Του Λάμπρου Γιώτη, εικαστικού δημιουργού, μέλους για τη διεθνοποίηση της ελληνικής γλώσσας
Με όλες τις επιφυλάξεις του μη ειδικού θα ήθελα να σας παρουσιάσω μία προσωπική άποψη για τη νεοελληνική γλώσσα και τα αρχαία κείμενα. Ένα αρχαίο ελληνικό κείμενο σε μετάφραση, πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε, δεν λειτουργεί σαν άσκηση ανάγνωσης αλλά μόνο σαν πληροφορία. Η ανάγνωση απαιτεί ξεχωριστές προϋποθέσεις ενεργητικής συμμετοχής.
Αφορμή αυτής της γραφής στάθηκε το γεγονός πως σήμερα βιάζουμε και κατακρεουργούμε βάναυσα τη γλώσσα μας και πολλές φορές δεν ξέρουμε τι λέμε. Είμαστε «ακατάληπτοι». Και ξέρετε γιατί; Γιατί όταν όλα τα αφήνεις έρμαια, με κανένα ενδιαφέρον ή του φαίνεσθαι ενδιαφέρον, τότε είναι δύο φορές χειρότερα.
Η δημοτική και η καθαρεύουσα δεν ήταν παρά η εξωτερική απόδειξη της βαθύτερης πνευματικής σχιζοφρένειας που ταλαιπωρούσε τον μαθητή και τον Έλληνα διακόσια πενήντα χρόνια τώρα. Είναι το παραλήρημα ενός λαού με διχασμένη πολιτιστική συνείδηση- κρατάμε τον όρο γλωσσική συνείδηση και πάνω σε αυτόν προσπαθούμε με σεβασμό να κτίσουμε ένα οικοδόμημα με μέλλον που να αφορά στη γλώσσα μας. Πρέπει επιτέλους να πάψουν να ταλανίζονται μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί από τους άσχετους κομματικούς τοποτηρητές του κάθε Υπουργείου που τάχα πασχίζει. Η Πολιτεία αντιμετωπίζει την εκπαίδευση σαν πρατήριο παροχής άγονων «γνώσεων» κι όχι σαν άσκηση της κρίσης και του λόγου... σαν εκκολαπτήριο ημιμαθών και, προπάντων, απαθών και πειθήνιων ατόμων, και όχι σαν προγυμναστήριο συνειδητών και υπεύθυνων πολιτών.
Δυστυχώς σήμερα καταλαβαίνουμε πως τα κριτήριά μας για τη γλώσσα είναι μόνο χρησιμοθηρικά. Μήπως αυτοί που μας επέβαλαν κάθε μορφή οικονομικής σχιζοφρένειας και υποτέλειας μας αναγκάσουν και σε ένα λατινικό αλφάβητο; Ας το προσέξουμε αυτό και ας περιφρουρήσουμε το θησαυρό μας που είναι η γλώσσα μας για να μην επαληθευτεί προφητικά η απόγνωση του Σεφέρη: «Ίσως είμαστε οι τελευταίοι που μιλούμε ελληνικά».
Έχω τον πειρασμό να ρωτήσω, πάντα με τις επιφυλάξεις του μη ειδικού, με ποιες γραμματικές παραμέτρους, με ποια γραμματική γράφτηκε «ο Ερωτόκριτος», σε ποιους κανόνες συντακτικού υποτάχτηκε ο Καβάφης.
Φοβάμαι πως πάντα θα υπάρχουν οι επιβαλλόμενες ανάγκες γλωσσικής ορθοδοξίας και γλωσσικού δογματισμού, γιατί έτσι το απαιτούν κάποιοι. Για να παντρέψουμε λοιπόν σωστά τη γλώσσα στην παιδεία μας πρέπει αυτό να γίνει μόνο για λόγους παιδευτικούς και πάντα με παιδαγωγική αντίληψη και οπτική. Στον τόπο μας η πραγματική Παιδεία που προσφέρει η επικοινωνία με τα έργα του Λόγου, της Μουσικής, των Τεχνών παραγνωρίζεται ανέμελα και παραγκωνίζεται χωρίς έλεος.
Από την πιο τρυφερή ηλικία οι Έλληνες φτάνουν γρήγορα στο συμπέρασμα πως η Παιδεία είναι παιδεμός, καταπίεση και πλήξη και τελειώνουν τις σπουδές τους χωρίς να υποψιάζονται πως η αληθινή Παιδεία είναι ηδονή, πλουτισμός και απελευθέρωση του ατόμου. Και σε τούτες τις στιγμές που τα πάντα απεμπολήθηκαν δεν πρέπει να ξεχνάμε: Όπως η ελευθερία, έτσι και η γλώσσα δεν είναι αγαθό που στο χαρίζουν- κερδίζεται, καταχτιέται με αγάπη και με αγώνες, με τη σπουδή και την καλλιέργειά της. Κι όσο πιο πολύ τη μελετάς και τη ζυγώνεις, τόσο πιο πλούσια ανταμοιβή σου δίνει: προπάντων την «ανδρεία» ηδονή να εκφράζεις σωστά αυτό που θες και να σκέφτεσαι σωστά αυτό που θες να εκφράσεις…