Από τον δρα Γεώργιο Σπ. Ευθυμίου
Η 17η Ιουνίου έχει καθιερωθεί από τα Ηνωμένα Έθνη ως Παγκόσμια Ημέρα ενάντια στην Ερημοποίηση, ένα φαινόμενο που απειλεί όλο και περισσότερες περιοχές του πλανήτη μας.
Σήμερα συμπληρώνονται 20 έτη από την υπογραφή της Διεθνούς Σύμβασης για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης και της Ξηρασίας (το 1994). Πρόκειται για μια σύμβαση η οποία απαιτεί από τις χώρες που την επικύρωσαν να συντάξουν και να εφαρμόσουν Εθνικά Σχέδια Δράσης για την καταπολέμηση-περιορισμό της ερημοποίησης. Το έτος 2006 είχε κηρυχθεί ως Παγκόσμιο Έτος για το Νερό και για την Ερημοποίηση.
Η Ελλάδα έχει επικυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση στις 06-03-1997 με τον Νόμο 2468, οπότε και συγκροτήθηκε η Εθνική Επιτροπή για την Καταπολέμηση της Ερημοποίησης (Απόφαση 96990/9361-1996, Υπουργείο Γεωργίας). Το 2001 θεσμοθετήθηκε το Εθνικό Σχέδιο Δράσης (ΚΥΑ 99605/3719).
Ο επίσημος ορισμός της ερημοποίησης αναφέρει: «Ερημοποίηση είναι η διαδικασία υποβάθμισης ξηρών, ημί-ξηρων και ύφυγρων γαιών που προκαλείται από βιοφυσικούς και ανθρώπινους (κοινωνικο-οικονομικούς και θεσμικούς) παράγοντες. Υποβάθμιση της γης σημαίνει μείωση ή απώλεια της βιολογικής και οικονομικής παραγωγικότητας και πολυπλοκότητας αρδευόμενης και μη αρδευόμενης γεωργικής γης, λειμώνων, βοσκοτόπων, δασών και δασικών εκτάσεων».
Σήμερα είναι πλέον γνωστό ότι το φαινόμενο της ερημοποίησης δεν περιορίζεται μόνο στις γνωστές ερήμους, αλλά απειλεί πολλές περιοχές της γης τόσο θερμές όσο και ψυχρές (όπως π.χ. η Ισλανδία). Δηλαδή πρόκειται για μια διεργασία κατά την οποία μειώνεται η παραγωγικότητα της γης, δηλαδή υποβαθμίζεται το έδαφος με συνέπεια σταδιακά όλο και λιγότερα είδη της βλάστησης να φύονται σε αυτή και συν το χρόνο εμφανίζονται διάκενα γυμνά από βλάστηση.
Κατά τον καθηγητή Κοσμά, η κυριότερη διεργασία που ευθύνεται για την ερημοποίηση είναι η διάβρωση, η οποία απειλεί άμεσα λοφώδεις εκτάσεις. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες επιταχύνουν τους ρυθμούς αιολικής και μηχανικής διάβρωσης, την υποβάθμιση των φυσικών και βιολογικών διεργασιών του εδάφους και φυσικά τη συρρίκνωση και συχνά απώλεια της φυσικής βλάστησης.
Ολόκληρη η μεσογειακή λεκάνη απειλείται άμεσα με υποβάθμιση λόγω της ερημοποίησης. Η ελληνική επικράτεια ως τμήμα του μεσογειακού χώρου δεν είναι δυνατόν να εξαιρεθεί από τον κίνδυνο της ερημοποίησης. Σύμφωνα με τον χάρτη ερημοποίησης που έχει συνταχθεί για τη χώρα μας, από τους Γιάσογλου, Κοσμά, Μελιάδου και Γαβριήλ, οι περιοχές υψηλού κινδύνου είναι η Δυτική Στερεά Ελλάδα, μεγάλο μέρος της Πελοποννήσου, η Κρήτη, ο νησιωτικός χώρος του Αιγαίου, μεγάλο μέρος της Εύβοιας αλλά και μέρος της Ηπείρου, της Θεσσαλίας και της Θράκης. Το ανησυχητικό για τη χώρα μας είναι ότι περίπου το 35% αυτής είναι σε υψηλό κίνδυνο ή έχει ερημοποιηθεί, ενώ το 49%, δηλαδή η μισή έκτασή της, αξιολογήθηκε ότι βρίσκεται σε μέτριο κίνδυνο ερημοποίησης.
Βέβαια η ερημοποίηση ως διεργασία, είναι αποτέλεσμα διαφόρων παραγόντων, φυσικών, ανθρωπογενών και περιβαλλοντικών, οι οποίοι δρουν είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό μεταξύ τους.
Στους ανθρωπογενείς παράγοντες μπορούν να καταλογιστούν η καταστροφή ή συρρίκνωση της φυσικής βλάστησης με εκχερσώσεις, καταπατήσεις, πυρκαγιές, αλλαγή χρήσης γης, η υποβάθμιση των εδαφικών και υδατικών πόρων με κάθε μορφής και ένταση ρύπανση, κατάχρηση φυτοφαρμάκων, λιπασμάτων και γενικά η επιβάρυνση τους με κάθε λογής φορτία.
Όπου υπάρχει φυσική βλάστηση, το έδαφος προστατεύεται από τη διάβρωση, την απώλεια παραγωγικού εδάφους. Για να κατανοηθεί το μέγεθος της απώλειας πρέπει να ειπωθεί ότι για τη δημιουργία ενός εκατοστού παραγωγικού εδάφους με φυσικές διεργασίες απαιτούνται εκατομμύρια χρόνια. Φυσικός πλούτος λοιπόν τέτοιας ανεκτίμητης αξίας είναι δυνατόν να απολεσθεί σε λίγα μόνο λεπτά, όσο χρόνο διαρκεί μια καταρρακτώδης βροχή. Η εντατική βόσκηση, οι αλλεπάλληλες πυρκαγιές και η αποψίλωση των δασών οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια την περιοχή σε ερημοποίηση, δηλαδή την δραστική απώλεια ως εξαφάνιση της βλάστησης, άρα στην απώλεια παραγωγικού εδάφους και την έκθεση του μητρικού πετρώματος, διαμορφώνοντας μια νέα πραγματικότητα, αυτή των άγονων εκτάσεων. Η δασική ιστορία της χώρας μας αναφέρει ότι η καταστροφή των δασών της χώρας μας άρχισε πριν από 3.500 χρόνια, οπότε πολλές δασικές εκτάσεις μετατράπηκαν σε γεωργικές καλλιέργειες και πολλά δάση υλοτομήθηκαν για την κατασκευή κατοικιών, ναυπήγηση πλοίων και άλλες καθημερινές ανάγκες.
Η αλλαγή χρήσης γης, όπως η ανεξέλεγκτη οικοδόμηση εντός και εκτός σχεδίου, επηρεάζει σε διάφορο κάθε φορά βαθμό το μικροκλίμα, το οποίο σε συνδυασμό με την κλιματική αλλαγή, επιταχύνει το φαινόμενο της ερημοποίησης.
Η εντατική άρδευση και οι ανεξέλεγκτες γεωτρήσεις συχνά χωρίς σχεδιασμό και αδειοδότηση, σε παράκτιες πεδινές περιοχές οδηγούν σταδιακά σε αλάτωση των εδαφών, που αποτελεί αρχικό στάδιο της ερημοποίησης.
Η οξίνιση αλλά και η αλκαλίωση των γεωργικών γαιών, δημιουργεί αρχικά συνθήκες υποβάθμισης της παραγωγής και βαθμιαία σημάδια ερημοποίησης σε αυτές τις εκτάσεις. Η ολοένα και πιο εντατική γεωργία, οι μονοκαλλιέργειες και η συρρίκνωση ή η εξαφάνιση των φυσικών φυτοφρακτών στα όρια των χωραφιών, η έντονη και μη ορθολογική με σύγχρονα μέσα άρδευση, «βοηθούν» και επισπεύδουν φαινόμενα ερημοποίησης.
Λογικό είναι ότι πιο ευάλωτες περιοχές στην ανάπτυξη ερημοποιημένων εκτάσεων είναι οι πεδινές παραλιακές περιοχές της χέρσου και νησιωτικής Ελλάδας, καθότι: α) το νερό είναι όλο και λιγότερο, οι απαιτήσεις σε αυτό περισσότερες και β) η κλιματική αλλαγή είναι πιο έντονη. Οι αλλαγές αυτές έχουν άμεσες επιπτώσεις στις μονοετείς καλλιέργειες αλλά και στις δενδροκομικές καλλιέργειες με αισθητή μείωση στην γεωργική παραγωγή αλλά και στα δάση υποβαθμίζοντας την οικολογία και ποιότητά τους σε αυτές τις περιοχές.
Οι πυρκαγιές των δασών, μικρές και μεγάλες, η συχνότητά τους σε κάποιες περιοχές, δημιουργεί προϋποθέσεις για ερημοποίηση σε καείσες περιοχές, ενώ αν η φωτιά συνδυαστεί με αλλαγή χρήσης γης και κλιματική αλλαγή επιταχύνει τα φαινόμενα ερημοποίησης. Τις τελευταίες δεκαετίες παρατηρείται μια αύξηση στον αριθμό και την ένταση πυρκαγιών στην ελληνική επικράτεια, γεγονός που επιτείνει τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της ερημοποποίησης.
Όταν μιλάμε για ερημοποίηση, πρέπει να τονιστεί ότι πρόκειται κυρίως για μη αναστρέψιμη κατάσταση, καθότι είναι πολύ δύσκολη ως αδύνατη η επαναφορά σε πρότερη κατάσταση αλλά κι αν ακόμη η ανόρθωση είναι εφικτή, αυτή μπορεί να επιτευχθεί σε πολύ μικρό ποσοστό. Άρα η όλη προσπάθεια και στρατηγική πρέπει να επικεντρωθεί σε μέτρα πρόληψης των αιτίων ερημοποίησης. Η πρόληψη αφορά τον καθένα μας, και εξασφαλίζεται με αλλαγή ή ακόμη και εγκατάλειψη πολλών, παλιών και κακών καθημερινών συνηθειών μας. Μόνο με τη συμβολή του καθενός μας είναι δυνατή η ανατροπή της σημερινής κατάστασης, αυτής που καταγράφουν οι εκτιμήσεις των Ηνωμένων Εθνών (UNCCD, 2006) και που αναφέρουν ότι α) κάθε χρόνο ο πλανήτης μας χάνει 50 – 70 εκατομμύρια στρέμματα γης και β) η ερημοποίηση την επόμενη δεκαετία θα απειλήσει πάνω από 50 εκατομμύρια ανθρώπους
Αυτή την υποχρέωση όλων μας, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο την τόσο απαραίτητη και αναγκαία στις μέρες μας, έρχεται να υπενθυμίσει η Παγκόσμια Ημέρα ενάντια στην Ερημοποίηση, μια και η ερημοποίηση αποτελεί πολύ σημαντική απειλή για την Ελλάδα.
Ο Δρ Γεώργιος Σπ. Ευθυμίου είναι Επίκουρος Καθηγητής Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών και Παρόχθιων Δασικών Οικοσυστημάτων Τμήμα Δασοπονίας και Δ.Φ.Π. – Τ.Ε.Ι. Θεσσαλίας