Ανακουφισμένοι και επαναλαμβάνοντας το γνωστό «πουθενά δεν είναι καλύτερα απ` το σπιτάκι σου» ή «στο σπίτι σου σε βοηθάει και η κεραμίδα» όπως λέει ο σοφός λαός. Σήμερα είναι αδύνατον να ξεφύγω απ` τις παροιμίες. Αναρωτιέμαι όμως, τι τις θέλουμε τις διακοπές, αφού γυρίζοντας σκεφτόμαστε όλα τα παραπάνω.
Φορτώσαμε λοιπόν όλα τα συμπράγκαλά μας, ποδήλατα, βατραχοπέδιλα, μπάλες, γυαλιστερές πέτρες, κοχύλια και δυο χιλιάδες άλλα... απαραίτητα αντικείμενα, στο πολυτελές αυτοκίνητό μας, - που το χρωστάμε ακόμα στην τράπεζα, γιατί νομίζαμε πως η εποχή των «παχέων αγελάδων» θα συνεχιστεί. Δεν υπολογίσαμε ότι θα πλάκωναν οι ισχνές και θα κατέτρωγαν το... δανεικό πλούτο – και να ‘μαστε πάλι στην πόλη.
Κι εδώ λέμε τώρα «πώς τον ξυρίζουν το γαμπρό». Στο χωριό μου τον ξύρισαν στο... ταψί. Τι συμβόλιζε αυτό δεν το ξέρω, υποθέτω πως ο γαμπρός χορεύει στο ταψί απ’ την... πεθερά μια ζωή. Τώρα θα χορεύουμε όλοι στο ταψί, κατά το σκοπό που θα μας παίζει ο Αντώνης, κατευθυνόμενος απ’ την τρόικα.
Είναι η εποχή της ατελείωτης λιτότητας συνάνθρωποι. Σφίξτε το λουρί και μην φοβόσαστε τίποτα, θα επιβιώσουμε πού θα μας πάει. Ας τρώμε λιγότερο δεν μας πειράζει, ας κυκλοφορούμε κουκουλωμένοι με την κουβέρτα μέσα στο σπίτι, αν δεν έχουμε πετρέλαιο, ας μην έχουμε και φάρμακα τι πειράζει, ας πεθάνουμε, μια ψυχή που είναι να βγει ας βγει μια ώρα αρχύτερα. Στο κάτω – κάτω όλοι εκεί θα πάμε κάποια μέρα...
Εκείνο που... πειράζει βρε παιδιά και που το είχα μεγάλη έννοια, είναι μήπως και δεν βρει εξοχικό της αρεσκείας του στα νησιά ο Γιώργος και κακοπέσει. Ξέρετε ποιος Γιώργος, ο πρώην Γιωργάκης που... ψήλωσε και ανδρώθηκε ξαφνικά και πήρε τα ηνία στα γερά του μπράτσα να μας κυβερνήσει και μας έριξε στο «λάκκο τω λεόντων» των μνημονίων.
Αυτός ο Γιωργάκης και ο άλλος ο Κωστάκης που τρελάθηκαν στις κρουαζιέρες και στην καλοπέραση φέτος το καλοκαίρι και έψαχναν ξενοδοχεία πολυτελείας να καταλύσουν και άκουσον – άκουσον: Ήθελε κάποιος επιχειρηματίας απ’ αυτούς να φιλοξενήσει το Γιωργάκη, δεν δεχόταν χρήματα.
Το είπε ο ίδιος μέσω του γραφείου Τύπου των Αθηνών. Υπάρχουν ακόμα Ελληνες οσφυοκάμπτες! Αντί να του ρίξουν πέντε φάσκελα! Μόνο εγώ και οι όμοιοί μου μείναμε βρε παιδιά, να παθιαζόμαστε με την κατάντια μας; Πάντως αν είχανε λίγο φιλότιμο, έως κόκκο σινάπεως οι πολιτικοί μας των τελευταίων χρόνων, που μας έφεραν σ` αυτήν την κατάσταση, θα έπρεπε να κλειστούν στα σπίτια τους και να μην αλωνίζουν στα νησιά και να παζαρεύουν μεζονέτες.
Είναι τουλάχιστον πρόκληση, για να μην πω κάτι παραπάνω, τώρα που πήρα φόρα και θα μου το κόψουν.
Καλλίτσα Γκουράβα – Δικτά
λογοτέχνις συγγραφέας