Του Κω/νου Ι. Παπακωνσταντίνου
Η εσώτερη αυτή καυχησιολογία, που τη διδάσκαμε παλιότερα ακόμα και στα σχολεία, κάποτε είχε πράγματι ερείσματα. Κάποτε είχαμε το θάρρος, την αξιοπρέπεια και την πίστη, να καυχόμαστε, πως είμαστε Έλληνες και μάλιστα απόγονοι των Αρχαίων Ελλήνων. Εκείνοι δημιούργησαν δύο ανέσπερους και διαχρονικά ισχύοντες άθλους. Δημιούργησαν τον κλασικό πολιτισμό. Το κλέος και το θάμβος, ανά την υφήλιο, μέχρι σήμερα. Τέχνες, επιστήμες, έργα εικαστικά και θεατρικά, γλώσσα λαμπυρίζουσα ανά τους αιώνες, σε όλον τον κόσμο. Παράλληλα, έστησαν την αθηναϊκή Δημοκρατία, το απαράμιλλο πολίτευμα, που αποτελεί φάρο και βάση για κάθε δημοκρατική κοινωνία.
Σήμερα, όμως, ο Έλληνας δεν έχει τη δύναμη, αλλά ούτε το δικαίωμα να κομπορρημονεί, πως είναι απόγονος «εκείνων». Τα τελευταία μάλιστα χρόνια επέδρασαν καταλυτικά, εξελίξεις και γεγονότα, που αποδυνάμωσαν ορθές πρακτικές και συμπεριφορές του. Ο σύγχρονος Έλληνας περηφανεύεται, πως ζει, στην πιο όμορφη χώρα του κόσμου (αυτό είναι αληθές), αλλά κάνει ό,τι μπορεί για να την ασχημύνει, να την καταστρέψει, να την εκθέσει παγκόσμια. Αγαπάει πολύ το δάσος και θα τον δείτε με υπόδηση ταχστάιν, με ένα πιολέ και ένα σακίδιο στην πλάτη, να χαίρεται τα δασικά και ορεινά μονοπάτια. Δεν διστάζει, όμως, τούτο το κάλλος της φύσης, να το παραδώσει στη φωτιά, για λίγα μέτρα αποκαΐδια, όπου θα κτίσει το «παράνομό» του.
Αγαπά την τάξη και την καθαριότητα του δικού του χώρου. Όμως αδειάζει το σταχτοδοχείο στους δρόμους, ρυπαίνει τις ακτές με ό,τι βρομερό του ανήκει, πετά καθώς περπατά στην πόλη ό,τι δεν χρειάζεται. Κι αν τα δικά του απορρίμματα συναντήσει ο ίδιος αύριο, μέμφεται τους «αγροίκους». Έχει την ψευδαίσθηση, πως σαν απόγονος των Αρχαίων, όλοι του χρωστούν και απαιτεί από όλο τον κόσμο αναγνωρίσεις και οφειλές. Χαίρεται για τα δημιουργήματα της κλασικής εποχής αγάλματα, παραστάσεις, κείμενα, αλλά την άλλη στιγμή τα ρυπαίνει με μπογιές, τα σπάει, τα εξαφανίζει ή τα πουλά αντί πινακίου φακής.
Ούτε καν σέβεται τη γλώσσα. Οι «ειδικοί» ασελγούν πάνω της και την τραυματίζουν. Και ο ίδιος διαλαλεί πως η γλώσσα μας περιλαμβάνει 6 εκατομμύρια λέξεις, ενώ αυτός βαρεμένος από τη λεξιπενία, μόλις που μπορεί να πει μια φράση, για να γίνει κατανοητός.
Φιλοκατήγορος, με ένα στείρο κριτικό πνεύμα, κατηγορεί κάθε κυβέρνηση για διαφθορά και σήψη. Όμως δεν διστάζει να δωροδοκήσει εφοριακούς και πολεοδόμους, να φοροδιαφύγει. «Δεν πληρώνω, δεν πληρώνω» μόνο από χείλη νεοέλληνα βγήκε. Όλη η υφήλιος το αγνοεί. Δεν σέβεται τους νόμους και τους θεσμούς. Ούτε καν την τάξη. Παραβιάζει τις ουρές, περνά με κόκκινο, θέτει σε κίνδυνο τον συνάνθρωπό του. Προασπίζει τα δικαιώματά του πατώντας σε πτώματα συνανθρώπων του. Είναι ράθυμος, κυνικός και εγωκεντρικός. Ανεμίζει σημαίες, ωρύεται σε πολιτικές συγκεντρώσεις, ευελπιστώντας σε κάποια αντιπαροχή.
Ζηλεύει τον μαυραγορίτη και τον φοροκλέφτη, ψηφίζει υστερόβουλα τον φαύλο και τον ανάξιο, αρκεί να αποσπάσει στοιχεία εκδούλευσης. Κατηγορεί την αναξιοκρατία, ενώ συνάμα δέχεται τον διορισμό του, σε θέση που δεν του αξίζει. Κι αλήθεια είναι δυνατόν να επιχειρήσει κανείς να συγκρίνει τον σύγχρονο Έλληνα με τον αρχαίο πρόγονό του; Εκείνος ήταν ο άνθρωπος του «μέτρου». «Παν μέτρον άριστον». Κανόνας στη ζωή τους. Ο νεοέλληνας στερείται του χρυσού αυτού κανόνα. Ένας φλοιός τον συνέχει, με το Αρχαίο Αθάνατο Πνεύμα. Η ψίχα αδρανεί. Μαράθηκε. ευτελίστηκε. Αποτέλεσμα να δημιουργήσουμε μια κοινωνία παθογόνα. Αρρωστημένη. Ανίκανη να πάει μπροστά. Ο εύπορος νεοέλληνας, αν και βλέπει τον γκρεμό μπροστά του, εξακολουθεί να είναι χρησιμοθηρικός, εγωκεντρικός, ανάλγητος, αντικοινωνικός και απάνθρωπος. Θαρρεί πως θα μείνει αλώβητος, αν πέσουν οι άλλοι στο γκρεμό. Η μεσαία τάξη είναι παραλυμένη από τον φόβο και οι φτωχοί, απέλπιδες και εξουθενωμένοι. Ο νεοέλληνας είναι ηττημένος, πριν ακόμα δώσει τη μάχη. Απόδειξη, η αύξηση των αυτοκτονιών. Ας έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοί μας «Συν Αθηνά και χείρα κίνει». Ας έλεγαν «Εν τη ενώσει η ισχύς». Τίποτα από αυτούς δεν κρατήσαμε. «Είμαι Έλλην και καυχώμαι». Δεν φοριέται πια. Ούτε μας ταιριάζει σήμερα. Σήμερα χρειαζόμαστε ολοταχώς, άλλη γραμμή πλεύσης. Προσπάθεια σκληρή, δράμα, ελπίδα και προπαντός υπευθυνότητα με καθολική και ομότροπη αντιμετώπιση της κρίσης.