*Τοῦ Ἀρχιμανδρίτου π. Ἀχιλλίου Τσούτσουρα
Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
Λαρίσης καί Τυρνάβου
Χαῖρε πατρίς Καππαδοκία, «τό κλεινόν ἔδαφος, ἐν ᾗ τό τῶν λόγων κράτος, τά πασῶν ἀρετῶν μουσεῖα, τά κατά πάσης παιδείας, τρόπαιά τε καί νικητήρια». Ἔτσι χαιρετίζει τόν δέκατο τέταρτο αἰῶνα τόν Θαυματουργό καί Μυροβλύτη Ἅγιο Ἀχίλλιο, Ἀρχιεπίσκοπο Λαρίσης, ὁ διάδοχός του Ἅγιος Ἀντώνιος Ἀρχιεπίσκοπος Λαρίσης, ὁ πολυγραφότατος καί δεινός συντάκτης πολλῶν ρητορικῶν καί ἐγκωμιαστικῶν λόγων, στήν προσπάθειά του νά ἐξαγγείλει τόν ἔπαινο τῆς Ἐκκλησίας στούς πύρινους Ἱεράρχες Ἅγιο Οἰκουμένιο Τρίκκης καί Ἅγιο Ρηγῖνο Σκοπέλου, κατά σάρκα ἀνηψιούς τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλίου.
Βλάστημα λοιπόν Θεοφύτευτο τῆς ἁγιοτόκου Καππαδοκίας ὁ Ἱερός Ἀχίλλιος, ἄκουσε μέσα του τή φωνή τοῦ Κυρίου, πού τόν καλοῦσε σέ ἀγῶνες πνευματικούς τόσο γιά τή δοξολογία τοῦ ὀνόματός Του, ὅσο καί γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ἐνδεῶν καί ὀρφανῶν, τῶν δοκιμαζομένων πιστῶν Χριστιανῶν. Μάλιστα, ὁ νεαρός Καππαδόκης ἀκολούθησε τόν Χριστό σέ χρόνια σκληρά καί δυσχείμερα, ὅταν ἡ ὁμολογία τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ ἦταν ὁ πλέον δύσκολος καί ἐπικίνδυνος δρόμος, σηματοδοτημένος ἀπό τόν διωγμό καί τό μαρτύριο.
Κάτω ἀπό τέτοιες συνθῆκες, ὁ Ἅγιός μας ἀποδέχεται τόν Εὐαγγελικό λόγο χωρίς ἐκπτώσεις καί συμβιβασμούς, διανέμει τά ὑπάρχοντά του στούς πτωχούς καί τώρα ἀδέσμευτος, ὁλοκληρωτικά δοσμένος στόν Θεό, γίνεται ὁδοιπόρος τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Διέρχεται ὡς προσκυνητής ἀπό τούς Ἁγίους Τόπους τήν Θεοβάδιστη ἁγία Γῆ, ἐν συνεχείᾳ πορεύεται πρός τήν πρεσβυτέρα Ρώμη καί κατόπιν ἀφικνεῖται στή Λάρισα, ὅπου ἔμελλε νά γίνει ἡ πόλη του καί ἡ ἐπισκοπή του. Ἦλθε ξένος στήν πόλη αὐτή καί ἔγινε οἰκεῖος. Ἀγάπησε τούς ἀνθρώπους καί ἀγαπήθηκε ἀπ’ αὐτούς. Φυτεύτηκε ἐδῶ γιά νά ἀνθίσει καί νά καρποφορήσει στόν κῆπο τῆς Ἐδέμ.
Ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος κατέστη ἀπό πολύ νωρίς ὁ διδάσκαλος τῆς ἀληθείας, πού στήριξε ἔργοις καί λόγοις τόν ταλαιπωρημένο ἀπό τούς ψευδοδιδασκάλους λαό τοῦ Θεοῦ. Ἔγινε ἀπό τά πρῶτα χρόνια τῆς ποιμαντορίας του στή Λάρισα ὁ σοφός καί ἔμπειρος καθοδηγητής αὐτοῦ τοῦ λαοῦ, πού τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος. Ἦταν πολλοί ἐκεῖνοι, Χριστιανοί καί εἰδωλολάτρες ἀκόμη, πού τόν πλησίαζαν προκειμένου νά ἀκούσουν τή θεία διδασκαλία του καί νά συναντήσουν τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ!
Στή Λάρισα εὐεργέτησε τούς ἀνθρώπους πού δοκιμάζονταν τότε ἀπό ὑλική καί πνευματική φτώχεια, ἀπό δυστυχία μεγάλη, ἀπό ἀληθινή πενία καί ὀρφάνεια, ἀπό φοβερές ἀσθένειες καί κυρίως ἀπό διδαχές ποικίλες καί ξένες, δηλαδή ἀπό τήν πλάνη καί τήν αἵρεση.
Δυνατή καί ζέουσα ἡ πίστη του, ἀναγεννητική ἡ προσφορά του, πύρινος ὁ λόγος του, πρόθυμη ἡ καρδιά του, εὐγενική ἡ φυσιογνωμία του, ἀγαθός ὁ χαρακτήρας του, ἀγγελική ἡ ὄψη του, μειλίχια ἡ συμπεριφορά του, διακριτικός στούς τρόπους του, ἀποτελεσματικός στήν ποιμαντορία του, φιλάνθρωπος ἰδιαίτερα στό πνευματικό του ἔργο, χαρακτηρίστηκε ὡς πραγματικά σοφός καί μεγάλος Ἱεράρχης καί αὐτό ἀναγράφεται μέ χρυσά γράμματα στή δυνατή μαρτυρία του Λαυριωτικοῦ Κώδικα τοῦ Ἁγίου Ὄρους.
Γιά ὅλη αὐτή τήν προσφορά του, τήν παιδεία του καί τήν ἐνάρετη πολιτεία του προσεκλήθη στίς 30 Μαΐου τοῦ 325 μ.Χ. στή Νίκαια τῆς Μικρᾶς Ἀσίας ἀπό τόν Μεγάλο Κωνσταντῖνο, προκειμένου νά συμμετάσχει μέ τήν ὁλοφώτεινη παρουσία του καί τή θεοκίνητη καρδιά του στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, πού συνεκλήθη κυρίως ἐπειδή ὁ Ἄρειος παρέμενε ἀδιόρθωτος καί ἐπικίνδυνος καί εἶχε καταστεῖ ὄντως «πρόξενος ἀπωλείας ψυχῶν», κηρύττοντας τήν φοβερή πλάνη του, ὅτι ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι κτῖσμα καί δέν εἶναι ὁμοούσιος μέ τόν Πατέρα.
Ἐκεῖ στή Νίκαια, ὁ διαπρεπής Ἱεράρχης τῆς Λάρισας, ἀφοῦ κανείς δέν κατάφερε νά πείσει τόν Ἄρειο γιά τή μεγάλη πλάνη του, παίρνει τήν πρωτοβουλία καί ἐνώπιον ὅλων τῶν παρισταμένων ἀντιδρᾶ καί καταφεύγει στήν «τῶν θαυμάτων ἐνέργεια» κατά τόν Ἅγιο Ἀντώνιο Λαρίσης, ὁ ὁποῖος μᾶς καταθέτει τά ἑξῆς: «Ἀχίλλιος Ἐπίσκοπος Λαρίσης, στάς εἰς τό μέσον», πρῶτος προκαλεῖ ἔμμεσα τόν Ἄρειο, καί «πρός ἕνα τῶν ἐκεῖ λίθων ἀποβλέψας» λέγει: «εἰ ὁμοούσιος ὁ Υἱός τῷ Θεῷ καί Πατρί... σοί λέγω τῷ ἀναισθήτῳ, ἐν τούτου τῷ φοβερῷ καί ἁγίῳ ὀνόματι, ἐλαίου ἀναβλῦσαι πηγήν». Καί πραγματικά πηγή ἐλαίου ἀνέβλυσε, πρός πολλή μεγάλη χαρά τοῦ Ἁγίου Ἐπισκόπου Ἀχιλλίου καί δικαίωση τῶν ἀγώνων τῶν Ὀρθοδόξων.
Καί καθώς ἀνέβλυζε ἔλαιο «ἅπαν τό μέγα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου πρόσωπον ἱλαρύνετο», ἐνῶ ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος «ἐφαιδρύνετο» καί «ἐκαυχᾶτο» διά τήν μεγαλοπρέπειαν τοῦ θαύματος, ἀφοῦ «τοῦτο τό ἔλαιον πολλῶν ἀσεβείᾳ σκληρυνθείσας καρδίας ἠπάλυνεν» καί πολλούς ἔκανε νά ἐπιστρέψουν στήν ἀλήθεια καί νά βροῦν τήν ὁδόν τῆς σωτηρίας.
Ὑπερασπιστής τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως λοιπόν ὁ λαμπρός Ἱεράρχης Ἀχίλλιος, ἀκραιφνής Ὀρθόδοξος Θεολόγος, Δογματικός Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας καί συγχρόνως πλουσιοπάροχος καί ἀληθινός εὐεργέτης τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Στό πρόσωπό του δοξάστηκε ἠ Ἐπισκοπή του, ἡ Καθέδρα του, ἡ Λάρισα καί τό ποίμνιό του, καί μάλιστα αὐτό φάνηκε ἰδιαίτερα μέσα στή συνεδρία τῆς Α΄ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὅπου μετά τό πέρας τῶν ἐργασιῶν μάλιστα, ὁ ξακουστός Ἱεράρχης δέχθηκε τούς ἐπαίνους τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ὁ ὁποῖος ζήτησε νά τόν εὐλογήσει ὁ Ἅγιος τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ἔλαβε καί τίς πιό θερμές εὐχαριστίες τοῦ γηραιοῦ Ἐπισκόπου τῆς Πόλεως Μητροφάνους, ὁ ὁποῖος καί αὐτός μέ τή σειρά του, ἔσκυψε μέ σεβασμό καί εὐλάβεια μεγάλη καί ἀσπάσθηκε τά θεοκίνητα χέρια τοῦ Ἀχιλλίου πού θαυματούργησαν ἐν Συνόδῳ.
Ὁ διαπρεπής Ἱεράρχης τῆς Ἐκκλησίας ἐπιστρέφει ἀπό τήν Νίκαια στήν ἐπαρχία του τή Λάρισα, γεμᾶτος ἀπό σπουδαῖα βασιλικά δῶρα, τά ὁποῖα διανέμει στά πνευματικά του παιδιά, ἀφοῦ μοιράζεται πρωτίστως μαζί τους τίς φοβερές καί θαυμαστές ἐμπειρίες τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Σπουδαῖος λοιπόν Προστάτης καί Βοηθός ὁ Ἅγιος Ἱεράρχης Ἀχίλλιος καί ἀκοίμητος φρουρός ὄχι μόνο τοῦ ποιμνίου του, ἀλλά καί ὁλοκλήρου τῆς Ἐκκλησίας, ἀναδείχθηκε ὁ ταπεινότερος τῶν Ἐπισκόπων, ὁ καθαρός τῇ καρδίᾳ, ὁ σεμνός καί Ἱεροπρεπής Λειτουργός τοῦ Ὑψίστου. Εἶναι ὁ πραγματικά ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος πού βοήθησε ἀπό νεαρᾶς ἡλικίας τούς πτωχούς καί τούς ἀπόρους, διασκορπίζοντάς τους τήν πατρική του περιουσία.
Φύλαξε ἀργότερα τίς καρδιές τῶν Λαρισαίων καί ὄχι μόνον ἀπό τό δηλητήριο τοῦ Ἀρειανισμοῦ καί τῶν ποικίλων αἱρέσεων. Φανέρωσε τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του καί συνεχίζει νά τό φανερώνει ἕως καί σήμερα, πού φθάσαμε νά ἀγνοοῦμε τό Θεό καί νά λατρεύουμε τόν ἑαυτό μας.
Ἔλαμψε ἀπό τόν Ἀρχιερατικό θρόνο τῆς Λάρισας ὡς φωτεινός ὁδοδείκτης τῶν ἀνθρώπων καί ὡς ἀστέρας πρώτου μεγέθους καί ἀπομάκρυνε ἀπό τούς πιστούς Χριστιανούς τό σκοτάδι τῆς ἀγνωσίας, ὁδηγῶντας τους σέ ὕψη Θεογνωσίας.
Ἀγκάλιασε τά χώματα τῆς μακαρίας γῆς τῶν Θετταλῶν καί παρέμεινε ἕως θανάτου στήν περιάκουστο Λάρισα, καλλιεργῶντας πνευματικά τήν ἄγονη καί διψασμένη αὐτή ἄμπελο, ξεριζώνοντας τά ζιζάνια τῆς εἰδωλολατρίας καί σπέρνοντας τόν καθαρό σπόρο τῆς ἀληθείας τῆς Πίστεως.
Ἔγινε ὁ ἄλλος Πηνειός, ὁ πνευματικός καί ἀργυροδίνης ποταμός πού ξεδίψασε τήν πεινασμένη καί διψασμένη γῆ τῶν Πατέρων μας. Θαυματούργησε πολλές φορές, ἐνισχύοντας τούς ὀλιγοπίστους καί προβληματίζοντας τους πλανεμένους καί παρασυρμένους.
Ἐκήρυξε μέ τό λόγο του καί τό μεγάλο ἐν Συνόδῳ θαῦμα του τήν ἀλήθεια τῆς Πίστεως καί ἀγωνίσθηκε πολύ σκληρά γιά τήν Ἐκκλησιαστική ἑνότητα, γιά νά διατηρηθεῖ ἀκέραιος ὁ ἄραφος χιτώνας τοῦ Χριστοῦ καί γιά νά κατανοήσει ὁ ἄνθρωπος τή μεγάλη ἐκείνη καί σπουδαία ἀλήθεια ὅτι σωτηρία ὑπάρχει καί ἐπιτυγχάνεται μόνον ἐντός τῆς Ἐκκλησίας.
Μετά τόν θάνατό του, τό ἱερό του λείψανο μυρόβλυσε καί ἄπειρες φορές εὐωδίασε καί οἱ πιστοί εἶδαν μέ τά ἴδια τους τά μάτια νά ρέει ἄφθονο θεῖο μῦρο ἀπό τά χαριτόβρυτα ἅγια λείψανά του καί κατάλαβαν τό ὕψος τῆς μεγάλης εὐεργεσίας του Ἁγίου Πατρός, ἀφοῦ αὐτό τό ἅγιο μῦρο ὑπῆρξε παυσίπονο φάρμακο πολλῶν καί ποικίλων ἀσθενειῶν.
Καί τό ἐπίσης θαυμαστό σημεῖο: Ὁ Ἅγιος Ἀχίλλιος ποτέ δέν ἔπαυσε νά στηρίζει καί νά ἐνισχύει τήν Πίστη τῶν παιδιῶν του. Ἐξάλλου τούς τό διεμήνυσε καί στήν πνευματική του διαθήκη, λίγο προτοῦ ἐκδημήσει εἰρηνικά γιά τή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν. «Εἰρηνεύετε παιδιά μου, νά τηρεῖτε τήν Πίστη τῶν Πατέρων σας, νά ἀγαπᾶτε τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπό σας καί Ἐκεῖνος θά εἶναι πάντοτε μαζί σας».
Γι’ αὐτό τόσους αἰῶνες τώρα συνεχίζει νά εὐωδιάζει μέσα ἀπό τήν ἱερά του λάρνακα, σκορπίζοντας σέ ὅλους μας τήν εὐωδία τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἱερά ὀσμή τῶν μύρων του πού ὅπως ἀναδύεται, γίνεται γιά μᾶς πηγή ἀστείρευτης εὐλογίας και δυνάμεως πολλῆς.
Γι’ αὐτό βρίσκεται ὄντως δίπλα μας καί ἐξακολουθεῖ νά μοιράζεται τόν πόνο μας, νά χαίρει στίς χαρές μας, νά ἀκούει τά αἰτήματά μας, νά καθοδηγεῖ τή σκέψη μας, νά ἐπεμβαίνει εὐεργετικά στή ζωή μας, νά μᾶς προφυλάσσει ἀπό τίς σύγχρονες πολυποίκιλες αἱρέσεις καί τή φοβερή εἰδωλολατρία τῆς ἐποχῆς μας, νά ἐνσταλλάζει πραγματική παρηγορία καί γλυκύτητα μέσα στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων πού ἐναγωνίως ζητοῦν λύσεις στά σύγχρονα τραγικά ἀδιέξοδα, νά μᾶς κρατᾶ ἑνωμένους καί δυνατούς κάτω ἀπό τή σκέπη του καί τήν εὐλογία του, καί μάλιστα ἀγωνιῶντας γιά τήν πνευματική μας προκοπή ὡς ἀκοίμητος φρουρός καί προστάτης μας.