Του Δημήτρη Δραγανιδάκη, δασκάλου και προέδρου της ΛΕΚ Λάρισας
Στις 14 Αυγούστου 1974 στις 6.30 το πρωί η Τουρκία εξαπολύει τον «Αττίλα 2». Τα τουρκικά αεροσκάφη σφυροκοπούν περιοχές νότια της Λευκωσίας. Την περίοδο αυτή από 24 Ιουλίου μέχρι 14 Αυγούστου η Ελλάδα ασκούσε πολιτική «καλής θέλησης». Έτσι η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών Ελλάδος-Τουρκίας στη Γενεύη απεδείχθη ότι ήταν τελικά άλλος ένας διπλωματικός ελιγμός της Τουρκίας για να βελτιώσει αμαχητί τις θέσεις της και να προωθηθεί σε νέα εδάφη προκειμένου να προετοιμάσει τις δυνάμεις της για τη μεγάλη επέλαση του «Αττίλα 2». Στο χρονικό διάστημα αυτό αντίθετα η Ελλάδα δεν έστειλε ούτε μία σφαίρα στην Κύπρο.
Η μόνη δύναμη που είχε σταλεί με την κωδική ονομασία «ΝΙΚΗ» και είχε φτάσει στην Κύπρο μέσα σε μια εφιαλτική καταιγίδα φίλιων πυρών την 22α Ιουλίου, που στοίχισε τη ζωή 29 καταδρομέων και 4 αεροπόρων ήταν η ηρωική Α’ Μοίρα Καταδρομών με 319 άνδρες και οι 25 της Γ’ Αμφίβιας Μοίρας Καταδρομών για υποστήριξη. Στις 14 Αυγούστου στη Μοίρα που ήδη βρισκόταν στο Σταυροβούνι σήμανε συναγερμός και κινήθηκε προς τις προβλεπόμενες θέσεις διασποράς. Σε λίγο άρχιζε η επίθεση των Τούρκων, μετατρέποντας τη νύχτα σε μέρα. Στόχος τους ήταν να αποκόψουν το δρόμο Λευκωσίας – Λεμεσού. Η πολύπαθη Μοίρα που διέθετε 12 ΠΑΟ ξεκίνησε να ενισχύσει την περιοχή της Λευκωσίας γιατί υπήρχε έλλειψη αντιαρματικών. Μια ομάδα πήρε διαταγή να μεταβεί στη Λουριντζίνα στο Πυρόι με επικεφαλής τον υπολοχαγό Νικόλαο Ντούβα και μια άλλη με τον ανθυπολοχαγό Νικόλαο Κοϊμτζόγλου στο ύψωμα Κολοκασίδη απέναντι από τη σχολή Γρηγορίου για να προστατέψει τα κεντρικά περάσματα προς τη Λευκωσία. Οι Τούρκοι χτυπούσαν με καταιγιστικά πυρά. Σφαίρες έπεφταν από παντού και από όλα τα μέσα, αεροπορία, όλμους, πυροβολικό. Σε μικρό χρονικό διάστημα εμφανίστηκαν τουρκικά άρματα σε σχηματισμό ακολουθούμενα από πεζικό.
Για μια φορά ακόμη η ελληνική λεβεντιά έδειξε το μεγαλείο της. Τα παλικάρια της Α’ΜΚ αψηφώντας τα καταιγιστικά πυρά και τις υπέρτερες αριθμητικά δυνάμεις δίνουν τον αγώνα τους, όπως έκαναν και στο αεροδρόμιο της Λευκωσίας. Από το ύψωμα 190 και 180 εξαπολύονται οι κεραυνοί της εκδίκησης στους Ούννους του νέου Αττίλα. Ο καταδρομέας Μπικάκης μέσα από τα σκοπευτικά του αντιαρματικού βλέπει πέντε άρματα. Κινούνται σε σχηματισμό. Οι κινητήρες μουγκρίζουν, ακολουθεί ένα τάγμα πεζικού. Σε λίγο το πρώτο άρμα στρέφεται προς τον καταδρομέα ο γνώριμος ήχος από το στρίγκλισμα της ερπύστριας αντηχεί στα αυτιά του. Η αδρεναλίνη στα ύψη. Χωρίς να χάσει την ψυχραιμία του παίρνει δύο βαθιές εισπνοές, σκοπεύει. Μετρά 300μ, 270μ, κρατά την αναπνοή του 250μ, το ΠΑΟ εξαπολύει τον κεραυνό του στον πύργο του άρματος που ακινητοποιημένο φλέγεται. Το επόμενο άρμα γυρίζει απειλητικά τον πυργίσκο του στο σημείο του καταδρομέα.
Το ΠΑΟ βρυχάται ξανά. Δεύτερος κεραυνός εξαπολύεται. Ο πύργος διαλύεται και φεύγει. Οι Τούρκοι τα χάνουν, τα άρματα σταματούν, οπισθοχωρούν, τρέπονται σε φυγή. Τα θεριστικά πυρά των Ελλήνων δημιουργού σύγχυση και πανικό στις γραμμές του Αττίλα. Οι διώκτες γίνονται διωκόμενοι. Έξι άτομα, με δύο ΠΑΟ και ατομικό οπλισμό, διαθέτοντας ατσάλινη ψυχή σταματούν την προέλαση. Η μάχη που δόθηκε στο συγκεκριμένο ύψωμα και η έκβασή της ήταν καθοριστικής σημασίας για την τύχη της Λευκωσίας καθώς αν τα τεθωρακισμένα μαζί με το πεζικό που ακολουθούσε προχωρούσαν θα έπαιρναν και την υπόλοιπη Λευκωσία. Μέχρι σήμερα δεν έχει απονεμηθεί ηθική αμοιβή ή τιμητική διάκριση στην Πολεμική Σημαία της Μοίρας παρά την πρόταση για παρασημοφόρηση με το Χρυσό Αριστείο Ανδρείας από τη Δ/ση Καταδρομών/ΓΕΕΦ στις 6-10-74. Τριάντα οκτώ χρόνια μετά οι ήρωες της Α’ Μ.Κ νιώθουν πικραμένοι και προδομένοι από την ελληνική πολιτεία η οποία τους έχει αναγνωρίσει σαν πολεμιστές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου θέλοντας να αποποιηθεί την εμπλοκή της στην Κύπρο. Ας ελπίσουμε ότι η ελληνική πολιτεία έστω και καθυστερημένα, θα αναγνωρίσει το δίκαιο αίτημά τους καθώς και όλων των πολεμιστών της Κύπρου, για την προσφορά τους.